Η γωνιά της Team!Rhaegar - Printable Version +- Game Of Thrones - Greek Community (https://agameofthrones.gr) +-- Forum: Γενική Συζήτηση (https://agameofthrones.gr/forum-6.html) +--- Forum: Γενική Συζήτηση (https://agameofthrones.gr/forum-41.html) +--- Thread: Η γωνιά της Team!Rhaegar (/thread-709.html) |
Απ: Η γωνιά της Team!Rhaegar - nirne - 25-08-2015 Δεν κάνεις κανένα θρεντ Team!Colin να το ευχαριστηθείς, βρε κορίτσι μου;;; Δεν μου αρέσει αυτό το αγόρι, [member=396]arwyn[/member] , καθόλου όμως. Ωστόσο, έτσι είναι τα γούστα. Ο καθένας με το δικό του. :o Απ: Η γωνιά της Team!Rhaegar - SANDOR CLEGANE - 25-08-2015 Μήπως τα μάτια του είναι "Ακαζού" : Όχι, ότι ξέρω ποιο χρώμα είναι αυτό , αλλά θυμάμαι μια φορά που έπαιζε ένα παιχνίδι στη "Μουρμούρα" ο Ηλίας με τη Μαρίνα και του έσπασε τα νεύρα με το "Ακαζού" . Οι άνδρες βλέπουν: κόκκινο, πορτοκαλί, κίτρινο, πράσινο, μπλέ και μερικά άλλα, εσείς πώς βλέπετε μάτια μπλέ-μωβ, μαλλιά μαύρα-μπλε κτλ !! Απ: Η γωνιά της Team!Rhaegar - arwyn - 25-08-2015 Οχι, Σαντορ. Το ακαζου ειναι χρωμα μαλλιων κοκκινωπο και καμια σχεση με τον Ραιγκαρ μας. Απ: Η γωνιά της Team!Rhaegar - SANDOR CLEGANE - 25-08-2015 οκ, το εμπέδωσα. 8-| Απ: Η γωνιά της Team!Rhaegar - nirne - 15-09-2015 Εδώ και αρκετό καιρό είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι θα συγκεντρώσω όλα τα αποσπάσματα των βιβλίων που αφορούν τον Ραίγκαρ και ξεκίνησα να το κάνω, αργά μα σταθερά. Ήταν μπόλικα είναι η αλήθεια, αν και εκ πρώτης δεν φαίνεται να γίνεται συχνή αναφορά στον πρίγκιπα. Τα βιβλία όμως είναι πέντε (+δύο) και μεγάλα και οι αναφορές χάνονται μέσα σ' όλα τα άλλα και μοιάζουν σπάνιες, αλλά δεν είναι και τόσο. Τις συγκέντρωσα λοιπόν και τις χώρισα ανά χαρακτήρα ο οποίος αναφέρεται στον Πρίγκιπα του Ντράγκονστοουν και τις παραθέτω εδώ για όποιον ενδιαφέρεται να τις αντιγράψει και να τις έχει. Τα χωρία τα τοποθέτησα μέσα σε πλαίσια σπόιλερ για να μην πιάσει μεγάλο χώρο η ανάρτησή μου. Επίσης, δεσμεύομαι ότι θα προσθέσω και τις αναφορές στον Ραίγκαρ που υπάρχουν στο World αμέσως μόλις βρω το χρόνο. Ντάνυ Show Content
SpoilerΕίχε ακούσει τόσες φορές αυτές τις ιστορίες από τον αδελφό της, που μερικές φορές μπορούσε να δει με τα μάτια της φαντασίας της όλα όσα είχαν συμβεί. Η φυγή στη μέση της νύχτας προς το Ντράγκονστοουν, ενώ το φεγγαρόφωτο χόρευε στα μαύρα πανιά του καραβιού. Ο αδελφός της ο Ραίγκαρ να μονομαχεί με το Σφετεριστή στα ματωμένα νερά της Τρίαινας και να πεθαίνει για χάρη της γυναίκας που αγαπούσε. (Παιχνίδι του Στέμματος)
«Ο αδελφός μου ο Ραίγκαρ ήταν τρομερός πολεμιστής, ήλιε και αστροσκέπαστε ουρανέ μου» του απάντησε. «Πέθανε πριν γεννηθώ. Ο Σερ Τζόρα λέει πως ήταν ο τελευταίος δράκοντας.» (Παιχνίδι του Στέμματος) «Δε θέλω χρυσάφι ούτε άλογα. Τούτη είναι μαγεία του αίματος, αρχόντισσα. Μονάχα με θάνατο μπορείς να ξεπληρώσεις τη ζωή.» «Με θάνατο;» Η Ντάνυ τύλιξε προστατευτικά τα χέρια γύρω της κι άρχισε να κουνιέται μπρος πίσω. «Το δικό μου θάνατο;» Σκέφτηκε πως, αν χρειαζόταν να πεθάνει για χάρη του, θα το έκανε. Ήταν αίμα του δράκοντα, δε φοβόταν. Ο αδερφός της ο Ραίγκαρ είχε πεθάνει για τη γυναίκα που αγαπούσε. «Όχι» την καθησύχασε η Μίρρι Μαζ Ντουρ. «Όχι με το δικό σου θάνατο, Καλήσι.» (Παιχνίδι του Στέμματος) « ... δε θες να ξυπνήσεις το δράκοντα, έτσι δεν είναι;» Το πρόσωπο του Σερ Τζόρα ήταν μια σκυθρωπή μάσκα. «Ο Ραίγκαρ ήταν ο τελευταίος δράκοντας» της είπε. Ζέστανε τα διάφανα χέρια του πάνω από ένα μαγκάλι όπου σιγόκαιγαν πέτρινα αυγά, κόκκινα σαν πυρωμένα κάρβουνα. Τη μια στιγμή ο ιππότης στεκόταν μπροστά της και την άλλη ξεθώριαζε, άχρωμη η σάρκα του, πιο άυλη κι από τον αέρα τον ίδιο. «Ο τελευταίος δράκοντας» ψιθύρισε με φωνή αδύναμη σαν σύννεφο καπνού και μετά χάθηκε. Ένιωσε πίσω της το σκοτάδι και η κόκκινη πόρτα της φάνηκε πιο μακρινή από ποτέ. « ... δε θες να ξυπνήσεις το δράκοντα, έτσι δεν είναι;» (Παιχνίδι του Στέμματος) Και είδε τον αδερφό της τον Ραίγκαρ καβάλα σε ένα άτι μαύρο σαν την πανοπλία του. Φωτιά άστραφτε κατακόκκινη πίσω από τις στενές σχισμές της προσωπίδας της περικεφαλαίας του. «Ο τελευταίος δράκοντας» ακούστηκε να ψιθυρίζει αχνά η φωνή του Σερ Τζόρα. «Ο τελευταίος, ο τελευταίος.» Η Ντάνυ σήκωσε τη στιλβωμένη, μαύρη προσωπίδα ... κι αντίκρισε το δικό της πρόσωπο. (Παιχνίδι του Στέμματος) Ο Σερ Τζόρα συνοφρυώθηκε. Η Ντάνυ δεν κατέθετε τα όπλα. «Δικό του είναι το τραγούδι του πάγου και τη φωτιάς, είχε πει ο αδελφός μου. Είμαι σίγουρη πως ήταν ο αδελφός μου. Όχι ο Βισέρυς, ο Ραίγκαρ. Είχε μια άρπα με ασημένιες χορδές.» Ο Σερ Τζόρα έγινε πιο κατηφής, μέχρι που τα φρύδια του ενώθηκαν. «Ο πρίγκιπας Ραίγκαρ έπαιζε μια τέτοια άρπα» συμφώνησε. «Τον είδες;» Του έγνεψε καταφατικά. «Υπήρχε μια γυναίκα σ' ένα κρεβάτι, μ' ένα μωρό στο στήθος. Ο αδελφός μου είπε ότι το μωρό ήταν ο πρίγκιπας της προφητείας, και της είπε να τον ονομάσει Αίγκον.» «Ο Πρίγκιπας Αίγκον ήταν ο διάδοχος του Ραίγκαρ, από την Έλια του Ντορν» είπε ο Σερ Τζόρα. «Αν όμως ήταν ο πρίγκιπας της προφητείας, η προφητεία τσακίστηκε μαζί με το κρανίο του, όταν οι Λάννιστερ του έσπασαν το κεφάλι στον τοίχο.» «Το θυμάμαι» είπε θλιμμένα η Ντάνυ. «Δολοφόνησαν και την κόρη του Ραίγκαρ, τη μικρή πριγκίπισσα. Ραίνυς την έλεγαν, σαν την αδελφή του Αίγκον. Έλεγε ότι ο δράκοντας έχει τρία κεφάλια. Τι είναι το τραγούδι του πάγου και της φωτιάς;» «Δεν το ξέρω αυτό το τραγούδι.» (Σύγκρουση Βασιλέων) Εκείνη τη νύχτα ονειρεύτηκε πως ήταν ο Ραίγκαρ και κάλπαζε στην Τρίαινα. Αλλά εκείνη ίππευε ένα δράκο, όχι άλογο. Όταν είδε το στρατό των επαναστατών του Σφετεριστή στην άλλη πλευρά του ποταμού, όλες οι πανοπλίες τους ήταν από πάγο, αλλά εκείνη τους έλουσε με δρακοφωτιά κι έλιωσαν όλοι σαν την πρωινή δροσιά στον ήλιο - και η Τρίαινα μετατράπηκε σε χείμαρρο. Ένα μέρος της ήξερε πως ονειρευόταν, αλλά ένα άλλο μέρος της ενθουσιάστηκε. Έτσι έπρεπε να γίνει. Το άλλο ήταν ένας εφιάλτης κι εγώ μόλις ξύπνησα. (Βιβλίο 3α – Θύελλα από Ατσάλι – Παγωμένες Λεπίδες) Δίπλα δίπλα, η πομπή της βασίλισσας κι εκείνη του Χίζνταρ ζο Λόρακ διέσχισαν αργά το Μηρήν, μέχρι που τελικά ξεπρόβαλε μπροστά τους ο Ναός της Χάρης, με τους χρυσαφένιους θόλους του να αστράφτουν στον ήλιο. Πόσο όμορφος προσπάθησε να πει στον εαυτό της η βασίλισσα, αλλά μέσα της υπήρχε ένα μικρό ανόητο κορίτσι που δεν μπορούσε παρά να κοιτάξει για τον Νταάριο. Αν σε αγαπούσε, θα ερχόταν και θα σε απήγαγε υπό την απειλή σπαθιού, όπως ο Ραίγκαρ απήγαγε αυτό το κορίτσι από το Βορρά επέμενε το κορίτσι μέσα της, αλλά η βασίλισσα ήξερε ότι αυτό ήταν αφελές. Ακόμη κι αν ο λοχαγός της ήταν αρκετά χαζός για να το προσπαθήσει, τα Μπρούντζινα Θηρία θα τον έκαναν κομμάτια προτού κατάφερνε να φτάσει εκατό γιάρδες μακριά της. (Βιβλίο 5β - Ο Χορός των Δράκων – Το Σπαθί στο Σκοτάδι) Νεντ Show Content
Spoiler«Ίσως να μην έχουμε στη διάθεσή μας ένα δεκαπενθήμερο. Ίσως να μην έχουμε καν μία μέρα. Ο βασιλιάς είπε πως, αν με ξαναδεί μπροστά του, θα μου πάρει το κεφάλι.» Ο Νεντ συνοφρυώθηκε. Δεν πίστευε στ' αλήθεια πως ο βασιλιάς θα του έκανε κακό, όχι, όχι ο Ρόμπερτ. Τώρα ήταν οργισμένος, όταν όμως δε θα έβλεπε για λίγο τον Νεντ, η οργή θα ξεθύμαινε, όπως πάντα.
Πάντα; Πάγωσε ξαφνικά, καθώς αναλογίστηκε τον Ραίγκαρ Ταργκάρυεν. Δεκαπέντε χρόνια νεκρός, κι ο Ρόμπερτ τον μισεί περισσότερο από ποτέ. Η σκέψη τον τάραξε ... (Παιχνίδι του Στέμματος) Ο Μικροδάχτυλος τίναξε το κεφάλι του για να διώξει τις σταγόνες της βροχής και γέλασε. «Τώρα κατάλαβα. Ο Άρχοντας Άρρυν έμαθε πως η Μεγαλειότητά Του γκάστρωνε πόρνες και παραδουλεύτρες και γι' αυτό έπρεπε να του κλείσουν το στόμα. Δεν είναι δα και παράξενο. Αν τους αφήσεις κάτι τέτοιους να ζήσουν, δεν το έχουν σε τίποτα να γυρίσουν κάποια στιγμή και να σου πουν πως ο ήλιος βγαίνει απ' την ανατολή.» Ο Νεντ Σταρκ δεν είχε τι να απαντήσει κι έμεινε σιωπηλός και σκυθρωπός. Για πρώτη φορά εδώ και χρόνια του ήρθε στο μυαλό ο Ραίγκαρ Ταργκάρυεν. Αναρωτιόταν αν ο Ραίγκαρ σύχναζε σε πορνεία. Δεν το θεωρούσε διόλου πιθανό. (Παιχνίδι του Στέμματος) Κι έτσι θα γινόταν αναγκαστικά, μιας και ο πατέρας του είχε θαφτεί στο νότο. Ο Μάρτυν Κασσέλ δεν ήταν ο μόνος που είχε ξεψυχήσει εκεί. Ο Νεντ είχε γκρεμίσει έπειτα τον πύργο και είχε χρησιμοποιήσει τις αιματοβαμμένες πέτρες για να υψώσει οκτώ τύμβους στην κορυφή του λόφου. Έλεγαν πως ο Ραίγκαρ είχε ονομάσει το μέρος εκείνο Πύργο της Χαράς. Για τον Νεντ όμως ήταν μια ανάμνηση πικρή. Επτά εναντίον τριών, αλλά είχαν φύγει ζωντανοί μονάχα οι δύο. Ο Ένταρντ Σταρκ κι ο ανθρωπάκος με το κράνογκ στη λίμνη, ο Χάουλαντ Ρηντ. Δεν ήταν καλός οιωνός που μετά από τόσα χρόνια είδε ξανά αυτό το όνειρο. (Παιχνίδι του Στέμματος) Τώρα όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά• δηλητήριο μες στο σκοτάδι, ένα μαχαίρι μπηγμένο στην καρδιά. Αυτό ποτέ δε θα μπορούσε να το συγχωρέσει, όπως δεν κατάφερε να συγχωρέσει και τον Ραίγκαρ. Θα τους σκοτώσει όλους, συλλογίστηκε ο Νεντ. (Παιχνίδι του Στέμματος) Όταν όμως ξεκίνησε η κονταρομαχία, τα βλέμματα όλων στράφηκαν στον Ραίγκαρ Ταργκάρυεν. Ο διάδοχος του θρόνου φορούσε την πανοπλία με την οποία αργότερα θα πέθαινε: αστραφτερός μαύρος θώρακας με τον τρικέφαλο δράκο του οίκου του κεντημένο με ρουμπίνια στο στήθος. Όταν ο πρίγκιπας κάλπαζε, ένα λοφίο από πορφυρό μετάξι ανέμιζε πίσω του και καμιά λόγχη δε φαινόταν ικανή να τον αγγίξει. Γκρέμισε από το άλογό του τον Μπράντον, νίκησε τον Μπρούτζινο Γιον Ρόυς, ακόμη και τον ανυπέρβλητο Σερ Άρθουρ Ντέυν, το Σπαθί του Πρωινού. Ο πρίγκιπας είχε νικήσει τον Σερ Μπάρρισταν στην τελευταία κονταρομαχία και είχε στεφτεί πρωταθλητής. Ο Ρόμπερτ χωράτευε με τον Τζον και το γερο-Άρχοντα Χάντερ όταν ο Ραίγκαρ ξεκίνησε το γύρο του θριάμβου. Ο Νεντ θυμήθηκε τη στιγμή, όταν όλα τα χαμόγελα πάγωσαν. Ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ Ταργκάρυεν σπιρούνισε το άλογό του, προσπέρασε τη σύζυγό του, την Ντορνιανή πριγκίπισσα Έλια Μαρτέλ, κι απόθεσε το στεφάνι της βασίλισσας της ομορφιάς στην ποδιά της Λυάννα. Το θυμόταν σαν να το έβλεπε μπροστά του: ένα στεφάνι με ρόδα του χειμώνα, γαλάζια σαν τον πάγο. Ο Νεντ Σταρκ άπλωσε το χέρι του να πιάσει το λουλουδένιο στεφάνι, αλλά κάτω από τα ανοιχτογάλαζα πέταλα ήταν κρυμμένα τα αγκάθια. Αιχμηρά και άσπλαχνα, του έσκισαν το δέρμα και είδε το αίμα να σταλάζει αργά στα δάχτυλά του. Ξύπνησε τρέμοντας μες στο σκοτάδι. Υποσχέσου μου, Νεντ, του ψιθύρισε η αδελφή του από το αιματοβαμμένο κρεβάτι της. Λάτρευε το άρωμα των ρόδων του χειμώνα. «Θεοί, βοηθήστε με» είπε κλαίγοντας ο Νεντ. «Χάνω το μυαλό μου.» (Παιχνίδι του Στέμματος) Ρόμπερτ Show Content
Spoiler«Της φέρνω λουλούδια όποτε μπορώ» είπε. «Η Λυάννα ... τα αγαπούσε τα λουλούδια.»
Ο βασιλιάς άγγιξε το μάγουλό της και τα δάχτυλά του χάιδεψαν απαλά την τραχιά πέτρα σαν να ήταν ζωντανή σάρκα. «Είχα ορκιστεί να σκοτώσω τον Ραίγκαρ γι' αυτό που της έκανε.» «Τον σκότωσες» του θύμισε ο Νεντ. «Μονάχα μία φορά όμως» είπε πικρόχολα ο Ρόμπερτ. Οι δυο τους είχαν συναντηθεί στο διαβατό κομμάτι της Τρίαινας, ενώ γύρω τους λυσσομανούσε η μάχη. Ο Ρόμπερτ με το πολεμικό σφυρί και την τρομερή περικεφαλαία του και ο πρίγκιπας των Ταργκάρυεν αρματωμένος με τη μαύρη πανοπλία του. Στο θώρακά του, ο τρικέφαλος δράκος του οίκου του ήταν καμωμένος όλος με ρουμπίνια, που άστραφταν σαν τη φωτιά κάτω από το ηλιόφωτο. Τα νερά της Τρίαινας κυλούσαν κόκκινα γύρω από τις οπλές των αλόγων, καθώς οι δυο μονομάχοι κινούνταν κυκλικά και χτυπούσαν με μανία ο ένας τον άλλο ξανά και ξανά, μέχρι που τέλος το σφυρί του Ρόμπερτ έλιωσε το δράκο και το στέρνο που εκείνος στόλιζε. Όταν έφτασε τελικά στο σημείο ο Νεντ, ο Ραίγκαρ κειτόταν νεκρός στο ρέμα, ενώ άντρες και των δύο στρατών ανασκάλευαν το νερό ψάχνοντας τα ρουμπίνια που είχαν ξεκολλήσει από την πανοπλία του. «Κάθε βράδυ ονειρεύομαι ότι τον σκοτώνω» είπε ο Ρόμπερτ. «Χίλιες φορές να πέθαινε, και πάλι, κι άλλες ακόμη θα του άξιζαν.» Ο Νεντ δεν είχε τίποτε να αποκριθεί. Έπεσε σιωπή, και έπειτα είπε: «Πρέπει να γυρίσουμε, Μεγαλειότατε. Η σύζυγός σου περιμένει.» (Παιχνίδι του Στέμματος) «Παρ' όλα αυτά» επέμεινε ο Νεντ «να σκοτώσεις ένα παιδί ... είναι άθλιο ... είναι άτιμο ... » «Άτιμο;» μούγκρισε ο βασιλιάς. «Αυτό που έκανε ο Αίρυς στον αδελφό σου τον Μπράντον είναι άτιμο. Ο τρόπος που πέθανε ο άρχοντας πατέρας σου, αυτό είναι άτιμο. Κι ο Ραίγκαρ ... πόσες φορές νομίζεις πως τη βίασε την αδελφή σου; Πόσες εκατοντάδες φορές;» Φώναζε τόσο δυνατά, που το άλογό του άρχισε να χρεμετίζει ταραγμένο. Ο βασιλιάς τράβηξε άγρια τα γκέμια για να ησυχάσει το ζωντανό και έτεινε θυμωμένα το δάχτυλό του προς τον Νεντ. «Θα σκοτώσω όσους Ταργκάρυεν πέσουν στα χέρια μου, μέχρι να αφανιστούν μέχρι τον τελευταίο σαν τους δράκους τους, και τότε θα κατουρήσω στους τάφους τους.» (Παιχνίδι του Στέμματος) «Η αγαπημένη μου σύζυγος. Η μητέρα των παιδιών μου.» Η οργή του τώρα είχε σβηστεί. Στα μάτια του ο Νεντ είδε τη λύπη και το φόβο. «Δεν έπρεπε να τη χτυπήσω. Δεν ήταν ... δεν ήταν πράξη βασιλική.» Στύλωσε το βλέμμα στα χέρια του κι έμοιαζε σαν να μην έβλεπε μπροστά του. «Ήμουν πάντοτε δυνατός ... κανείς δεν μπορούσε να με αντιμετωπίσει - κανείς. Πώς να τα βάλεις με κάποιον, αν δεν μπορείς να τον χτυπήσεις;» Ο βασιλιάς κούνησε συγχυσμένος το κεφάλι του. «Ο Ραίγκαρ ... ο Ραίγκαρ νίκησε, ανάθεμά τον. Τον σκότωσα, Νεντ. Βύθισα τη λόγχη μου στη μαύρη του πανοπλία και τρύπησα πέρα ως πέρα τη μαύρη του καρδιά. Στα πόδια μου ξεψύχησε. Οι τροβαδούροι τραγουδούν ακόμα γι' αυτή τη μονομαχία. Κι όμως, ο Ταργκάρυεν με νίκησε. Έχει τη Λυάννα τώρα κι εγώ κατέληξα ... μ' αυτήν.» Ο βασιλιάς στράγγιξε το κρασί του μονορούφι. (Παιχνίδι του Στέμματος) Τζόρα Show Content
Spoiler«Τον χτύπησα» είπε και στη φωνή της ξεχώριζε η απορία. Όλα όσα είχαν συμβεί έμοιαζαν πια με παράξενο όνειρο. «Σερ Τζόρα, νομίζεις πως ... θα είναι πολύ θυμωμένος όταν επιστρέψει ... » είπε κι αναρίγησε. «Ξύπνησα το δράκοντα, έτσι δεν είναι;»
Ο Σερ Τζόρα ξεφύσησε. «Μπορεί να ξυπνήσει κανείς τους πεθαμένους, παιδί μου; Ο αδελφός σου ο Ραίγκαρ ήταν ο τελευταίος δράκος και πέθανε στην Τρίαινα. Ο Βισέρυς ούτε καν σκιά του δράκοντα δεν είναι.» (Παιχνίδι του Στέμματος) «Μην της κάνετε κακό» τον σταμάτησε η Ντάνυ. «Απαιτώ να μου την παραδώσετε. Κάνε ό, τι σε προστάζω, ειδάλλως θα τα μάθει όλα ο Καλ Ντρόγκο.» «Όπως ορίζεις, Καλήσι» αποκρίθηκε ο Τζόγκο και κέντρισε με τις φτέρνες του τα πλευρά του αλόγου του. Ο Κιουάρο και οι υπόλοιποι ακολούθησαν ξοπίσω του με τα καμπανάκια στα μαλλιά τους να ηχούν. «Πήγαινε μαζί τους» πρόσταξε τον Σερ Τζόρα. «Όπως προστάζεις.» Ο ιππότης της έριξε ένα απορημένο βλέμμα. «Μα την αλήθεια, τον αδελφό σου μου θυμίζεις.» «Τον Βισέρυς;» Δεν καταλάβαινε. «Όχι» είπε εκείνος. «Τον Ραίγκαρ.» Και έφυγε καλπάζοντας. (Παιχνίδι του Στέμματος) «Πάντα πολεμούσαν μεταξύ τους οι μεγάλοι άρχοντες. Πες μου ποιος είναι ο νικητής, και θα σου πω τι σημαίνει αυτό. Καλήσι, τα Επτά Βασίλεια δε θα πέσουν στα χέρια σου σαν ώριμο φρούτο Θα χρειαστείς στόλο, χρυσάφι, στρατό, συμμάχους -» «Τα ξέρω όλα αυτά.» Πήρε τα χέρια του στα δικά της και κοίταξε τα μαύρα, καχύποπτα μάτια του. Μερικές φορές με βλέπει σαν ένα παιδί που πρέπει να προστατέψει κι άλλοτε σαν γυναίκα που θα ήθελε να κάνει δική του - με βλέπει όμως άραγε ποτέ σαν βασίλισσά του; «Τζόρα, δεν είμαι το τρομαγμένο κορίτσι που γνώρισες στο Πέντος. Έχω ζήσει μονάχα δεκαπέντε γιορτές του ονόματός μου, πράγματι ... αλλά είμαι τόσο γριά όσο οι ντος καλέεν και τόσο νέα όσο οι δράκοντές μου. Γέννησα ένα παιδί, έκαψα έναν καλ, διέσχισα την κόκκινη έρημο και τη θάλασσα των Ντοθράκι. Στις φλέβες μου κυλάει το αίμα του δράκοντα.» «Το ίδιο έλεγε κι ο αδελφός σου» είπε πεισματάρικα εκείνος. «Δεν είμαι ο Βισέρυς.» «Όχι» παραδέχτηκε ο ιππότης. «Μοιάζεις πιο πολύ με τον Ραίγκαρ, έτσι πιστεύω, αλλά ακόμα κι ο Ραίγκαρ ήταν θνητός. Ο Ρόμπερτ το απέδειξε αυτό στην Τρίαινα με ένα πολεμικό σφυρί και μόνο. Ακόμα κι οι δράκοντες πεθαίνουν.» «Οι δράκοντες πεθαίνουν.» Σηκώθηκε στις μύτες και φίλησε ανάλαφρα το αξύριστο μάγουλό του. «Πεθαίνουν όμως και οι δρακοκτόνοι.» (Σύγκρουση Βασιλέων) Η Ντάνυ σήκωσε τους ώμους της. «Ο Βισέρυς θα αγόραζε όσο πιο πολλούς Άσπιλους μπορούσε. Εσύ, όμως, είπες κάποτε πως ήμουν σαν τον Ραίγκαρ ... » «Το θυμάμαι, Νταινέρυς.» «Μεγαλειότατη» τον διόρθωσε. «Ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ οδηγούσε ελεύθερους ανθρώπους στη μάχη, όχι σκλάβους. Ο Ασπρογένης είπε πως αναγόρευε τους ακόλουθους σε ιππότες ο ίδιος κι έκανε και πολλούς άλλους ιππότες.» «Δεν υπήρχε μεγαλύτερη τιμή από το να πάρεις τον τίτλο σου από τον Πρίγκιπα του Ντράγκονστοουν.» «Πες μου, τότε, όταν άγγιζε έναν άντρα στον ώμο με το σπαθί του, τι έλεγε; "Πήγαινε και σκότωσε τους αδύναμους" ή "πήγαινε και υπερασπίσου τους"; Στην Τρίαινα, αυτοί οι γενναίοι άντρες που είπε ο Βισέρυς πως πέθαναν κάτω από τα λάβαρα με τους δράκους μας, έδωσαν τις ζωές τους επειδή πίστευαν στο σκοπό του Ραίγκαρ ή επειδή είχαν αγοραστεί με χρήματα;» Η Ντάνυ στράφηκε στον Μόρμοντ, σταύρωσε τα χέρια της και περίμενε μια απάντηση. «Βασίλισσά μου» είπε αργά ο μεγαλόσωμος άντρας «όλα όσα λες είναι αλήθεια. Αλλά ο Ραίγκαρ έχασε στην Τρίαινα. Έχασε τη μάχη, έχασε τον πόλεμο, έχασε το βασίλειο και τη ζωή του. Το αίμα του κύλησε στον ποταμό μαζί με τα ρουμπίνια από το θώρακά του και ο Ρόμπερτ ο Σφετεριστής πέρασε πάνω από το πτώμα του για να κλέψει το Σιδερένιο Θρόνο. Ο Ραίγκαρ πολέμησε γενναία, ο Ραίγκαρ πολέμησε ευγενικά, ο Ραίγκαρ πολέμησε έντιμα. Και ο Ραίγκαρ πέθανε.» (Βιβλίο 3α – Θύελλα από Ατσάλι – Παγωμένες Λεπίδες) «Εντάξει» συμφώνησε εκείνη. «Νομίζω πως πρέπει να επιτεθούμε σε τρεις μεριές. Γκριζοσκώληκα, οι Άσπιλοί σου θα τους χτυπήσουν από αριστερά και δεξιά, ενώ οι κο μου θα οδηγήσουν τα άλογα σε σφηνοειδή παράταξη για ένα χτύπημα στο κέντρο τους. Οι σκλάβοι στρατιώτες δε θα προβάλουν ποτέ αντίσταση στους έφιππους Ντοθράκι.» Χαμογέλασε. «Βέβαια, είμαι μόνο ένα μικρό κορίτσι και δεν ξέρω πολλά από πόλεμο. Τι λέτε, άρχοντές μου;» «Νομίζω πως είσαι η αδελφή του Ραίγκαρ Ταργκάρυεν» είπε ο Σερ Τζόρα με ένα πικρό μειδίαμα. «Ναι» είπε ο Άρσταν Ασπρογένης «και μια βασίλισσα.» (Βιβλίο 3β - Θύελλα από Ατσάλι- Ματωμένο Χρυσάφι) Μπάρρισταν Show Content
SpoilerΟ Ασπρογένης έβαλε τα δυνατά του να κρύψει τα συναισθήματά του, αλλά αυτά ήταν φανερά στο πρόσωπό του. «Ο Μεγαλειότατος ήταν ... συχνά ευχάριστος.»
«Συχνά;» χαμογέλασε η Ντάνυ. «Αλλά όχι πάντα;» «Μπορούσε να γίνει πολύ σκληρός μ' αυτούς που θεωρούσε εχθρούς του.» «Ένας σώφρων άνθρωπος δεν κάνει ποτέ εχθρό ένα βασιλιά» είπε η Ντάνυ. «Ήξερες και τον αδελφό μου, τον Ραίγκαρ;» «Λέγεται πως κανείς δεν ήξερε πραγματικά τον Πρίγκιπα Ραίγκαρ. Είχα το προνόμιο να τον δω σε κονταρομαχία, όμως, και τον άκουγα συχνά να παίζει την άρπα του με τις ασημένιες χορδές.» Ο Σερ Τζόρα ρουθούνισε. «Μαζί με χιλιάδες άλλους σε κάποια γιορτή του θέρους. Σε λίγο θα ισχυριστείς πως ήσουν και ιπποκόμος του.» «Δεν ισχυρίζομαι κάτι τέτοιο, σερ. Ο Μάιλς Μούτον ήταν ο ιπποκόμος του Πρίγκιπα Ραίγκαρ και ο Ρίτσαρντ Λονμάουθ έπειτα. Όταν κέρδισαν τα σπιρούνια τους, τους έχρισε ο ίδιος ιππότες και παρέμειναν στενοί του φίλοι. Ο νεαρός Άρχοντας Κόννινγκτον ήταν στενός φίλος του πρίγκιπα επίσης, αλλά ο παλιότερος φίλος του ήταν ο Άρθουρ Ντέυν.» «Το Σπαθί του Πρωινού!» είπε η Ντάνυ χαρούμενη. «Ο Βισέρυς μιλούσε για τη θαυματουργή λευκή του λεπίδα. Έλεγε πως ο Σερ Άρθουρ ήταν ο μόνος ιππότης στο βασίλειο που ήταν ισότιμος του αδελφού μας.» Ο Ασπρογένης έσκυψε το κεφάλι του. «Δεν είναι η θέση μου να αμφισβητώ τα λόγια του Πρίγκιπα Βισέρυς.» «Βασιλιά» τον διόρθωσε η Ντάνυ. «Ήταν βασιλιάς, αν και ποτέ δε βασίλεψε. Ο Βισέρυς, ο τρίτος του ονόματός του. Αλλά τι εννοείς;» Η απάντησή του δεν ήταν αυτή που περίμενε. «Ο Σερ Τζόρα αποκάλεσε τον Ραίγκαρ τελευταίο δράκο κάποτε. Πρέπει να ήταν φοβερός πολεμιστής για να τον αποκαλούν έτσι, σωστά;» «Μεγαλειότατη» είπε ο Ασπρογένης «Ο Πρίγκιπας του Ντράγκονστοουν ήταν πολύ δυνατός πολεμιστής, αλλά ... » «Συνέχισε» τον παρακίνησε. «Μπορείς να μου μιλήσεις ελεύθερα.» «Όπως προστάζεις.» Ο ηλικιωμένος έγειρε πάνω στο ραβδί του από σκληρό ξύλο και ύψωσε το φρύδι του. «Ένας απαράμιλλος πολεμιστής ... είναι πολύ ωραία λόγια, αλλά τα λόγια δεν κερδίζουν μάχες.» «Τα σπαθιά κερδίζουν τις μάχες» είπε απότομα ο Σερ Τζόρα. «Και ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ ήξερε πώς να τα χρησιμοποιεί.» «Ναι, σερ, αλλά ... έχω δει εκατοντάδες κονταρομαχίες και περισσότερους πολέμους απ' όσους θα ήθελα. Όσο δυνατός, γρήγορος ή ικανός και να είναι ένας ιππότης, υπάρχουν άλλοι ισάξιοί του. Ένας άντρας κερδίζει μια κονταρομαχία και πέφτει γρήγορα στην επόμενη. Ένα γλιστερό σημείο στο χορτάρι μπορεί να σημαίνει ήττα, ή τι έφαγες στο δείπνο σου το προηγούμενο βράδυ. Μια αλλαγή στην κατεύθυνση του ανέμου μπορεί να φέρει το δώρο της νίκης.» Κοίταξε τον Σερ Τζόρα. «'Η η εύνοια μιας αρχόντισσας στο χέρι ενός πολεμιστή.» Το πρόσωπο του Μόρμοντ σκοτείνιασε. «Πρόσεχε τι λες, γέρο.» Ο Άρσταν είχε δει τον Σερ Τζόρα να πολεμάει στο Λάννισπορτ, κατάλαβε η Ντάνυ, στην κονταρομαχία που ο Μόρμοντ είχε κερδίσει με την εύνοια μιας αρχόντισσας δεμένης στο μπράτσο του. Είχε κερδίσει και την αρχόντισσα• τη Λυνές του Οίκου Χάιταουερ, τη δεύτερη γυναίκα του, ευγενικής καταγωγής και όμορφη ... Αλλά τον κατέστρεψε και τον εγκατέλειψε, η ανάμνησή της του έφερνε πίκρα τώρα. «Να είσαι ευγενικός, ιππότη μου.» Έπιασε το μπράτσο του Τζόρα. «Ο Άρσταν δεν ήθελε να σε προσβάλει, είμαι σίγουρη γι' αυτό.» «Ό,τι πεις, Καλήσι.» Η φωνή του Σερ Τζόρα έκρυβε θυμό. Η Ντάνυ στράφηκε πάλι στον ιπποκόμο. «Δεν ξέρω πολλά για τον Ραίγκαρ. Μόνο τις ιστορίες που έλεγε ο Βισέρυς, κι ήταν μικρός όταν πέθανε ο αδελφός μας. Πώς ήταν στην πραγματικότητα;» Ο ηλικιωμένος άντρας σκέφτηκε για μια στιγμή. «Ικανός. Αυτό πάνω απ' όλα. Αποφασισμένος, μεθοδικός, άνθρωπος του καθήκοντος, έντιμος. Λένε μια ιστορία γι' αυτόν ... αλλά αναμφίβολα ο Σερ Τζόρα τη γνωρίζει.» «Θέλω να την ακούσω από σένα.» «Όπως επιθυμείς» είπε ο Ασπρογένης. «Ως αγόρι, ο Πρίγκιπας του Ντράγκονστοουν ήταν βιβλιοφάγος. Διάβαζε από τόσο νωρίς που κάποιοι έλεγαν πως η Βασίλισσα Ραίλλα πρέπει να είχε καταπιεί μερικά βιβλία κι ένα κερί όσο τον είχε στην κοιλιά της. Ο Ραίγκαρ δεν ενδιαφερόταν για τα παιχνίδια των άλλων παιδιών. Οι μέιστερ είχαν εντυπωσιαστεί από την εξυπνάδα του, αλλά οι ιππότες του πατέρα του αστειεύονταν πικρόχολα πως είχε ξαναγεννηθεί ο Μπαίλορ ο Ευσεβής. Ώσπου μια μέρα ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ βρήκε κάτι στις περγαμηνές του που τον άλλαξε. Κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να ήταν, μόνο πως το αγόρι εμφανίστηκε ξαφνικά μια μέρα νωρίς το πρωί στην αυλή την ώρα που οι ιππότες φορούσαν τις πανοπλίες τους. Πήγε στον Σερ Γουίλλεμ Ντάρρυ, τον οπλοδιδάσκαλο, και είπε: "Ζητώ ένα σπαθί και μια πανοπλία. Φαίνεται πως πρέπει να γίνω πολεμιστής".» (Βιβλίο 3α – Θύελλα από Ατσάλι – Παγωμένες Λεπίδες) «Όταν έρθει η μέρα που θα σηκώσεις τα λάβαρά σου, το μισό Γουέστερος θα είναι μαζί σου» υποσχέθηκε ο Άσπρογένης. «Τον αδελφό σου, τον Ραίγκαρ, τον θυμούνται ακόμα με μεγάλη αγάπη.» (Βιβλίο 3α – Θύελλα από Ατσάλι – Παγωμένες Λεπίδες) «Δεν μπορώ να κοιμηθώ όταν πεθαίνουν άντρες για μένα, Ασπρογένη, του είπε. «Πες μου κι άλλα για τον αδελφό μου, τον Ραίγκαρ, αν μπορείς. Μου άρεσε η ιστορία που μου είπες στο πλοίο, σχετικά με το πώς αποφάσισε να γίνει πολεμιστής.» «Η Μεγαλειότατη είναι πολύ ευγενική.» «Ο Βισέρυς έλεγε πως ο αδελφός μας είχε κερδίσει πολλούς αγώνες.» Ο Άρσταν έσκυψε το λευκό του κεφάλι με σεβασμό. «Δεν είναι η θέση μου να αρνηθώ τα λόγια του Μεγαλειότατου ... » «Αλλά;» είπε απότομα η Ντάνυ. «Πες μου. Σε προστάζω.» «Η ικανότητα του Πρίγκιπα Ραίγκαρ ήταν αναμφισβήτητη, αλλά σπάνια έπαιρνε μέρος. Ποτέ δεν του άρεσε η μουσική των σπαθιών, όπως στον Ρόμπερτ ή στον Τζέιμι Λάννιστερ. Ήταν απλώς κάτι που έπρεπε να κάνει, μια αποστολή που του είχε αναθέσει ο κόσμος. Το έκανε καλά επειδή όλα τα έκανε καλά. Αυτή ήταν η φύση του. Αλλά δεν αντλούσε ευχαρίστηση από αυτό. Οι άντρες έλεγαν πως αγαπούσε την άρπα του πολύ περισσότερο από τη λόγχη του.» «Σίγουρα θα κέρδισε κάποιους αγώνες» είπε απογοητευμένη η Ντάνυ. «Όταν ήταν νέος, ο Μεγαλειότατος τα πήγε περίφημα σε μια κονταρομαχία στο Στορμς Εντ, όπου κέρδισε τον Άρχοντα Στέφον Μπαράθηον, τον Άρχοντα Τζέισον Μάλλιστερ, την Κόκκινη Έχιδνα του Ντορν κι ένα μυστηριώδη ιππότη, που αποδείχτηκε πως ήταν ο διαβόητος Σάιμον Τόυν, αρχηγός των παρανόμων του Βασιλικού Δάσους. Νίκησε δώδεκα άντρες, συμπεριλαμβανομένου του Σερ Άρθουρ Ντέυν, εκείνη την ημέρα.» «Ήταν πρωταθλητής, λοιπόν;» «'Οχι, Μεγαλειότατη. Αυτή η τιμή πήγε σε έναν άλλο ιππότη της Βασιλικής Φρουράς που έριξε τον Πρίγκιπα Ραίγκαρ από το άλογό του στην τελική κονταρομαχία.» Η Ντάνυ δεν ήθελε να το ακούσει αυτό. «Ποιους αγώνες κέρδισε όμως ο αδελφός μου;» «Μεγαλειότατη.» Ο γέρος δίστασε για μια στιγμή. «Κέρδισε τους μεγαλύτερους αγώνες απ' όλους.» «Ποιοι ήταν αυτοί;» απαίτησε να μάθει η Ντάνυ. «Τους αγώνες που διοργάνωσε ο Άρχοντας Γουέντ στο Χάρρενχαλ δίπλα στο Μάτι του Θεού, τη χρονιά της ψεύτικης άνοιξης. Ήταν σημαντικό γεγονός. Εκτός από τις κονταρομαχίες, υπήρχε κι ένας αγώνας πάλης παλαιού τύπου, όπου συμμετείχαν επτά ομάδες ιπποτών, καθώς και τοξοβολία και ρίψη τσεκουριών, ιπποδρομίες, αγώνες βάρδων, μια θεατρική παράσταση και πολλές γιορτές και γλέντια. Ο Άρχοντας Γουέντ δεν ήταν μόνο πλούσιος, αλλά και ανοιχτοχέρης. Τα πλουσιοπάροχα βραβεία που διακήρυξε προσέλκυσαν εκατοντάδες διαγωνιζόμενους. Ακόμα και ο άρχοντας πατέρας σου ήρθε στο Χάρρενχαλ, ενώ είχε χρόνια ολόκληρα να φύγει μακριά από το Κόκκινο Φρούριο. Οι μεγαλύτεροι άρχοντες και οι πιο ξακουστοί πρόμαχοι των Επτά Βασιλείων συμμετείχαν στους αγώνες και ο Πρίγκιπας του Ντράγκονστοουν τους κέρδισε όλους.» «Μα αυτοί ήταν οι αγώνες όπου έστεψε τη Λυάννα Σταρκ βασίλισσα της αγάπης και της ομορφιάς!» είπε η Ντάνυ. «Ήταν εκεί η Πριγκίπισσα Έλια, η σύζυγός του, όμως ο αδελφός μου έδωσε το στέμμα στο κορίτσι των Σταρκ κι αργότερα την έκλεψε από το μνηστήρα της. Πώς μπόρεσε να το κάνει αυτό; Τόσο άσχημα του φερόταν η γυναίκα από το Ντορν;» «Δεν είναι η θέση μου να ξέρω τι είχε στην καρδιά του ο αδελφός σου, Μεγαλειότατη. Η Πριγκίπισσα Έλια ήταν μια καλή και σπλαχνική αρχόντισσα, μολονότι η υγεία της ήταν πάντα εύθραυστη.» Η Ντάνυ τράβηξε τη λεοντή στους ώμους της. «Ο Βισέρυς είπε κάποτε πως ήταν δικό μου λάθος, επειδή γεννήθηκα πολύ αργά.» Το είχε αρνηθεί με σθένος, θυμόταν, φτάνοντας στο σημείο να πει στον Βισέρυς πως ήταν δικό του το λάθος που δεν είχε γεννηθεί κορίτσι. Την έδειρε αλύπητα γι' αυτή της την αυθάδεια. «Αν είχα γεννηθεί εγκαίρως, είχε πει, ο Ραίγκαρ θα είχε παντρευτεί εμένα αντί για την Έλια κι όλα θα ήταν διαφορετικά. Αν ο Ραίγκαρ ήταν ευτυχισμένος με τη σύζυγό του δε θα χρειαζόταν το κορίτσι των Σταρκ.» «Ίσως, Μεγαλειότατη.» Ο Ασπρογένης έκανε μια μικρή παύση. «Αλλά δεν είμαι σίγουρος πως ήταν στη φύση του Ραίγκαρ να είναι ευτυχισμένος.» «Τον κάνεις να ακούγεται πολύ στριφνός» διαμαρτυρήθηκε η Ντάνυ. «'Οχι στριφνός, όχι, αλλά ... υπήρχε μια μελαγχολία στον Πρίγκιπα Ραίγκαρ, μια αίσθηση ... » Ο γέρος δίστασε και πάλι. «Πες το» τον προέτρεψε. «Μια αίσθηση ... ;» « ... του ολέθρου. Είχε γεννηθεί σε περίοδο θλίψης, βασίλισσά μου, κι αυτή η σκιά κρεμόταν από πάνω του σε όλη του τη ζωή.» Ο Βισέρυς είχε μιλήσει μόνο μια φορά για τη γέννηση του Ραίγκαρ. Ίσως η ιστορία να τον έθλιβε πάρα πολύ. Ήταν η σκιά του Σάμερχωλ που τον κατάτρυχε, έτσι δεν είναι;» «Ναι. Ωστόσο, το Σάμερχωλ ήταν το μέρος που αγαπούσε περισσότερο ο πρίγκιπας. Πήγαινε εκεί κατά περιόδους, με την άρπα του μοναδική συντροφιά του. Ακόμα και οι ιππότες της Βασιλικής Φρουράς δεν τον ακολουθούσαν εκεί πέρα. Του άρεσε να κοιμάται στο ερειπωμένο κάστρο, κάτω από το φεγγάρι και τ' αστέρια, κι όποτε επέστρεφε έφερνε μαζί του ένα καινούριο τραγούδι. Όταν τον άκουγες να παίζει την άρπα του με τις ασημένιες χορδές και να τραγουδάει για το λυκόφως, για δάκρυα και για το θάνατο βασιλιάδων, δεν μπορούσες παρά να νιώθεις πως τραγουδούσε για τον εαυτό του και αυτούς που αγαπούσε.» «Και ο Σφετεριστής; Έπαιζε κι αυτός θλιβερά τραγούδια;» Ο Άρσταν γέλασε πικρόχολα. «Ο Ρόμπερτ; Εκείνου του άρεσαν τραγούδια που τον έκαναν να γελάει, όσο πιο σκαμπρόζικα τόσο το καλύτερο. Τραγουδούσε μόνο όταν ήταν μεθυσμένος και τότε οι πιο πιθανές επιλογές ήταν το Ένα Βαρελάκι Μπίρα ή το Πενήντα τέσσερα βαρέλια ή το Η Αρκούδα και η Όμορφη Κόρη. Ο Ρόμπερτ ήταν πολύ ... » (Βιβλίο 3β - Θύελλα από Ατσάλι- Ματωμένο Χρυσάφι) «Κι όμως, μου είπατε ψέματα, με εξαπατήσατε και με προδώσατε.» Στράφηκε στον Σερ Μπάρρισταν. «Προστάτευες τον πατέρα μου πολλά χρόνια, πολέμησες δίπλα στον αδελφό μου στην Τρίαινα, αλλά εγκατέλειψες τον Βισέρυς στην εξορία του και υποτάχθηκες στο Σφετεριστή. Γιατί; Και πες μου την αλήθεια.» «Μερικές αλήθειες είναι πολύ πικρές. Ο Ρόμπερτ ήταν ένας ... καλός ιππότης ... ευγενικός, γενναίος ... μου χάρισε τη ζωή, καθώς και τις ζωές πολλών άλλων ... Ο Πρίγκιπας Βισέρυς ήταν μονάχα ένα αγόρι και θα περνούσαν χρόνια ώσπου να είναι σε θέση να βασιλέψει και ... συγχώρεσέ με, βασίλισσά μου, αλλά ζήτησες την αλήθεια ... Ακόμα και ως παιδί, ο αδελφός σου ο Βισέρυς έμοιαζε να είναι γιος του πατέρα του με κάποιους τρόπους που ο Ραίγκαρ δεν ήταν.» «Γιος του πατέρα του;» Η Ντάνυ συνοφρυώθηκε. «Τι σημαίνει αυτό;» Ο ηλικιωμένος ιππότης δεν ανοιγόκλεισε καν τα μάτια του. «Ο πατέρας σου αποκαλείται Παράφρων Βασιλιάς στο Γουέστερος. Δε σου το έχει πει κανένας;» «Μου το είπε ο Βισέρυς.» Ο Παράφρων Βασιλιάς. «Ο Σφετεριστής τον αποκάλεσε έτσι, ο Σφετεριστής και τα σκυλιά του.» Ο Παράφρων Βασιλιάς. «Ήταν ψέμα.» «Γιατί ζητάς την αλήθεια» είπε χαμηλόφωνα ο Σερ Μπάρρισταν «αν κλείνεις τ' αυτιά σου σ' αυτή;» Δίστασε για μια στιγμή και μετά συνέχισε: «Σου έχω ξαναπεί πως χρησιμοποίησα ψευδώνυμο για να μη μάθουν οι Λάννιστερ πως είμαι μαζί σου. Αυτό ήταν μόνο ένα μέρος της αλήθειας, Μεγαλειότατη. Η αλήθεια είναι πως ήθελα να σε παρακολουθήσω για λίγο καιρό, προτού θέσω το σπαθί μου στη διάθεσή σου. Για να σιγουρευτώ πως δεν ήσουν ... » « ... κόρη του πατέρα μου;» Αν δεν ήταν κόρη του πατέρα της, ποια ήταν τότε; « ... τρελή» τελείωσε τη φράση του εκείνος. «Αλλά δε βλέπω κανένα παράξενο σημάδι πάνω σου.» «Σημάδι;» Η Ντάνυ ανατρίχιασε. «Δεν είμαι μέιστερ για να σου λέω ιστορικά, Μεγαλειότατη. Τα σπαθιά ήταν όλη μου η ζωή, όχι τα βιβλία. Κάθε παιδί γνωρίζει, όμως, πως οι Ταργκάρυεν πάντα χόρευαν στο χείλος της παραφροσύνης. Ο πατέρας σου δεν ήταν ο πρώτος. Ο Βασιλιάς Τζαιχαίρυς μου είπε κάποτε πως η παραφροσύνη και το μεγαλείο είναι οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Κάθε φορά που γεννιέται ένας Ταργκάρυεν, είπε, οι θεοί ρίχνουν το νόμισμα στον αέρα και ο κόσμος κρατάει την ανάσα του ώσπου να δει με ποια πλευρά θα προσγειωθεί στο έδαφος.» (Βιβλίο 3β - Θύελλα από Ατσάλι- Ματωμένο Χρυσάφι) Ερωτήσεις; Είχε εκατό, χίλιες, δέκα χιλιάδες. Γιατί δεν μπορούσε να σκεφτεί ούτε μία; «Ο πατέρας μου ήταν πραγματικά παράφρων;» ξεστόμισε. Γιατί το ρωτάω αυτό; «Ο Βισέρυς έλεγε πως αυτό ήταν ένα σχέδιο του Σφετεριστή ... » «Ο Βισέρυς ήταν ένα παιδί και η βασίλισσα τον προστάτευε όσο περισσότερο μπορούσε. Ο πατέρας σου πάντα είχε μια μικρή παραφροσύνη μέσα του, το πιστεύω τώρα. Ήταν όμως γοητευτικός και γενναιόδωρος, έτσι οι διαλείψεις του αγνοούνταν. Η βασιλεία του άρχισε με τόσες υποσχέσεις ... αλλά με το πέρασμα των χρόνων, οι διαλείψεις έγιναν πιο συχνές, ώσπου ... » Η Ντάνυ τον σταμάτησε. «Χρειάζεται να το ακούσω αυτό τώρα;» Ο Σερ Μπάρρισταν σκέφτηκε για μια στιγμή. «Ίσως όχι. Όχι τώρα.» «Όχι τώρα» συμφώνησε εκείνη. «Μια μέρα. Κάποια μέρα πρέπει να μου τα πεις όλα. Τα καλά και τα κακά. Υπάρχει κάτι καλό να μου πεις για τον πατέρα μου, έτσι δεν είναι;» «Υπάρχει, Μεγαλειότατη. Γι' αυτόν και όσους ήταν πριν από αυτόν. Τον παππού σου, τον Τζαιχαίρυς, και τον αδελφό του, τον πατέρα τους τον Αίγκον, τη μητέρα σου ... και τον Ραίγκαρ. Γι' αυτόν περισσότερο απ' όλους.» «Εύχομαι να τον είχα γνωρίσει.» Η φωνή της φανέρωνε θλίψη. «Μακάρι να σε είχε γνωρίσει κι εκείνος» είπε ο ηλικιωμένος ιππότης. «Όταν θα είσαι έτοιμη θα σου τα πω όλα.» (Βιβλίο 3β - Θύελλα από Ατσάλι- Ματωμένο Χρυσάφι) «Ενενήντα μέρες είναι πολύς καιρός. Ο Χίζνταρ μπορεί να αποτύχει. Κι αν αποτύχει, η απόπειρα μάς κερδίζει χρόνο. Χρόνο για να κάνουμε συμμαχίες, να ενισχύσουμε τις άμυνές μας, να -» «Κι αν δεν αποτύχει; Τι θα κάνει τότε η Μεγαλειότητά σου;» «Το καθήκον της.» Η λέξη ήταν κρύα στα χείλη της. «Είδες τον αδερφό μου τον Ραίγκαρ να παντρεύεται. Πες μου, παντρεύτηκε από αγάπη ή καθήκον;» Ο ηλικιωμένος ιππότης δίστασε. «Η Πριγκίπισσα Έλια ήταν καλή γυναίκα, Μεγαλειοτάτη. Ήταν ευγενική και έξυπνη, με ευγενική καρδιά και γλυκό πνεύμα. Ξέρω ότι ο πρίγκιπας τη συμπαθούσε πολύ.» Συμπαθούσε, σκέφτηκε η Ντάνυ. Η λέξη τα έλεγε όλα. Θα μπορούσα να συμπαθήσω τον Χίζνταρ ζο Λόρακ εν καιρώ. Ίσως. Ο Σερ Μπάρρισταν συνέχισε. «Είδα και τον πατέρα σου και τη μητέρα σου να παντρεύονται επίσης. Συγχώρεσέ με, αλλά εκεί δεν υπήρχε καμία συμπάθεια, και το βασίλειο το πλήρωσε ακριβά, βασίλισσά μου.» «Γιατί παντρεύτηκαν, αν δεν αγαπούσαν ο ένας τον άλλο;» «Ο παππούς σου το διέταξε. Μια μάγισσα του δάσους του είπε πως ο πρίγκιπας της προφητείας θα ερχόταν από τη γενιά τους.» «Μια μάγισσα του δάσους;» Η Ντάνυ ήταν έκπληκτη. «Ήρθε στην αυλή με την Τζέννυ του Όλντστοουνς. Ένα κατσιασμένο πλάσμα, αλλόκοτο στην όψη. Ένας θηλυκός νάνος, έλεγαν οι περισσότεροι, αν και αγαπητή στην Αρχόντισσα Τζέννυ, που ισχυριζόταν πάντα ότι ήταν μία από τα παιδιά του δάσους.» «Τι απέγινε;» «Το Σάμερχωλ.» Η λέξη και μόνο θύμιζε θάνατο. Η Ντάνυ αναστέναξε. «Άφησέ με. Είμαι πολύ κουρασμένη.» (Βιβλίο 5α - Ο Χορός των Δράκων – Το Κάλεσμα της Φλόγας) Ο Μπάρρισταν Σέλμυ είχε γνωρίσει πολλούς βασιλιάδες. Είχε γεννηθεί κατά τη διάρκεια της ταραχώδους βασιλείας του Αίγκον του Απροσδόκητου, αγαπητού στον απλό λαό, είχε λάβει το χρίσμα του ιππότη από τα χέρια του. Ο γιος του Αίγκον, ο Τζαιχαίρυς, του είχε δώσει το λευκό μανδύα όταν ήταν είκοσι τριών χρόνων, αφότου έσφαξε τον Μαίλυς τον Τερατώδη στον Πόλεμο των Βασιλέων της Δεκάρας. Με αυτόν τον ίδιο μανδύα είχε σταθεί δίπλα στο Σιδερένιο Θρόνο, καθώς η τρέλα καταλάμβανε το γιο του Τζαιχαίρυς, τον Αίρυς. Στάθηκα και είδα και άκουσα, κι όμως δεν έκανα τίποτα. Αλλά όχι. Αυτό ήταν άδικο. Είχε κάνει το καθήκον του. Κάποιες νύχτες ο Σερ Μπάρρισταν αναρωτιόταν μήπως είχε κάνει το καθήκον του υπερβολικά καλά. Είχε δώσει τους όρκους του ενώπιον θεών και ανθρώπων, δεν μπορούσε να κρατήσει την τιμή του και να τους παραβιάσει ... αλλά η τήρηση αυτών των όρκων είχε γίνει πολύ δύσκολη τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Βασιλιά Αίρυς. Είχε δει πράγματα πολύ οδυνηρά για να τα θυμάται και πάνω από μία φορά είχε αναρωτηθεί πόσο από το αίμα βρισκόταν στα δικά του χέρια. Αν δεν είχε πάει στο Ντάσκεντεϊλ να σώσει τον Αίρυς από τα μπουντρούμια του Άρχοντα Ντάρκλυν, ο βασιλιάς ίσως να είχε πεθάνει εκεί, καθώς ο Τάιγουιν Λάννιστερ λεηλατούσε την πόλη. Ύστερα ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ θα είχε ανέβει στο Σιδερένιο Θρόνο, θεραπεύοντας ίσως το βασίλειο. Το Ντάσκεντεϊλ ήταν η καλύτερη στιγμή του, όμως η ανάμνηση άφηνε πικρή γεύση στο στόμα του. Ήταν οι αποτυχίες του που τον στοίχειωναν τις νύχτες, όμως. Ο Τζαιχαίpυς, ο Αίρυς, ο Ρόμπερτ. Τρεις νεκροί βασιλιάδες. Ο Ραίγκαρ, που θα ήταν καλύτερος βασιλιάς κι απ' τους τρεις τους. Η Πριγκίπισσα Έλια και τα παιδιά. Ο Αίγκον, ένα μωρό ακόμα, η Ραίνυς με το γατάκι της. Νεκροί, όλοι τους, κι όμως αυτός ζούσε ακόμα, αυτός που είχε ορκιστεί να τους προστατεύει. Και τώρα η Νταινέρυς, η λαμπερή νεαρή βασίλισσά του. Δεν είναι νεκρή. Δε θα το πιστέψω. (Βιβλίο 5β - Ο Χορός των Δράκων – Το Σπαθί στο Σκοτάδι) «Θα κλάψει, θα μαδήσει τα μαλλιά της και θα καταραστεί το Γιουνκάι. Όχι εμάς. Το αίμα δε θα είναι στα δικά μας χέρια. Μπορείς να την παρηγορήσεις. Πες της κάποια ιστορία από τα παλιά, της αρέσουν αυτές. Ο φτωχός Νταάριο, ο γενναίος της λοχαγός ... δε θα τον ξεχάσει ποτέ, όχι ... αλλά καλύτερα για όλους μας αν είναι νεκρός, έτσι δεν είναι; Καλύτερα και για την Νταινέρυς.» Καλύτερα για την Νταινέρυς, και για το Γουέστερος. Η Νταινέρυς Ταργκάρυεν αγαπούσε το λοχαγό της, αλλά αυτό ήταν το κορίτσι μέσα της, όχι η βασίλισσα. Ο πρίγκιπας Ραίγκαρ αγαπούσε την Αρχόντισσα Λυάννα, και χιλιάδες πέθαναν γι' αυτό. Ο Ντέιμον Μπλάκφαϊρ αγαπούσε την πρώτη Νταινέρυς και ξεσήκωσε επανάσταση, όταν του την αρνήθηκαν. Ο Μπίττερστηλ και το Ματωμένο Κοράκι αγαπούσαν και οι δύο τη Σιέρα Σήσταρ, και τα Επτά Βασίλεια μάτωσαν. Ο Πρίγκιπας της Λιβελλούλης αγαπούσε την Τζένυ του Όλντστοουνς τόσο πολύ, που απαρνήθηκε ένα στέμμα, και το Γουέστεpος πλήρωσε την προίκα της νύφης με πτώματα. Και οι τρεις γιοι του πέμπτου Αίγκον παντρεύτηκαν από έρωτα, ενάντια στις επιθυμίες του πατέρα τους. Και επειδή αυτός ο απροσδόκητος μονάρχης είχε και ο ίδιος ακολουθήσει την καρδιά του όταν διάλεξε τη βασίλισσά του, επέτρεψε στους γιους του να κάνουν το ίδιο, κάνοντας εχθρούς εκεί όπου θα μπορούσε να έχει σταθερούς φίλους. Προδοσία και αναταραχή ακολούθησαν, όπως η νύχτα διαδέχεται τη μέρα, και κατέληξαν στο Σάμερχωλ, με μαγεία, φωτιά και οδύνη. (Βιβλίο 5β - Ο Χορός των Δράκων – Το Σπαθί στο Σκοτάδι) Συνεχίζεται στην επόμενη ανάρτηση... Απ: Η γωνιά της Team!Rhaegar - nirne - 15-09-2015 ...συνέχεια Μπάρρισταν Show Content
SpoilerΊσως θα έπρεπε να έχει συνηθίσει τέτοια πράγματα τώρα πια. Το Κόκκινο Φρούριο είχε κι αυτό τα μυστικά του. Ακόμα και ο Ραίγκαρ. Ο Πρίγκιπας του Ντράγκονστοουν δεν τον είχε εμπιστευτεί ποτέ όσο τον Άρθουν Ντέυν. Το Χάρρενχαλ ήταν αρκετή απόδειξη. Τη χρονιά της ψεύτικης άνοιξης.
Η ανάμνηση ήταν ακόμα πικρή. Ο γέρος Άρχοντας Γουέντ είχε ανακοινώσει τους αγώνες λίγο μετά την επίσκεψη του αδερφού του, του Σερ Όσγουελ Γουέντ της Βασιλικής Φρουράς. Με τον Βάρυς να ψιθυρίζει στο αυτί του, ο Βασιλιάς Αίρυς πείστηκε ότι ο γιος του συνωμοτούσε να τον εκθρονίσει, ότι οι αγώνες του Γουέντ ήταν απλώς ένα τέχνασμα για να συναντηθεί ο Ραίγκαρ με όσο περισσότερους από τους μεγάλους άρχοντες μπορούσε να μαζέψει. Ο Αίρυς δεν είχε πατήσει πόδι έξω από το Κόκκινο Φρούριο από το Ντάσκεντεϊλ και μετά, όμως ξαφνικά ανακοίνωσε ότι θα συνόδευε τον Πρίγκιπα Ραίγκαρ στο Χάρρενχαλ, και τα πάντα είχαν πάει στραβά από 'κει και πέρα. Αν ήμουν πιο άξιος ιππότης ... αν είχα γκρεμίσει τον πρίγκιπα από το άλογό του σε εκείνη την τελευταία διαδρομή, όπως είχα ρίξει τόσους άλλους, θα έπεφτε σ' εμένα να διαλέξω τη βασίλισσα της αγάπης και της ομορφιάς ... Ο Ραίγκαρ είχε διαλέξει τη Λυάννα Σταρκ του Γουίντερφελ. Ο Μπάρρισταν Σέλμυ θα έκανε διαφορετική επιλογή. Όχι τη βασίλισσα, η οποία δεν ήταν παρούσα. Όχι την Έλια του Ντορν, αν και ήταν καλή και ευγενική• αν είχε επιλεγεί εκείνη, πολλά δεινά θα είχαν ίσως αποφευχθεί. Η επιλογή του θα ήταν μία νεαρή αρχόντισσα που δεν ήταν πολύ καιρό στην αυλή, μία από τις συντρόφους της Έλια ... αν και συγκρινόμενη με την Ασάρα Ντέυν, η πριγκίπισσα του Ντορν ήταν μια πλύστρα. Ακόμα και ύστερα από όλα αυτά τα χρόνια ο Σερ Μπάρρισταν μπορούσε ακόμα να θυμηθεί το χαμόγελο της Ασάρα, τον ήχο του γέλιου της. Δεν είχε παρά να κλείσει τα μάτια του για να τη δει, με τα μακριά μαύρα μαλλιά της να πέφτουν στους ώμους της και εκείνα τα μοβ μάτια που σε στοίχειωναν. Η Νταινέρυς έχει τα ίδια μάτια. Μερικές φορές, όταν τον κοιτούσε η βασίλισσα, ένιωθε σαν να έβλεπε την κόρη της Ασάρα ... Αλλά η κόρη της Ασάρα είχε πεθάνει στη γέννα, και η όμορφη αρχόντισσά του είχε ριχτεί από έναν πύργο λίγο αργότερα, τρελαμένη από τη θλίψη για την κόρη που είχε χάσει, ίσως και για τον άντρα που την είχε ατιμάσει στο Χάρρενχαλ επίσης. Πέθανε χωρίς να μάθει ποτέ ότι ο Σερ Μπάρρισταν την αγαπούσε. Πώς μπορούσε να το ξέρει; Ήταν ένας ιππότης της Βασιλικής Φρουράς, είχε ορκιστεί αγνότητα. Δε θα ωφελούσε σε τίποτα να της μιλήσει για τα αισθήματά του. Αλλά ούτε και η σιωπή ωφέλησε σε κάτι. Αν είχα ρίξει τον Ραίγκαρ και έστεφα την Ασάρα βασίλισσα της αγάπης και της ομορφιάς, μήπως θα είχε κοιτάξει εμένα αντί για τον Σταρκ; Δε θα το μάθαινε ποτέ. Από όλες τις αποτυχίες του, όμως, καμία δε στοίχειωνε τον Μπάρρισταν Σέλμυ όπως αυτή. (Βιβλίο 5β - Ο Χορός των Δράκων – Το Σπαθί στο Σκοτάδι) Τζέιμι Show Content
SpoilerΟ Τζέιμι γέμισε το τελευταίο μισό κύπελλο κρασί. «Πήγε στο Κόκκινο Φρούριο με λίγους συντρόφους, φωνάζοντας στον Πρίγκιπα Ραίγκαρ να βγει έξω για να πεθάνει. Όμως ο Ραίγκαρ δεν ήταν εκεί. Ο Αίρυς έστειλε τους φρουρούς του να τους συλλάβουν όλους γιατί συνωμοτούσαν για να δολοφονήσουν το γιο του. Μου φαίνεται ότι και οι άλλοι ήταν αρχοντόπουλα.»
«Ο Ήθαν Γκλόβερ ήταν ο ακόλουθος του Μπράντον» είπε η Κάτλυν. «'Ηταν ο μόνος που επέζησε. Οι άλλοι ήταν ο Τζέφορυ Μάλλιστερ, ο Κάιλ Ρόυς και ο Έλμπερτ Άρρυν, ανιψιός και διάδοχος του Τζον Άρρυν.» Παράξενο που θυμόταν ακόμα τα ονόματα, ύστερα από τόσα χρόνια. «Ο Αίρυς τούς κατηγόρησε για προδοσία και κάλεσε τους πατεράδες τους στην αυλή, για να απαντήσουν στην κατηγορία, κρατώντας ομήρους τους γιους. Όταν ήρθαν, έβαλε να τους δολοφονήσουν χωρίς δίκη. Πατεράδες και γιους μαζί.» «Έγιναν δίκες. Ο Άρχοντας Ρίκαρντ ζήτησε τη δοκιμασία της μονομαχίας και ο βασιλιάς τού την παραχώρησε. Ο Σταρκ οπλίστηκε για μάχη, υπολογίζοντας να πολεμήσει με κάποιον από τη Βασιλική Φρουρά. Μ' εμένα ίσως. Αντί γι' αυτό, τον πήραν στην Αίθουσα του Θρόνου και τον κρέμασαν από τα δοκάρια, ενώ δύο πυρομάντεις του Αίρυς άναβαν φωτιά από κάτω του. Ο βασιλιάς τού είπε ότι πρόμαχος του Οίκου Ταργκάρυεν ήταν η φωτιά. Έτσι, το μόνο που χρειαζόταν να κάνει ο Άρχοντας Ρίκαρντ για να αποδείξει την αθωότητά του ήταν να ... μην καεί. (Σύγκρουση Βασιλέων) Αιωρούνταν μέσα στη ζέστη, στις αναμνήσεις. «Αφού ο γρύπας που χορεύει έχασε τη Μάχη των Κωδώνων, ο Αίρυς τον εξόρισε.» Γιατί τα λέω σ' αυτό το παράλογο άσχημο παιδί; «Είχε τελικά συνειδητοποιήσει πως ο Ρόμπερτ δεν ήταν πια ο παράνομος που θα τον νικούσαν όποτε ήθελαν, αλλά η μεγαλύτερη απειλή που είχε αντιμετωπίσει ο Οίκος Ταργκάρυεν από τον καιρό του Ντέιμον Μπλάκφαϊρ. Ο βασιλιάς υπενθύμισε με μεγάλη αγένεια στον Λέουιν Μαρτέλ πως κρατούσε την Έλια και τον έστειλε να ηγηθεί των δέκα χιλιάδων αντρών από το Ντορν που έρχονταν από τη Βασιλική Οδό. Ο Τζον Ντάρρυ και ο Μπάρρισταν Σέλμυ έφυγαν για το Πέτρινο Σεπτ για να συγκεντρώσουν όσους μπορούσαν από τους άντρες του γρύπα, ενώ ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ επέστρεψε από το Νότο πείθοντας τον πατέρα του να καταπιεί την περηφάνια του και να καλέσει τον πατέρα μου. Αλλά κανένα κοράκι δεν επέστρεψε με μήνυμα από το Κάστερλυ Ροκ, κι αυτό φόβισε ακόμα περισσότερο το βασιλιά. Έβλεπε παντού προδότες και ο Βάρυς ήταν πάντα εκεί για να υποδεικνύει όποιον του είχε ξεφύγει. Έτσι, ο Μεγαλειότατος πρόσταξε τους αλχημιστές του να τοποθετήσουν κιβώτια με υγρή φωτιά σε όλο το Κινγκς Λάντινγκ. Συγκεκριμένα, κάτω από το Σεπτ του Μπαίλορ και στις καλύβες της Ψυλλογειτονιάς, κάτω από στάβλους και αποθήκες, και στις επτά πύλες, ακόμα και στα κελάρια του ίδιου του Κόκκινου Φρούριου. »Όλα έγιναν με απόλυτη μυστικότητα από μια χούφτα ειδικούς πυρομάντεις. Δεν εμπιστεύονταν καν τους δικούς τους για να τους βοηθήσουν. Τα μάτια της βασίλισσας είχαν κλείσει πολλά χρόνια πριν και ο Ραίγκαρ ήταν απασχολημένος με το να συγκεντρώνει ένα στρατό. Το νέο Χέρι του Αίρυς, όμως, δεν ήταν εντελώς ηλίθιος και με τον Ρόσσαρτ, τον Μπέλις και τον Γκάριγκους να πηγαινοέρχονται μέρα-νύχτα, άρχισε να υποψιάζεται. Τσέλστεντ, έτσι τον έλεγαν, Άρχοντα Τσέλστεντ.» Το είχε θυμηθεί ξαφνικά στη διάρκεια της αφήγησης. «Θα πίστευα πως ο άντρας αυτός ήταν δειλός, αλλά τη μέρα που ήρθε αντιμέτωπος με τον Αίρυς από κάπου βρήκε κουράγιο. Έκανε ό,τι μπορούσε για να τον αποτρέψει. Χρησιμοποίησε τη λογική, αστειεύτηκε, απείλησε και τελικά ικέτευσε. Όταν κι αυτό απέτυχε, έβγαλε την αλυσίδα που πήγαινε με το αξίωμά του και την πέταξε στο πάτωμα. Ο Αίρυς τον έκαψε ζωντανό γι' αυτό και κρέμασε την αλυσίδα στο λαιμό του Ρόσσαρτ, του αγαπημένου του πυρομάντη. Τον άντρα που είχε ψήσει τον Άρχοντα Ρίκαρντ Σταρκ μέσα στην ίδια του την πανοπλία. Και όλον τον καιρό, εγώ στεκόμουν στην άκρη του Σιδερένιου Θρόνου με το λευκό μου θώρακα, ακίνητος σαν το πτώμα, φρουρώντας τον άρχοντά μου και όλα τα πολύτιμα μυστικά του. »Οι Ορκισμένοι Αδελφοί μου έλειπαν όλοι, βλέπεις, αλλά στον Αίρυς άρεσε να με έχει κοντά του. Ήμουν γιος του πατέρα μου, οπότε δε με εμπιστευόταν. Με ήθελε κοντά για να με παρακολουθεί ο Βάρυς, μέρα και νύχτα. Έτσι, τα άκουσα όλα.» Θυμήθηκε πώς έλαμπαν τα μάτια του Ρόσσαρτ όταν ξετύλιξε τους χάρτες του για να δείξει πού έπρεπε να τοποθετηθεί η ουσία. Ο Γκάριγκους και ο Μπέλις ένιωθαν το ίδιο. «Ο Ραίγκαρ αντιμετώπισε τον Ρόμπερτ στην Τρίαινα και ξέρεις τι συνέβη εκεί. Μόλις μαθεύτηκαν τα νέα στην αυλή, ο Αίρυς έστειλε αμέσως τη βασίλισσα στο Ντράγκονστοουν μαζί με τον Πρίγκιπα Βισέρυς. Θα έφευγε και η Πριγκίπισσα Έλια, αλλά το απαγόρευσε. Για κάποιο λόγο τού είχε μπει η ιδέα ότι ο Πρίγκιπας Λέουιν πρέπει να είχε προδώσει τον Ραίγκαρ στην Τρίαινα, αλλά πίστευε πως θα του έμενε πιστό το Ντορν, αν κρατούσε δίπλα του την Έλια και τον Αίγκον. Οι προδότες θέλουν την πόλη μου, τον άκουσα να λέει στον Ρόσσαρτ, αλλά θα τους δώσω μόνο στάχτες. Άσε τον Ρόμπερτ να βασιλέψει στα απανθρακωμένα οστά και στην καμένη σάρκα. Οι Ταργκάρυεν δεν έθαβαν ποτέ τους νεκρούς τους, τους έκαιγαν. Ο Αίρυς θα είχε τη μεγαλύτερη πυρά απ' όλους. Αλλά, για να λέμε την αλήθεια, δεν πιστεύω πως περίμενε στ' αλήθεια να πεθάνει. Όπως ο Πύρινος Αίριον, ο Αίρυς πίστευε πως η φωτιά θα τον μεταμόρφωνε ... πως θα ξαναγεννιόταν σαν δράκος και θα μετέτρεπε σε στάχτες όλους τους εχθρούς του. »Ο Νεντ Σταρκ έτρεχε νότια με την εμπροσθοφυλακή του Ρόμπερτ, αλλά οι δυνάμεις του πατέρα μου έφτασαν πρώτες στην πόλη. Ο Παϊσέλ έπεισε το βασιλιά πως ο Φύλακας της Δύσης είχε έρθει για να τον υπερασπιστεί, έτσι άνοιξε τις πύλες. Ήταν η μοναδική φορά που έπρεπε να είχε ακούσει τον Βάρυς, κι εκείνος τον αγνόησε. Ο πατέρας μου δεν είχε συμμετάσχει στον πόλεμο, χολωμένος με όλα όσα του είχε κάνει ο Αίρυς, κι ήταν αποφασισμένος πως ο Οίκος Λάννιστερ έπρεπε να είναι με τους νικητές. Η Τρίαινα τον έκανε να αποφασίσει. »Έλαχε σ' εμένα να κρατήσω το Κόκκινο Φρούριο, αλλά ήξερα πως ήμασταν χαμένοι. Έστειλα μήνυμα στον Αίρυς ζητώντας του την άδεια να συνθηκολογήσω. Ο απεσταλμένος επέστρεψε με μια βασιλική διαταγή: "Φέρε μου το κεφάλι του πατέρα σου, αν δεν είσαι προδότης". Ο Αίρυς δε θα υποχωρούσε. Ο απεσταλμένος μου είπε πως ήταν μαζί του ο Άρχοντας Ρόσσαρτ. Ήξερα τι σήμαινε αυτό. »Όταν συνάντησα τον Ρόσσαρτ, ήταν ντυμένος σαν απλός στρατιώτης και προχωρούσε βιαστικά προς την πύλη στο πίσω μέρος του κάστρου. Αυτόν σκότωσα πρώτα. Έπειτα σκότωσα τον Αίρυς, πριν βρει κάποιον άλλο για να μεταφέρει το μήνυμά του στους πυρομάντεις. Κάποιες μέρες αργότερα καταδίωξα τους υπόλοιπους και τους σκότωσα κι αυτούς. Ο Μπέλις μού πρόσφερε χρυσό και ο Γκάριγκους έκλαιγε και ζητούσε έλεος. Ένα σπαθί δείχνει περισσότερο έλεος από τη φωτιά, αλλά δε νομίζω πως ο Γκάριγκους εκτίμησε ιδιαίτερα την καλοσύνη που του έδειξα.» (Βιβλίο 3α – Θύελλα από Ατσάλι – Παγωμένες Λεπίδες) Η Μπριέν τον άγγιξε στο μπράτσο. «Υπάρχουν κι άλλοι.» Τους είδε κι εκείνος. Του φάνηκε πως φορούσαν όλοι πανοπλίες από χιόνι, ενώ κορδέλες από ομίχλη ανέμιζαν στους ώμους τους. Οι προσωπίδες της περικεφαλαίας τους ήταν κλειστές, αλλά ο Τζέιμι Λάννιστερ δε χρειαζόταν να δει τα πρόσωπά τους για να ξέρει ποιοι ήταν. Πέντε από αυτούς υπήρξαν αδέλφια του. Ο Όσγουελ Γουέντ και ο Τζον Ντάρρυ. Ο Λέουιν Μαρτέλ, ένας πρίγκιπας του Ντορν. Ο Λευκός Ταύρος, Γκέρολντ Χάιταουερ. Ο Σερ Άρθουρ Ντέυν, το Σπαθί του Πρωινού. Και δίπλα τους, στεφανωμένος από την ομίχλη και τη θλίψη με τα μακριά μαλλιά του να ανεμίζουν πίσω του, ερχόταν ο Ραίγκαρ Ταργκάρυεν, ο Πρίγκιπας του Ντράγκονστοουν και νόμιμος κληρονόμος του Σιδερένιου Θρόνου. «Δε με φοβίζετε» φώναξε, γυρίζοντας καθώς τον περικύκλωναν. Δεν ήξερε προς τα πού να κοιτάξει. «Θα σας πολεμήσω έναν έναν ή όλους μαζί. Αλλά ποιος θα μονομαχήσει με την κυρά; Θυμώνει όταν την αφήνουμε απέξω.» «Ορκίστηκα να τον κρατήσω ασφαλή» είπε εκείνη στο φάντασμα του Ραίγκαρ. «Έδωσα ιερό όρκο.» «Όλοι δώσαμε όρκους» είπε θλιβερά ο Σερ Άρθουρ Ντέυν. Τα φαντάσματα ξεπέζεψαν από τα άλογά τους. Όταν έβγαλαν τα μακριά σπαθιά τους δεν ακούστηκε κανένας ήχος. «Σκόπευε να κάψει την πόλη» είπε ο Τζέιμι. «Να αφήσει μόνο στάχτες στον Ρόμπερτ.» «Ήταν ο βασιλιάς σου» είπε ο Ντάρρυ. «Ορκίστηκες να τον προσέχεις» τόνισε ο Γουέντ. «Τα παιδιά, επίσης» πρόσθεσε ο Πρίγκιπας Λέουιν. Ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ ανέδυε ένα ψυχρό φως, άλλοτε λευκό, άλλοτε κόκκινο, άλλοτε σκούρο. «Άφησα τη γυναίκα και τα παιδιά μου στα χέρια σου.» «Δεν πίστευα ποτέ πως θα τους έκανε κακό.» Το σπαθί του Τζέιμι έκαιγε λιγότερο φωτεινό τώρα. «Εγώ ήμουν με το βασιλιά ... » «Σκότωνες το βασιλιά» τόνισε ο Σερ Άρθουρ. «Του έκοβες το λαιμό» είπε ο Πρίγκιπας Λέουιν. «Το βασιλιά για τον οποίο είχες ορκιστεί να πεθάνεις» συμπλήρωσε ο Λευκός Ταύρος. Οι φλόγες που διέτρεχαν την επιφάνεια της λεπίδας του άρχισαν να τρεμοσβήνουν και ο Τζέιμι θυμήθηκε τι είχε πει η Σέρσεϊ. Όχι. Ο τρόμος τού έκλεισε το λαιμό. Τότε το σπαθί του σκοτείνιασε και έκαιγε μόνο της Μπριέν, καθώς του όρμησαν τα φαντάσματα. «Όχι» είπε «όχι, όχι, όχι. Όχιιιιιιι!» (Βιβλίο 3β - Θύελλα από Ατσάλι- Ματωμένο Χρυσάφι) Είχε σηκωθεί αέρας την ημέρα που αποχαιρέτησε τον Ραίγκαρ, στην αυλή του Κόκκινου Φρουρίου. Ο πρίγκιπας είχε φορέσει τη μαύρη σαν τη νύχτα πανοπλία του, με τον τρικέφαλο δράκο σκαλισμένο με ρουμπίνια στο θώρακα. «Υψηλότατε» είχε παρακαλέσει ο Τζέιμι «άφησε τον Ντάρρυ να φυλάξει το βασιλιά αυτή τη φορά, ή τον Σερ Μπάρρισταν. Οι μανδύες τους είναι το ίδιο λευκοί με τον δικό μου.» Ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ είχε κουνήσει το κεφάλι του. «Ο βασιλιάς πατέρας μου φοβάται τον πατέρα σου περισσότερο από τον ξάδερφό μας τον Ρόμπερτ. Σε θέλει κοντά του, ώστε ο Άρχοντας Τάιγουιν να μην μπορεί να τον βλάψει. Δεν τολμώ να του πάρω αυτό το στήριγμα σε τέτοιες στιγμές.» Ο θυμός έπνιξε τον Τζέιμι. «Δεν είμαι στήριγμα. Είμαι ένας ιππότης της Βασιλικής Φρουράς.» «Τότε φύλαξε το βασιλιά» του ρίχτηκε ο Σερ Ντάρρυ. «Όταν φόρεσες αυτό το μανδύα, ορκίστηκες να υπακούς.» Ο Ραίγκαρ είχε βάλει το χέρι του στον ώμο του Τζέιμι. «Όταν τελειώσει η μάχη, σκοπεύω να συγκαλέσω συμβούλιο. Θα γίνουν αλλαγές. Ήθελα να το κάνω εδώ και καιρό, αλλά ... δεν έχει νόημα να μιλάμε για δρόμους που δεν πήραμε. Θα μιλήσουμε όταν επιστρέψω.» Αυτές ήταν οι τελευταίες λέξεις που του είπε ποτέ ο Ραίγκαρ Ταργκάρυεν. Έξω από τις πύλες στρατός είχε μαζευτεί, ενώ ένας άλλος κατέβαινε στην Τρίαινα. Έτσι, ο Πρίγκιπας του Ντράγκονστοουν ανέβηκε στο άλογο, φόρεσε την ψηλή μαύρη περικεφαλαία του και πήγε να συναντήσει το θάνατο. (Βορά Ορνίων) Σέρσεϊ Show Content
SpoilerΗ Μάργκαιρυ χόρευε με την ξαδέλφη της την Άλλα, η Μέγκα με τον Σερ Τάλλαντ τον Ψηλό. Η άλλη ξαδέλφη, η Έλινορ, μοιραζόταν ένα κύπελλο κρασί με το γοητευτικό νεαρό Μπάσταρδο του Ντρίφτμαρκ, τον Ωρέιν Γουότερς. Δεν ήταν η πρώτη φορά που πρόσεχε η βασίλισσα τον Γουότερς, ένα λεπτό νεαρό με γκριζοπράσινα μάτια και μακριά ασημόχρυσα μαλλιά. Την πρώτη φορά που τον είχε δει, για μια στιγμή νόμισε ότι ο Ραίγκαρ Ταργκάρυεν είχε γυρίσει από τους νεκρούς. Είναι τα μαλλιά του, είπε στον εαυτό της. Δεν είναι επουδενί τόσο όμορφος όσο ο Ραίγκαρ. Το πρόσωπό του είναι πολύ στενό, κι έχει αυτό το αυλάκι στο πιγούνι του. Οι Βελάρυον όμως κατάγονταν από παλιό βαλυριανό αίμα και κάποιοι είχαν τα ίδια ασημένια μαλλιά με τους δρακοβασιλείς του παρελθόντος. (Βορά Ορνίων)
Ο Ωρέιν Γουότερς φαινόταν το ίδιο βαριεστημένος με τη Σέρσεϊ μ' αυτή την κουβέντα για τους σέπτον. Από κοντά, τα μαλλιά του είχαν περισσότερο ασήμι παρά χρυσό και τα μάτια του ήταν γκριζοπράσινα, ενώ του Πρίγκιπα Ραίγκαρ μοβ. Ακόμα κι έτσι, όμως, η ομοιότητα ... (Βορά Ορνίων) «Πρώτη φορά ακούω για νέο οπλοδιδάσκαλο. Θα πρέπει να ψάξεις πολύ για να βρεις καλύτερο πολεμιστή από τον Λόρας Ταϊρέλ. Ο Σερ Λόρας είναι -» «Ξέρω τι είναι. Δεν τον θέλω κοντά στο γιο μου. Θα πρέπει να του υπενθυμίσεις τα καθήκοντά του.» Το νερό στην μπανιέρα κρύωνε. «Ξέρει τα καθήκοντά του, και δεν υπάρχει καλύτερος στη λόγχη-» «Εσύ ήσουν καλύτερος, πριν χάσεις το χέρι σου. Ο Σερ Μπάρρισταν, όταν ήταν νέος. Ο Άρθουρ Ντέυν ήταν καλύτερος και ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ ήταν αντάξιός του. Μη μου ξαναπείς για το πόσο ικανό είναι το Άνθος μας. Είναι απλά ένα αγόρι.» (Βορά Ορνίων) Σίγουρα ήταν η τρέλα του που οδήγησε τον Αίρυς να αρνηθεί την κόρη του Άρχοντα Τάιγουιν, παίρνοντας αντί γι' αυτήν το γιο του, και να δώσει το διάδοχό του σε μια αδύναμη πριγκίπισσα από το Ντορν, με μαύρα μάτια και επίπεδο στήθος. Η ανάμνηση της απόρριψης πονούσε ακόμα, ύστερα από τόσα χρόνια. Είχε παρακολουθήσει πολλές νύχτες τον Ραίγκαρ στην αίθουσα, να παίζει την ασημένια του άρπα με εκείνα τα μακριά, εκλεπτυσμένα του δάχτυλα. Υπήρξε ποτέ άντρας πιο όμορφος από εκείνον; Ήταν κάτι παραπάνω, όμως. Είχε το αίμα της παλιάς Βαλύρια, ,το αίμα των δράκων και των θεών. Όταν ήταν μικρό κορίτσι, ο πατέρας της της είχε υποσχεθεί ότι μια μέρα θα παντρευόταν τον Ραίγκαρ. Δεν πρέπει να ήταν πάνω από έξι ή επτά χρονών τότε. «Μην το πεις πουθενά, παιδί μου» της είχε πει, με εκείνο το κρυφό του χαμόγελο που μόνο εκείνη έβλεπε ποτέ. «Όχι μέχρι να συμφωνήσει ο Μεγαλειότατος με τον αρραβώνα. Θα είναι το μυστικό μας για την ώρα.» Κι έτσι είχε κάνει, αν και μια φορά είχε ζωγραφίσει τον εαυτό της να πετάει με τον Ραίγκαρ πάνω σε ένα δράκο, με τα χέρια της να αγκαλιάζουν σφιχτά τη μέση του. Όταν το είχε βρει ο Τζέιμι, του είχε πει ότι ήταν η Βασίλισσα Αλυσάννη και ο Βασιλιάς Τζαιχαίρυς. Ήταν δέκα χρονών όταν είδε τελικά τον πρίγκιπά της από κοντά, στους αγώνες που οργάνωσε ο άρχοντας πατέρας της για να καλωσορίσει το Βασιλιά Αίρυς στη Δύση. Θεωρεία είχαν αναρτηθεί κάτω από τα τείχη του Λάννισπορτ και οι επευφημίες του πλήθους είχαν υψωθεί στον ουρανό του Κάστερλυ Ροκ σαν κεραυνός. Επευφήμησαν τον πατέρα με τη διπλάσια δύναμη απ' ό, τι το βασιλιά, θυμήθηκε η βασίλισσα, αλλά μόνο με τη μισή απ' ό, τι τον Ραίγκαρ. Δεκαεπτά ετών και πρόσφατα χρισμένος ιππότης, ο Ραίγκαρ Ταργκάρυεν φορούσε μαύρο θώρακα πάνω από το χρυσό αλυσιδωτό του χιτώνιο όταν μπήκε τριποδίζοντας στον αγωνιστικό χώρο. Μακριές μεταξένιες λωρίδες κρέμονταν από το κράνος του, κόκκινες και χρυσές και πορτοκαλιές, σαν φλόγες. Δύο θείοι της έπεσαν από τη λόγχη του, μαζί με μια ντουζίνα από τους καλύτερους ιππότες του πατέρα της, την αφρόκρεμα της Δύσης. Τις νύχτες ο πρίγκιπας έπαιζε την άρπα του, φέρνοντας δάκρυα στα μάτια της. Όταν την παρουσίασαν σ' εκείνον, η Σέρσεϊ κόντεψε να πνιγεί στο βάθος των λυπημένων βιολετιών ματιών του. Έχει πληγωθεί, είχε σκεφτεί τότε, αλλά θα γιατρέψω την καρδδιά του όταν παντρευτούμε. Δίπλα στον Ραίγκαρ, ακόμα και ο αγαπημένος της Τζέιμι φαινόταν απλά ένα άβγαλτο αγόρι. Θα παντρευτώ τον πρίγκιπα, είχε σκεφτεί, ζαλισμένη από τον ενθουσιασμό, και όταν ο γέρος βασιλιάς πεθάνει, θα γίνω βασίλισσα. Η θεία της της το είχε εμπιστευτεί πριν την έναρξη των αγώνων. «Πρέπει να είσαι όμορφη» της είχε πει η Αρχόντισσα Τζέννα, παλεύοντας με το φόρεμά της «γιατί στο αποχαιρετιστήριο συμπόσιο θα ανακοινωθεί ο αρραβώνας σου με τον Πρίγκιπα Ραίγκαρ.» Η Σέρσεϊ ήταν τόσο χαρούμενη εκείνη τη μέρα. Αλλιώς δε θα είχε επισκεφτεί ποτέ τη σκηνή της Βατραχομούρας Μάγκυ. Το είχε κάνει μόνο για να δείξει στην Τζέυν και στη Μελάρα ότι τα λιοντάρια δε φοβούνται τίποτα. Θα γινόμουν βασίλισσα. Τι είχε να φοβηθεί μια βασίλισσα από μια άθλια γριά γυναίκα; Η ανάμνηση της προφητείας της την έκανε ακόμα να ανατριχιάζει, μια ολόκληρη ζωή αργότερα. Η Τζέυν έφυγε τρομαγμένη τρέχοντας από τη σκηνή, θυμήθηκε, αλλά η Μελάρα έμεινε, και το ίδιο κι εγώ. Την αφήσαμε να δοκιμάσει το αίμα μας και γελάσαμε με τις ηλίθιες προφητείες της. Καμία τους δεν έβγαζε νόημα. Θα παντρευόταν τον Πρίγκιπα Ραίγκαρ, ό, τι κι αν έλεγε η γριά. Της το είχε υποσχεθεί ο πατέρας της, και ο λόγος του Τάιγουιν Λάννιστερ ήταν χρυσάφι. Το γέλιο της ξέφτισε στο τέλος των αγώνων. Δεν υπήρξε αποχαιρετιστήριο συμπόσιο, δεν υπήρξαν προπόσεις να γιορτάσουν τον αρραβώνα της με τον Πρiγκιπα Ραίγκαρ. Μόνο άβολη σιωπή και παγωμένα βλέμματα ανάμεσα στο βασιλιά και τον πατέρα της. Αργότερα, όταν ο Αίρυς και ο γιος του και όλοι οι γενναίοι του ιππότες είχαν φύγει για το Κινγκς Λάντινγκ, η Σέρσεϊ είχε πάει κλαίγοντας στη θεία της, χωρίς να καταλαβαίνει. «Ο πατέρας σου πρότεινε τον αρραβώνα» της είπε η Αρχόντισσα Τζέννα «αλλά ο Αίρυς αρνήθηκε ακόμα και να το ακούσει. "Είσαι ο πιο ικανός μου υπηρέτης, Τάιγουιν" είπε ο βασιλιάς "αλλά ένας βασιλιάς δε δίνει το διάδοχό του στην κόρη του υπηρέτη του." Σκούπισε τα δάκρυά σου, μικρή μου. Είδες ποτέ σου λιοντάρι να κλαίει; Ο πατέρας σου θα βρει κάποιον άλλο για σένα, έναν καλύτερο άντρα από τον Ραίγκαρ.» Η θεία της της είπε ψέματα, όμως, και ο πατέρας της την είχε απογοητεύσει, όπως την απογοήτευε τώρα και ο Τζέιμι. Ο πατέρας δε βρήκε κάποιον καλύτερο. Αντί γι' αυτό, με έδωσε στον Ρόμπερτ και η κατάρα της Μάγκυ άνθισε σαν δηλητηριώδες λουλούδι. Αν είχα παντρευτεί τον Ραίγκαρ όπως ήθελαν οι θεοί, δε θα είχε ρίξει ούτε δεύτερη ματιά στο λυκοκόριτσο. Ο Ραίγκαρ θα ήταν βασιλιάς μας τώρα κι εγώ θα ήμουν η βασίλισσά του, μητέρα των γιων του. Δεν είχε συγχωρήσει ποτέ τον Ρόμπερτ που τον σκότωσε. (Βορά Ορνίων) Ο Ρόμπερτ ήταν αρκετά εμφανίσιμος όταν παντρεύτηκαν, ψηλός και στιβαρός και δυνατός, αλλά τα μαλλιά του ήταν μαύρα και βαριά, το τρίχωμα πυκνό στο στήθος και άγριο γύρω από το φύλο του. Ο λάθος άντρας ήρθε από την Τρίαινα, σκεφτόταν συχνά η βασίλισσα καθώς την έπαιρνε. Τα πρώτα χρόνια, όταν την ήθελε πιο συχνά, συνήθιζε να κλείνει τα μάτια της και να προσποιείται ότι ήταν ο Ραίγκαρ. Δεν μπορούσε να προσποιηθεί ότι ήταν ο Τζέιμι• ήταν πολύ διαφορετικός, πολύ ξένος. Ακόμα και η μυρωδιά του ήταν λάθος. (Βορά Ορνίων) «Είσαι πολύ καλόκαρδη, Μεγαλειοτάτη» είπε ο Ωρέιν μ' ένα χαμόyελο. Ένα πονηρό χαμόγελο, σκέφτηκε η βασίλισσα. Δεν μοιάζει τόσο πολύ τελικά με τον Πρίγκιπα Ραίγκαρ. Έχει τα ίδια μαλλιά, αλλά το ίδιο έχουν και οι μισές πόρνες στο Λυς, αν οι ιστορίες αληθεύουν. Ο Ραίγκαρ ήταν άντρας. Αυτό είναι ένα πονηρό αγόρι, τίποτα παραπάνω. Αλλά χρήσιμος με τον τρόπο του. (Βορά Ορνίων) Τζον Κόννινγκτον Show Content
SpoilerΔεκαεπτά χρόνια είχαν περάσει από τη Μάχη των Κωδώνων, όμως ακόμα ο ήχος της καμπάνας έκανε το στομάχι του να σφίγγεται. Κάποιοι μπορεί να έλεγαν ότι το βασίλειο χάθηκε όταν ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ έπεσε από το σφυρί του Ρόμπερτ στην Τρίαινα, αλλά η Μάχη της Τρίαινας δε θα είχε συμβεί ποτέ, αν ο γρύπας είχε σκοτώσει το ελάφι στο Πέτρινο Σεπτ. Οι καμπάνες χτύπησαν για όλους μας εκείνη τη μέρα. Για τον Αίρυς και τη βασίλισσά του, για την Έλια του Ντορν και τη μικρή της κόρη, για κάθε τίμιο άντρα και γυναίκα στα Επτά Βασίλεια. Και για τον ασημένιο μου πρίγκιπα. (Βιβλίο 5α - Ο Χορός των Δράκων – Το Κάλεσμα της Φλόγας)
Ας είναι. Συμπαθούσε τη Λεμόρ, αλλά αυτό δε σήμαινε ότι χρειαζόταν την έγκρισή της. Το καθήκον της ήταν να διδάξει στον πρίγκιπα το δόγμα της Πίστης και το είχε κάνει. Καμία προσευχή δε θα του εξασφάλιζε το Σιδερένιο Θρόνο όμως. Αυτό ήταν έργο του Γκριφ. Είχε απογοητεύσει τον Πρίγκιπα Ραίγκαρ. Δε θα απογοήτευε το γιο του, όχι όσο ανάσαινε ακόμα. (Βιβλίο 5α - Ο Χορός των Δράκων – Το Κάλεσμα της Φλόγας) «Θα ήταν σοφό» παραδέχτηκε ο Γκριφ. Μπορεί να ήταν διαφορετικά τα πράγματα αν ο Μαυρόκαρδος ήταν ακόμα διοικητής, αλλά ο Μάιλς Τόυν είχε πεθάνει πριν τέσσερα χρόνια και ο Άπατρις Χάρρυ Στρίκλαντ ήταν διαφορετικό είδος άντρα. Δε θα το έλεγε αυτό στο αγόρι όμως. Ο νάνος είχε ήδη φυτέψει αρκετές αμφιβολίες στη νεαρή του καρδιά. «Δεν είναι όλοι αυτό που φαίνονται και ειδικά ένας πρίγκιπας πρέπει να προσέχει περισσότερο ... αλλά αν το παρακάνεις, η έλλειψη εμπιστοσύνης θα σε δηλητηριάσει, θα σε κάνει πικρόχολο και φοβισμένο.» Όπως συνέβη στο Βασιλιά Αίρυς. Προς το τέλος, ακόμα και ο Ραίγκαρ το είχε δει ξεκάθαρα. «Το καλύτερο θα ήταν η μέση οδός. Άσε τον κόσμο να κερδίσει την εμπιστοσύνη σου με την αφοσίωσή του ... αλλά όταν το κάνει, να είσαι γενναιόδωρος και ανοιχτόκαρδος.» (Βιβλίο 5α - Ο Χορός των Δράκων – Το Κάλεσμα της Φλόγας) Αλλά όταν χώρισαν, ο Τζον Κόννινγκτον δεν πήγε στο σεπτ. Αντί γι' αυτό, τα βήματά του τον οδήγησαν στην κορυφή του ανατολικού πύργου, του ψηλότερου στη Φωλιά του Γρύπα. Καθώς ανέβαινε τα σκαλιά θυμήθηκε άλλες αναβάσεις - εκατό φορές με τον άρχοντα πατέρα του, που του άρεσε να στέκεται και να κοιτάζει τα δάση και τα βράχια και τη θάλασσα ξέροντας πως ό, τι έβλεπε ανήκε στον Οίκο των Κόννινγκτον, και μία (μόνο μία!) φορά με τον Ραίγκαρ Ταργκάρυεν. Ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ επέστρεφε από το Ντορν και είχε μείνει εδώ με τη συνοδεία του ένα δεκαπενθήμερο. Ήταν τόσο νέος τότε, κι εγώ ακόμα νεότερος. Αγόρια, και οι δυο μας. Στη γιορτή για το καλωσόρισμα ο πρίγκιπας είχε πιάσει την άρπα του με τις ασημένιες χορδές και είχε παίξει για κείνους. Ένα τραγούδι αγάπης και ολέθρου θυμήθηκε ο Τζον Κόννινγκτον και μέχρι να αφήσει την άρπα του όλες οι γυναίκες στην αίθουσα έκλαιγαν. Όχι οι άντρες, φυσικά. Και σαφώς όχι ο άρχοντας πατέρας του, που η μοναδική αγάπη του ήταν η γη. Ο Άρχοντας Άρμοντ Κόννινγκτον είχε περάσει όλο το απόγευμα προσπαθώντας να πάρει τον πρίγκιπα με το μέρος του στη διαμάχη με τον Άρχοντα Μόρριγκεν. Η πόρτα στην κορυφή του πύργου άνοιξε τόσο δύσκολα, που ήταν ολοφάνερο ότι κανένας δεν την είχε διαβεί εδώ και χρόνια. Χρειάστηκε να σπρώξει με τον ώμο του, για να την ανοίξει. Αλλά όταν ο Τζον Κόννινγκτον βγήκε έξω στις επάλξεις, η θέα ήταν όσο μεθυστική θυμόταν: η βραχοκορφή με τους ανεμοδαρμένους βράχους και τις ακανόνιστες σπείρες, η θάλασσα από κάτω να βρυχάται και να μασουλά τη βάση του κάστρου σαν αεικίνητο ζώο, ατελείωτες λεύγες ουρανού, το δάσος με τα φθινοπωρινά χρώματά του. «Η γη του πατέρα σου είναι πανέμορφη» είχε πει ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ, στεκόμενος εκεί ακριβώς όπου στεκόταν ο Τζον τώρα. Και το αγόρι που είχε υπάρξει είχε απαντήσει: «Μια μέρα όλα αυτά θα γίνουν δικά μου.» Λες κι αυτό θα μπορούσε να εντυπωσιάσει έναν πρίγκιπα που ήταν διάδοχος ενός ολόκληρου βασιλείου, από το Σύσκιο ως το Τείχος. Η Φωλιά του Γρύπα είχε γίνει τελικά δική του, αν και μόνο για λίγα χρόνια. Από δω, ο Τζον Κόννινγκτον είχε κυβερνήσει ένα μεγάλο κομμάτι γης που απλωνόταν για πολλές λεύγες προς τα δυτικά, νότια και βόρεια, όπως είχε κάνει και ο πατέρας του και ο πατέρας του πατέρα του πριν απ' αυτόν. Αλλά ο πατέρας του και ο πατέρας του πατέρα του δεν είχαν χάσει ποτέ τη γη τους. Εκείνος την είχε χάσει. Ανέβηκα πολύ ψηλά, αγάπησα υπερβολικά, τόλμησα υπερβολικά. Προσπάθησα να πιάσω ένα αστέρι, ανέβηκα πολύ ψηλά και έπεσα. Ο Ρόναλντ Κόννινγκτον είχε πεθάνει χρόνια πριν. Ο τρέχων Ιππότης της Φωλιάς του Γρύπα, ο γιος του Ρόννετ, έλεγαν ότι έλειπε στον πόλεμο στις παραποτάμιες περιοχές. Ήταν καλύτερα έτσι. Κατά την εμπειρία του Τζον Κόννινγκτον, οι άντρες πολεμούσαν για πράγματα που θεωρούσαν δικά τους, ακόμα και για πράγματα που είχαν κερδίσει από κλοπή. Δεν απολάμβανε την προοπτική να γιορτάσει την επιστροφή του σκοτώνοντας έναν συγγενή του. Ο πατέρας του Κόκκινου Ρόννετ είχε βιαστεί να εκμεταλλευτεί την πτώση του άρχοντα ξαδέρφου του, ήταν αλήθεια, αλλά ο γιος του δεν ήταν παρά ένα παιδί τότε. Ο Τζον Κόννινγκτον δε μισούσε καν τον μακαρίτη Σερ Ρόναλντ όσο κάποτε. Το φταίξιμο ήταν δικό του. Τα είχε χάσει όλα στο Πέτρινο Σεπτ, μέσα στην περηφάνια του. Ο Ρόμπερτ Μπαράθηον κρυβόταν κάπου μέσα στην πόλη, πληγωμένος και μόνος. Ο Τζον Κόννινγκτον το ήξερε και ήξερε επίσης ότι το κεφάλι του Ρόμπερτ σε μια λόγχη θα έβαζε τέλος στην επανάσταση επί τόπου. Ήταν νεαρός και γεμάτος περηφάνια. Γιατί όχι; Ο Βασιλιάς Αίρυς τον είχε διορίσει Χέρι και του είχε δώσει έναν στρατό, και ήθελε να αποδειχθεί άξιος αυτής της εμπιστοσύνης, άξιος της αγάπης του Ραίγκαρ. Θα σκότωνε τον επαναστάτη άρχοντα με τα ίδια του τα χέρια και θα κέρδιζε μία θέση στην ιστορία των Επτά Βασιλείων. (Βιβλίο 5β - Ο Χορός των Δράκων – Το Σπαθί στο Σκοτάδι) Είχε δίκιο σκέφτηκε ο Τζον Κόννινγκτον, γέρνοντας στις επάλξεις των προγόνων του. Λαχταρούσα τη δόξα τού να σκοτώσω τον Ρόμπερτ σε μονομαχία και δεν ήθελα να με αποκαλέσουν σφαγέα. Έτσι, ο Ρόμπερτ μού ξέφυγε και σκότωσε τον Ραίγκαρ στην Τρίαινα. «Απογοήτευσα τον πατέρα» είπε «αλλά δε θα απογοητεύσω το γιο.» (Βιβλίο 5β - Ο Χορός των Δράκων – Το Σπαθί στο Σκοτάδι) «Ο άρχοντάς μου έχει κάτι άλλο να προσφέρει» υπέδειξε ο Χάλντον. «Το χέρι του Πρίγκιπα Αίγκον. Μια συμμαχία που θα σφραγιστεί μέσω γάμου, για να φέρει κάποιο μεγάλο Οίκο με το μέρος μας.» Μια νύφη για το λαμπρό πρίγκιπά μας. Ο Τζον Κόννινγκτον θυμόταν πολύ καλά το γάμο του Πρίγκιπα Ραίγκαρ. Η Έλια δεν ήταν ποτέ αντάξιά του. Ήταν αδύναμη και φιλάσθενη εξαρχής, και η γέννα απλώς την άφησε ακόμα πιο αδύναμη. Μετά τη γέννηση της Πριγκίπισσας Ραίνυς η μητέρα της είχε μείνει στο κρεβάτι μισό χρόνο, και η γέννηση του Πρίγκιπα Αίγκον την είχε φτάσει στα πρόθυρα του θανάτου. Δε θα γεννούσε άλλα παιδιά, είχαν πει ύστερα οι μέιστερ στον Πρίγκιπα Ραίγκαρ. «Η Νταινέρυς Ταργκάρυεν μπορεί να επιστρέψει κάποτε στην πατρίδα» είπε ο Κόννινγκτον στον Μισομέιστερ. «Ο Αίγκον πρέπει να είναι ελεύθερος να την παντρευτεί.» (Βιβλίο 5β - Ο Χορός των Δράκων – Το Σπαθί στο Σκοτάδι) Τάιγουιν-Όμπερυν-Τύριον Show Content
Spoiler«Κι όταν ο Όμπερυν απαιτήσει τη δικαιοσύνη για την οποία ήρθε;»
«Θα του πω ότι ο Σερ Έιμορυ Λορτς σκότωσε την Έλια και τα παιδιά της» είπε ήρεμα ο Άρχοντας Τάιγουιν. «Το ίδιο κι εσύ, αν σε ρωτήσει.» «Ο Σερ Έιμορυ Λορτς είναι νεκρός» είπε ορθά-κοφτά ο Τύριον. «Ακριβώς. Ο Βάργκο Χόουτ έβαλε τον Σερ Έιμορυ να παλέψει με μια αρκούδα, που τον ξέσκισε, μετά την πτώση του Χάρρενχαλ. Αυτό θα είναι αρκετά αποτρόπαιο ώστε να κατευνάσει ακόμα και τον Όμπερυν Μαρτέλ.» «Μπορεί να το αποκαλείς δικαιοσύνη εσύ αυτό ... » «Είναι δικαιοσύνη. Αν θες να ξέρεις, ο Σερ Έιμορυ ήταν αυτός που μου έφερε το πτώμα του κοριτσιού. Τη βρήκε να κρύβεται κάτω από το κρεβάτι του πατέρα της, λες και πίστευε πως ο Ραίγκαρ μπορούσε ακόμα να την προστατεύσει. Η Πριγκίπισσα Έλια και το μωρό ήταν σε ένα παιδικό δωμάτιο στον κάτω όροφο.» «Είναι μια ιστορία και ο Σερ Έιμορυ δεν είναι σε θέση να την αρνηθεί. Τι θα πεις στον Όμπερυν όταν ρωτήσει ποιος έδωσε τις διαταγές στον Λορτς;» «'Οτι ο Σερ Έιμορυ ενήργησε μόνος του, ελπίζοντας να κερδίσει την εύνοια του νέου βασιλιά. Το μίσος του Ρόμπερτ για τον Ραίγκαρ δεν ήταν κρυφό.» (Βιβλίο 3β - Θύελλα από Ατσάλι- Ματωμένο Χρυσάφι) « ... κυβερνούσε τα Επτά Βασίλεια, αλλά στο σπίτι τον κυβερνούσε η αρχόντισσα σύζυγός του, ή έτσι έλεγε πάντα η γιαγιά μου.» Ο Πρίγκιπας Όμπερυν σήκωσε ψηλά τα χέρια του, για να μπορέσουν ο Άρχοντας Ντέιγκος Μάνγουντυ και ο Μπάσταρδος του Γκόντσγκρεϊς να του φορέσουν έναν αλυσιδωτό θώρακα. «Στο Όλνταουν μάθαμε για το θάνατο της μητέρας σου και το τερατώδες παιδί που είχε γεννήσει. Μπορεί να γυρίζαμε πίσω, αλλά η μητέρα μου επέλεξε να συνεχίσουμε το ταξίδι. Σου είπα για την υποδοχή που μας έκαναν στο Κάστερλυ Ροκ. Αυτό που δε σου είπα είναι ότι η μητέρα μου περίμενε όσο ήταν πρέπον και μετά εξέθεσε το σκοπό μας στον πατέρα σου. Χρόνια αργότερα, στο νεκροκρέβατό της, μου είπε πως ο Άρχοντας Τάιγουιν μας αρνήθηκε κατηγορηματικά. Την πληροφόρησε πως η κόρη του προοριζόταν για τον Πρίγκιπα Ραίγκαρ. Κι όταν ρώτησε για τον Τζέιμι, για να παντρευτεί την Έλια, εκείνος της πρόσφερε εσένα.» «Την οποία προσφορά θεώρησε προσβολή.» (Βιβλίο 3β - Θύελλα από Ατσάλι- Ματωμένο Χρυσάφι) Όταν ο πρίγκιπας άπλωσε το χέρι για το δράκο του, ο Τύριον ξερόβηξε. «Δε θα το έκανα αυτό στη θέση σου. Είναι λάθος να εκθέτεις το δράκο σου νωρίς.» Χαμογέλασε αθώα. «Ο πατέρας σου ήξερε τους κινδύνους της υπερβολικής τόλμης.» «Ήξερες τον αληθινό μου πατέρα;» «Λοιπόν, τον είδα μια-δυο φορές, αλλά ήμουν μόνο δέκα χρονών όταν τον σκότωσε ο Ρόμπερτ και ο δικός μου πατέρας με έκρυβε κάτω από ένα βράχο. Όχι, δεν μπορώ να πω ότι ήξερα τον Πρίγκιπα Ραίγκαρ. Όχι όπως τον ήξερε ο ψεύτικος πατέρας σου. Ο Άρχοντας Κόννινγκτον ήταν ο καλύτερος φίλος του πρίγκιπα, έτσι δεν είναι;» Ο Νεαρός Γκριφ παραμέρισε μια τούφα μπλε μαλλιά από τα μάτια του. «Υπηρέτησαν μαζί ως ακόλουθοι στο Κινγκς Λάντινγκ.» «Αληθινός φίλος ο Άρχοντας Κόννινγκτον. Πρέπει να είναι, για να παραμένει τόσο παράφορα πιστός στον εγγονό του βασιλιά που του πήρε τις γαίες και τους τίτλους και τον έστειλε στην εξορία. Ήταν κρίμα. Αλλιώς ο φίλος του Πρίγκιπα Ραίγκαρ θα ήταν ακόμα κοντά όταν ο πατέρας μου λεηλάτησε το Κινγκς Λάντινγκ, για να σώσει το μονάκριβο μικρό γιο του απ' το να του διαλύσουν το βασιλικό του κεφάλι σε έναν τοίχο.» (Βιβλίο 5α - Ο Χορός των Δράκων – Το Κάλεσμα της Φλόγας) Κήβαν Λάννιστερ Show Content
SpoilerΠοτέ δε θα βγάλει το λεκέ, όσο και να τρίβει. Ο Σερ Κήβαν θυμήθηκε το κορίτσι που ήταν κάποτε η Σέρσεϊ, τόσο γεμάτη ζωή και σκανταλιές. Και όταν είχε ανθίσει, ααα ... υπήρξε ποτέ πιο όμορφη κοπέλα; Αν ο Αίρυς είχε συμφωνήσει να την παντρέψει με τον Ραίγκαρ, πόσοι θάνατοι θα είχαν αποφευχθεί; Η Σέρσεϊ θα είχε χαρίσει στον πρίγκιπα τους γιους που ήθελε, λιοντάρια με μοβ μάτια και ασημένιες χαίτες ... και με τέτοια σύζυγο, ο Ραίγκαρ μπορεί να μην είχε ρίξει δεύτερη ματιά στη Λυάννα Σταρκ. Το βόρειο κορίτσι είχε μια άγρια ομορφιά, απ' ό, τι θυμόταν, αν και όσο δυνατά και να έκαιγε ένας δαυλός δεν μπορούσε να φτάσει ποτέ το φως του ανατέλλοντος ήλιου. (Βιβλίο 5β - Ο Χορός των Δράκων – Το Σπαθί στο Σκοτάδι)
Σάντορ Κλέγκεϊν Show Content
Spoiler»Ο πατέρας μου είπε σε όλους πως πήραν φωτιά τα στρωσίδια μου κι ο μέιστέρ μας μου έδωσε λάδι ν' αλειφτώ. Λάδι! Αλλά κι ο Γκρέγκορ, το πήρε κι αυτός το λάδι του. Τέσσερα χρόνια αργότερα τον έχρισαν με τα επτά έλαια και έδωσε τους ιπποτικούς του όρκους και ο Ραίγκαρ Ταργκάρυεν τον χτύπησε φιλικά στον ώμο και του είπε: "Σε χρίζω ιππότη, Σερ Γκρέγκορ."» (Παιχνίδι του Στέμματος)
Μπραν Show Content
Spoiler«Ο Ρόμπερτ ήταν λογοδοσμένος μαζί της, όμως ο Πρίγκιπας Ραίγκαρ την απήγαγε και τη βίασε» εξήγησε ο Μπραν. «Ο Ρόμπερτ έκανε πόλεμο για να την πάρει πίσω. Σκότωσε τον Ραίγκαρ στην Τρίαινα με το πολεμικό σφυρί του, αλλά η Λυάννα πέθανε και έτσι δεν κατάφερε ποτέ να την αποκτήσει.» (Παιχνίδι του Στέμματος)
Κρέσσεν Show Content
SpoilerΟ βασιλιάς, ο παλιός βασιλιάς Αίρυς Β' Ταργκάρυεν, που εκείνη την εποχή δεν είχε παραφρονήσει ακόμη εντελώς, είχε στείλει τον Στέφον να βρει νύφη για τον Πρίγκιπα Ραίγκαρ, που δεν είχε αδελφές να παντρευτεί. «Βρήκαμε τον καταπληκτικότερο γελωτοποιό» είχε γράψει στον Κρέσσεν δεκαπέντε μέρες πριν γυρίσει από τη μάταιη αποστολή του. «Είναι παιδί ακόμα, αλλά είναι σβέλτος σαν μαϊμού κι εύστροφος σαν δώδεκα αυλικούς μαζί. Κάνει κόλπα και μαγικά, λέει αινίγματα και τραγουδάει όμορφα σε τέσσερις γλώσσες. Τον εξαγοράσαμε κι ελπίζουμε να τον φέρουμε πίσω μαζί μας. Ο Ρόμπερτ θα ενθουσιαστεί μαζί του και ίσως κάποτε μπορέσει να μάθει και τον Στάννις να γελάει.» (Σύγκρουση Βασιλέων)
Μέιστερ Αίμον Show Content
SpoilerΕκείνη τη νύχτα έφαγε κάθε μπουκιά που του έδωσε ο Σαμ. «Κανείς δεν έψαχνε για κορίτσι» είπε. «Πρίγκιπα μας είχε υποσχεθεί, όχι πριγκίπισσα. Πίστευα ότι ήταν ο Ραίγκαρ ... πως ο καπνός ήταν από τη φωτιά που κατάστρεψε το Σάμερχωλ τη μέρα της γέννησής του, το αλάτι από τα δάκρυα γι' αυτούς που πέθαναν. Πίστευε κι εκείνος το ίδιο όταν ήταν νέος, αλλά αργότερα πείστηκε ότι ήταν ο γιος του που εκπλήρωνε την προφητεία, γιατί ένας κομήτης είχε θεαθεί πάνω από το Κινγκς Λάντινγκ τη νύχτα που η σύζυγός του έμεινε έγκυος, και ήταν σίγουρος ότι το ματωμένο αστέρι έπρεπε να είναι κομήτης. Τι ανόητοι που ήμασταν, που πιστέψαμε τους εαυτούς μας σοφούς! Το λάθος ξεκίνησε από την ίδια τη μετάφραση ... (Βορά Ορνίων)
Απ: Η γωνιά της Team!Rhaegar - Alyssane - 15-09-2015 + από εμένα! Ουάου! Η αγάπη του Ρόμπερτ για τον Ραίγκαρ με συγκινεί βαθύτατα. Απ: Η γωνιά της Team!Rhaegar - nirne - 15-09-2015 Χαχαχα ναι, πρέπει να παραδεχτούμε ότι είναι σπαραξικάρδια τόση λατρεία. ΥΓ. Ευχαριστώ για το κάρμα!!!! (bow) Απ: Η γωνιά της Team!Rhaegar - arwyn - 15-09-2015 Πόσα κάρμα μπορώ να σου βάλω, Νίρνε μου;; Ενα δεν φτάνει. (clap) (clap) (clap) (clap) (clap) (inlove) (inlove) (party) Απ: Η γωνιά της Team!Rhaegar - nirne - 15-09-2015 [member=396]arwyn[/member] Θυμάμαι ότι σου το είχα τάξει ότι θα το κάνω. Είδες; Δεν ξεχνάω εγώ τις υποσχέσεις που δίνω!!!! (happy) |