Υποθέτω ότι το κάνει για να μην υποψιαστεί η Μελισάντρα τους σκοπούς του και αρνηθεί να πιει. Κατά κάποιον τρόπο θυσιάζεται προκειμένου να σκοτώσει την μάγισσα. Έτσι το κατάλαβα εγώ, τουλάχιστον.
Στα βιβλία η σκηνή είναι κάπως διαφορετική και είναι αυτή:
Στα βιβλία η σκηνή είναι κάπως διαφορετική και είναι αυτή:
Quote:Σηκώθηκε όρθιος κρατώντας το κύπελλο. «'lσως να φέρθηκα ανόητα. Αρχόντισσα Μελισάντρα, θα μοιραστείς μαζί μου αυτή την
πρόποση στο θεό σου, τον Κύριο του Φωτός; Στο όνομα της δύναμής του;»
Η κόκκινη γυναίκα τον κοίταξε εξεταστικά. «Αν αυτό είναι που θέλεις.»
Ένιωθε τους πάντες να τον κοιτάζουν. Ο Ντέιβος έκανε να τον αρπάξει καθώς ο μέιστερ απομακρυνόταν από τον πάγκο. Του έσφιξε
το μανίκι με τα δάχτυλα που του είχε ακρωτηριάσει ο Άρχοντας Στάννις. «Τι πας να κάνεις;» του ψιθύρισε.
«Εκείνο που πρέπει να γίνει» απάντησε ο Μέιστερ Κρέσσεν «για το καλό του βασιλείου και της ψυχής του άρχοντά μου.» Ελευθερώθηκε
από τη λαβή του Ντέιβος χύνοντας στη βιασύνη του μια σταγόνα κρασί.
Η γυναίκα τον περίμενε μπροστά από την εξέδρα. Τα βλέμματα όλων ήταν καρφωμένα πάνω τους, όμως ο Κρέσσεν δεν έβλεπε παρά
μόνο εκείνη. Κόκκινο μετάξι, κόκκινα μάτια, το άλικο ρουμπίνι στο λαιμό της, κόκκινα χείλη, τραβηγμένα σ' ένα αμυδρό χαμόγελο.
Έκλεισε την παλάμη της πάνω από τη δική του, γύρω απ' το κύπελλο. Το δέρμα της ήταν καυτό σαν να είχε πυρετό. «Προλαβαίνεις να
χύσεις το κρασί, μέιστερ.»
«'Οχι» της ψιθύρισε τραχιά εκείνος. «'Οχι.»
«'Οπως θέλεις.» Η Μελισάντρα του Ασάι πήρε το κύπελλο από τα χέρια του και ήπιε μια μεγάλη γουλιά. Όταν του το επέστρεψε, στο
κύπελλο δεν υπήρχε παρά ελάχιστο κρασί. «Και τώρα η σειρά σου.»
Τα χέρια του έτρεμαν, αλλά πίεσε τον εαυτό του να φανεί δυνατός. Ένας μέιστερ της Ακρόπολης δεν μπορεί να νιώθει φόβο. Το
κρασί είχε μια στυφή γεύση. Άφησε το άδειο κύπελλο να φύγει από τα δάχτυλά του κι εκείνο έπεσε στο πάτωμα κι έγινε κομμάτια. «Ο
Κύριος του Φωτός έχει δύναμη εδώ, άρχοντά μου» είπε η γυναίκα. «Και η φωτιά εξαγνίζει.» Στο λαιμό της, το ρουμπίνι λαμπύρισε κατακόκκινο.