Απ: Fire & Blood vol. 1 - Alysanne T. - 23-10-2018
Προς τους Γερμανόφωνους: οι πρώτες 40 σελίδες:
https://webreader.mytolino.com/reader/index.html#/epub?epuburl=https:%2F%2Fassets.thalia.media%2Fimages-adb%2F83%2F3b%2F833b98d7-27fc-4f8e-81ce-f491e52ec228.epub&purchaseurl=https:%2F%2Fwww.thalia.de%2Fshop%2Fdrachen-14353%2Fwarenkorb%2Fadd%2F%3FartikelId%3D117707796&backref=https:%2F%2Fwww.thalia.de%2Fshop%2Fdrachen-14353%2Fartikeldetails%2FID117707796.html&reseller=3
Edit: Κεφάλαια από μετάφραση:
Η Κατάκτηση του Αίγκον
Η Βασιλεία του Δράκου - Οι Πόλεμοι του Βασιλιά Αίγκον Α΄
Τρία Κεφάλια Είχε ο Δράκος - Κυβέρνηση του Βασιλιά Αίγκον Α΄
Οι Γιοι του Δράκοντα
Από Πρίγκιπας σε Βασιλιά - Η Ανύψωση του Βασιλιά Τζαιχαίρυς Α΄
49 μ. Κ. - Το Έτος των Τριών Νυφών [Αλύσσα Βελάρυον, Ραίνα και Αλυσάννη Ταργκάρυεν;]
Αφθονία Ηγετών
Ώρα για Δοκιμασία - Το Βασίλειο Αναμορφώνεται
Γέννηση, Θάνατος, και Προδοσία υπό τον Βασιλιά Τζαιχαίρυς Α΄
Τζαιχαίρυς Α΄ και Αλυσάννη - Οι Θρίαμβοι και Τραγωδίες τους
Τζαιχαίρυς Α΄ και Αλυσάννη - Πολιτική, Απόγονοι και Πόνος
Οι Κληρονόμοι του Δράκοντα - Ερώτημα Διαδοχής
Ο Θάνατος των Δράκων - Οι Μαύροι και οι Πράσινοι
Ο Θάνατος των Δράκων- Υιός Αντί Υιού
Ο Θάνατος των Δράκων - Ο Κόκκινος Δράκος και ο Χρυσός
Ο Θάνατος των Δράκων - Η Ραινύρα Θριαμβεύει
Ο Θάνατος των Δράκων - Η Ραινύρα Πέφτει
Ο Θάνατος των Δράκων - Η Σύντομη, Θλιβερή Βασιλεία του Αίγκον Β΄
Τα Μετέπειτα - Η Ώρα του Λύκου
Υπό τους Αντιβασιλείς - Το Χέρι με την Κουκούλα
Υπό τους Αντιβασιλείς - Πόλεμος και Ειρήνη και Θεάματα με Βοοειδή
Υπό τους Αντιβασιλείς - Το Ταξίδι του Άλυν Δρυόχειρα
Η Λυσενή Άνοιξη και το Τέλος της Αντιβασιλείας
Απ: Fire & Blood vol. 1 - Dimibon - 24-10-2018
Σε ευχαριστούμε! Αν και ζω στη Γερμανία, δεν θα μπω στον κόπο να το διαβάσω, θέλω ΟΛΟ το βιβλίο στα χέρια μου! Μισές δουλειές θα κάνουμε;!
Απ: Fire & Blood vol. 1 - Alysanne T. - 14-11-2018
Ένα νέο excerpt:
https://www.hollywoodreporter.com/live-feed/game-thrones-george-rr-martins-fire-blood-book-excerpt-1160897
Έχω δικαίωμα να ποστάρω μια μετάφραση εδώ ή θα έχουμε πρόβλημα με το copyright;
Απ: Fire & Blood vol. 1 - nirne - 14-11-2018
[member=3619]Αλυσάννη Ταργκ[/member] , ανάρτησε τη μετάφρασή σου κι αν θέλεις, βάλ' την μέσα σε πλαίσιο σπόιλερ.
Απ: Fire & Blood vol. 1 - Dimibon - 15-11-2018
Πόσοι από εσάς σκοπεύετε να το πάρετε την ερχόμενη βδομάδα στα αγγλικά και πόσοι (μεταξύ του παρόντος) θα περιμένετε μέχρι να βγει ελληνική μετάφραση; Υπάρχε κάποιος τρόπος να επικοινωνήσουμε με τον επίσημο μεταφραστή και να ρωτήσουμε ποτε μπορούμε να το περιμένουμε και στα ελληνικά;
Απ: Fire & Blood vol. 1 - Alysanne T. - 15-11-2018
(15-11-2018, 12:13 PM)OlgaMarkatou link Wrote: Πόσοι από εσάς σκοπεύετε να το πάρετε την ερχόμενη βδομάδα στα αγγλικά και πόσοι (μεταξύ του παρόντος) θα περιμένετε μέχρι να βγει ελληνική μετάφραση; Υπάρχε κάποιος τρόπος να επικοινωνήσουμε με τον επίσημο μεταφραστή και να ρωτήσουμε ποτε μπορούμε να το περιμένουμε και στα ελληνικά; Εγώ θα το παραγγείλω την επόμενη εβδομάδα. Δεν ξέρω καν αν πρόκειται να μεταφραστεί (με το world book, πέρασαν πολλοί μήνες από την κυκλοφορία του μέχρι την ανακοίνωση της ελληνικής έκδοσης). Αν θέλεις να ρωτήσεις κάτι, επικοινώνησε με την anubis, γιατί εκείνοι έχουν μεταφράσει τα περισσότερα βιβλία. Ένας μεταφραστής δεν υπάρχει καθώς έχω υπολογίσει ότι πάνω από ντουζίνα άτομα έχουν συνολικά μεταφράσει τα βιβλία και τις νουβέλες.
Απ: Fire & Blood vol. 1 - Dimibon - 15-11-2018
Οκ, σε ευχαριστώ πολύ!
Απ: Fire & Blood vol. 1 - Alysanne T. - 15-11-2018
Μεταφράσεις των δύο excerpts. Η ειδική ορολογία (που δεν έχει αντίστοιχη ελληνική) με παίδεψε απίστευτα, και αν δεν καταλαβαίνετε κάτι, είναι επειδή απέτυχα στη μετάφραση. Αφήστε που έψαχνα πόση ώρα να βρω πώς κλίνεται το 'επιτίθεμαι' - και ακόμα δεν ξέρω αν το πέτυχα.
Αίγκον Α΄
Show Content
SpoilerΤο Κινγκς Λάντινγκ μεγάλωνε γύρω από τον Αίγκον και την αυλή του, πάνω και γύρω από έναν από τους τρεις μεγάλους λόφους που στέκονταν κοντά στο άνοιγμα του Μαυροπόταμου. Ο ψηλότερος από αυτούς έγινε γνωστός ως Λόφος του Αίγκον, και σύντομα οι μικρότεροι αποκαλούνταν Λόφος της Βισένυα και Λόφος της Ραίνυς, τα παλιά τους ονόματα ξεχάστηκαν. Το άτεχνο φρούριο υψώματος–και–περίφραξης που ο Αίγκον είχε φτιάξει τόσο γρήγορα ήταν ούτε αρκετά μεγάλο ούτε αρκετά μεγαλοπρεπές για να στεγάσει τον βασιλιά και την αυλή του, και είχε αρχίσει να εξαπλώνεται πριν ολοκληρωθεί η Κατάκτηση. Ένα νέο φρούριο ανεγέρθη, όλο κούτσουρο και πενήντα πόδια [15.24 μέτρα] ψηλό,με με μια σπηλαιώδη αίθουσα κάτω, και μια κουζίνα, από πέτρα και στεγασμένη με σχιστόλιθο σε περίπτωση πυρκαγιάς, κατά μήκος της περίφραξης. Σταύλοι εμφανίστηκαν, έπειτα ένας σιτοβολώνας. Ένα νέο παρατηρητήριο χτίστηκε, διπλάσιο από το παλαιότερο. Σύντομα το Φρούριο του Αίγκον απειλούσε να ξεφύγει από τα τείχη του, έτσι χτίστηκε μια νέα περίφραξη, που περίκλειε περισσότερη κορυφή του λόφου, δημιουργώντας χώρο αρκετό για στρατώνες, οπλοστάσιο, σεπτ και πύργο τυμπάνου.
Κάτω από τους λόφους, αποβάθρες και αποθήκες ανυψώνονταν στις όχθες, και έμποροι από το Όλνταουν και τις Ελεύθερες Πόλεις αγκυροβολούσαν δίπλα από τα καράβια των Βελάρυον και των Σέλτιγκαρ, όπου μόνο λίγες βάρκες ψαρέματος υπήρχαν πρωτύτερα. Πολύ από το εμπόριο που περνούσε σε Μέιντενπουλ και Ντάσκεντεϊλ τώρα ερχόταν στο Κινγκς Λάντινγκ. Μια ψαραγορά ξεπήδησε στην όχθη, ένα ραφτάδικο ανάμεσα στους λόφους. Ένα τελωνείο εμφανίστηκε. Ένα σεμνό σεπτ άνοιξε στον Μαυροπόταμο, στο κύτος ενός παλιού οδοντωτού πλοίου, ακολουθούμενο από ένα μεγαλύτερο από πυλό–και–βέργα στην ακτή. Τότε ένα δεύτερο σεπτ, δύο φορές μεγαλύτερο και τρεις μεγαλοπρεπέστερο, χτίστηκε πάνω στο Λόφο της Βισένυα με χρήμα σταλμένο από τον Υψηλό Σέπτον. Μαγαζιά και σπίτια φύτρωσαν σαν μανιτάρια μετά από βροχή. Πλούσιοι ανήγειραν αρχοντικά στις λοφοπλαγιές, ενώ οι φτωχοί συγκεντρώθηκαν άθλιες καλύβες από λάσπη και άχυρο στα χαμηλά μεταξύ τους.
Κανείς δεν σχεδίασε το Κινγκς Λάντινγκ. Απλώς μεγάλωσε… αλλά μεγάλωσε γρήγορα. Στην πρώτη στέψη του Αίγκον, ήταν ακόμα χωριό καθισμένο κάτω από ένα κάστρο υψώματος–και–περίφραξης. Μέχρι τη δεύτερη, ήταν ήδη ακμάζουσα κωμόπολη αρκετών χιλιάδων ψυχών. Μέχρι το 10 μ. Κ., ήταν μια αληθινή πόλη, σχεδόν τόσο μεγάλη όσο το Γκάλταουν ή το Λευκό Λιμάνι. Μέχρι το 25 μ. Κ., είχε ξεπεράσει και τις δύο για να γίνει η τρίτη πολυπληθέστερη πόλη στο βασίλειο, μικρότερη μόνο από το Λάννισπορτ και το Όλνταουν.
Εν αντιθέσει με τις αντιπάλους του, ωστόσο, το Κινγκς Λάντινγκ δεν είχε τείχη. Δεν χρειαζόταν, έλεγαν κάποιοι από τους κατοίκους του• κανένας εχθρός δεν θα επιτίθετο στην πόλη όσο οι Ταργκάρυεν και οι δράκοι τους την προστάτευαν. Ο ίδιος ο βασιλιάς ίσως συμμεριζόταν αυτές τις σκέψεις αρχικά, αλλά ο θάνατος της αδερφής τού Ραίνυς και του δράκου της, Μεράξες, το 10 μ. Κ. και οι επιθέσεις κατά αυτού αναμφίβολα του έδωσαν αίτια…
Και τον 19ο χρόνο Μετά την Κατάκτηση, νέα έφτασαν στο Γουέστερος μιας τολμηρής επιδρομής στα Νησιά του Θέρους, όπου ένας πειρατικός στόλος είχε λεηλατήσει την Ψηλόδεντρη Πόλη και αιχμαλωτίσει χιλιάδες γυναίκες και παιδιά, μαζί με μια περιουσία λάφυρα. Οι ειδήσεις της επιδρομής προβλημάτισαν πολύ το βασιλιά, που συνειδητοποίησε ότι το Κινγκς Λάντινγκ θα ήταν ομοίως ευάλωτο σε έναν εχθρό αρκετά οξύ να επιτεθεί στην πόλη όταν εκείνος και η Βισένυα ήταν αλλού. Έτσι, ο Μεγαλειότατος διέταξε την κατασκευή μιας αλυσίδας τειχίων γύρω του Κινγκς Λάντινγκ, ψηλής και δυνατής σαν αυτές που προστάτευαν το Όλνταουν και το Λάννισπορτ. Το έργο κατασκευής ανατέθηκε στον Μέγα Μέιστερ Γκαόυεν και τον Σερ Όσμουντ Στρονγκ, το Χέρι του Βασιλιά. Για να τιμήσουν τους Επτά, ο Αίγκον αποφάσισε ότι η πόλη θα είχε επτά εισόδους, καθεμία προστατευόμενη από τεράστιο φρούριο και υπερασπιστικούς τοίχους. Δουλειά στα τείχη άρχισε τον επόμενο χρόνο και συνέχισαν μέχρι το 26 μ. Κ.
Ο Σερ Όσμουντ ήταν το τέταρτο Χέρι του βασιλιά. Το πρώτο χέρι ήταν ο Άρχοντας Όρυς Μπαράθηον, ο ετεροθαλής αδερφός του και σύντροφος της νιότης του, αλλά ο Άρχοντας Όρυς αιχμαλωτίστηκε κατά τον Πόλεμο στο Ντορν και έχασε το πολεμικό χέρι του. Όταν πληρώθηκαν τα λύτρα, ο άρχοντας ζήτησε από το βασιλιά να τον απαλλάξει από τα καθήκοντά του. «Το Χέρι του Βασιλιά πρέπει να έχει χέρι», είπε. «Δεν θέλω να λένε για το Κουλό του Βασιλιά». Ο Αίγκον μετά κάλεσε τον Έντμυν Τάλλυ, Άρχοντα του Ρίβερραν, να πάρει τη θέση του Χεριού. Ο Άρχοντας Τάλλυ υπηρέτησε 7-9 μ. Κ., αλλά όταν η σύζυγός του πέθανε στη γέννα, αποφάσισε ότι τα παιδιά του τον χρειάζονταν περισσότερο απ’ ό,τι το βασίλειο, και ζήτησε άδεια να γυρίσει στις παραποτάμιες περιοχές. Ο Άλτον Σέλτιγκαρ, Άρχοντας της Νήσου Κλω, αντικατέστησε τον Ταλλυ, υπηρετώντας ικανά ως Χέρι μέχρι το θάνατό του από φυσικά αίτια το 17 μ. Κ., οπότε ο βασιλιάς ονόμασε τον Σερ Όσμουντ Στρονγκ.
Ο Μέγας Μέιστερ Γκάουεν ήταν ο τρίτος στη θέση αυτή. Ο Αίγκον Ταργκάρυεν πάντα είχε ένα μέιστερ στο Ντράγκονστοουν, όπως ο πατέρας του και ο πατέρας του πατέρα του πριν από αυτόν. Όλοι οι μείζονες άρχοντες του Γουέστερος, και πολλοί ελάσσονες άρχοντες και ιππότες με γη, βασίζονταν πάνω στους μέιστερ τους εκπαιδευμένους στην Ακρόπολη του Όλνταουν να υπηρετούν τα νοικοκυριά τους ως θεραπευτές, γραφείς και συμβουλάτορες, να ανατρέφουν και εκπαιδεύουν τα κοράκια που κουβαλούσαν τα μηνύματα (και να γράφουν αυτά τα μηνύματα για τους άρχοντες που στερούνταν αυτών των δυνατοτήτων), να βοηθούν τους σταβλίτες με τις αγγαρείες του νοικοκυριού, και να μαθαίνουν τα παιδιά τους. Κατά την Κατάκτηση, ο Αίγκον και οι αδερφές του είχαν ο καθένας ένα μέιστερ να τους υπηρετεί, και αργότερα ο βασιλιάς πότε πότε προσλάμβανε έως και μια ντουζίνα να ασχοληθούν με τα της διαχείρισης.
Αλλά οι σοφότεροι και πιο μορφωμένοι στα Επτά Βασίλεια ήταν οι αρχιμέιστερ της Ακρόπολης, ο καθένας τους υπέρτατη αυθεντία σε μία από τις γνώσεις. Το 5 μ. Κ., ο Βασιλιάς Αίγκον, νιώθοντας ότι το βασίλειο ίσως ωφεληθεί από τέτοια σοφία, ζήτησε από το Κονκλάβιο να του στείλουν δικό τους να συμβουλεύει και να τον ρωτά για όλα τα ζητήματα σχετικά με τη διοίκηση του βασιλείου. Έτσι η θέση του Μέγα Μέιστερ δημιουργήθηκε, με την αίτηση του Βασιλιά Αίγκον.
Ο πρώτος που υπηρέτησε σε αυτή τη θέση ήταν ο Αρχιμέιστερ Όλλινταν, φύλακας της ιστορίας, του οποίου το δαχτυλίδι και η ράβδος και η μάσκα ήταν μπρούτζινες. Αν και εξαιρετικά μορφωμένος, ήταν και εξαιρετικά γερασμένος, και έφυγε από αυτόν τον κόσμο λιγότερο από ένα χρόνο αφού πήρε το αξίωμα του Μέγα Μέιστερ. Να συμπληρώσει το κενό, το Κονκλάβιο διάλεξε τον Αρχιμέιστερ Λάιονς, του οποίου το δαχτυλίδι, η ράβδος και η μάσκα ήταν χρυσές. Αποδείχτηκε περισσότερο από υγιής από τον προκάτοχό του, υπηρετώντας το βασίλειο μέχρι το 12 μ. Κ., όταν γλίστρησε στη λάσπη, έσπασε το γοφό του και πέθανε σύντομα, οπότε ο Μέγας Μέιστερ Γκάουεν ανέλαβε.
Ο θεσμός του μικρού συμβουλίου του βασιλιά δεν ήρθε σε πλήρη άνθιση μέχρι τη βασιλεία του Βασιλιά Τζαιχαίρυς του Συμφιλιωτή, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο Αίγκον Α΄ βασίλευε χωρίς τα οφέλη του συμβουλίου. Είναι γνωστό ότι συχνά συζητούσε με διάφορους Μεγάλους Μέιστερ, και τους μέιστερ του δικού του νοικοκυριού επίσης. Για θέματα σχετικά με φόρους, χρέη και εισοδήματα, έπαιρνε τη συμβουλή του θησαυροφύλακά του. Αν και είχε ένα σέπτον στο Κινγκς Λάντινγκ και ένα στο Ντράγκονστοουν, ο βασιλιάς συχνότερα έγραφε στον Υψηλό Σέπτον του Όλνταουν για θρησκευτικά ζητήματα, και πάντα φρόντιζε να επισκέπτεται το Έναστρο Σεπτ κατά τη διάρκεια της ετήσιας περιοδείας του. Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο, ο βασιλιάς βασιζόταν στο Χέρι του, και φυσικά τις αδερφές του, Βασίλισσες Ραίνυς και Βισένυα.
Η Βασίλισσα Ραίνυς ήταν μεγάλη προστάτιδα των βάρδων και των τροβαδούρων των Επτά Βασιλείων, δίνοντας χρυσό και δώρα σε αυτούς που την ευχαριστούσαν. Αν και η Βασίλισσα Βισένυα έβρισκε την αδερφή της επιπόλαια, υπήρχε σοφία σε αυτό, που πήγαινε πολύ πιο πέρα από την αγάπη για τη μουσική. Επειδή οι τροβαδούροι του βασιλείου, στην προσπάθειά τους να κερδίσουν την χάρη της βασίλισσας, συνέθεταν πολλά τραγούδια τιμώντας τον Οίκο Ταργκάρυεν και το Βασιλιά Αίγκον, και μετά ταξίδευαν και τραγουδούσαν αυτά τα τραγούδια σε κάθε φρούριο και κάστρο και χωριό από τη Μεθόριο του Ντορν έως το Τείχος. Έτσι η Κατάκτηση έγινε ένδοξη στους απλούς ανθρώπους, ενώ ο ίδιος ο Αίγκον ο Δράκοντας έγινε βασιλιάς ήρωας.
Η Βασίλισσα Ραίνυς ενδιαφερόταν πολύ για τον απλό κόσμο, και είχε μια ιδιαίτερη αγάπη για τις γυναίκες και τα παιδιά. Μια φορά, ενώ είχε στήσει αυλή, της έφεραν έναν άνδρα που είχε χτυπήσει τη σύζυγό του μέχρι θανάτου. Οι αδερφοί της ήθελαν να τιμωρηθεί, αλλά ο σύζυγος επέμεινε ότι ήταν νόμιμο δικαίωμά, αφού την είχε βρει στο κρεβάτι με άλλον άνδρα. Το δικαίωμα ενός άνδρα να χτυπάει την άπιστη σύζυγό του ήταν ευρέως διαδεδομένο στα Επτά Βασίλεια (εκτός του Ντορν). Ο σύζυγος επίσης είπε ότι η βέργα που είχε χρησιμοποιήσει για να χτυπήσει τη σύζυγό του δεν ήταν χοντρύτερη από τον αντίχειρά του, και έδειξε και την εν λόγω βέργα. Όταν η βασίλισσα τον ρώτησε πόσες φορές είχε χτυπήσει τη σύζυγό του, ωστόσο, ο άνδρας δεν απάντησε, αλλά οι αδερφοί της νεκρής γυναίκας επέμειναν ότι ήταν εκατό χτυπήματα.
Η Βασίλισσα Ραίνυς συμβουλεύτηκε τους μέιστερ και σέπτον της, και έβγαλε την απόφασή της. Μια μοιχαλίδα είχε προσβάλει τους Επτά, που είχαν δημιουργήσει τις γυναίκες πιστές και υπάκουες στους συζύγους τους, και πρέπει να τιμωρούνται. Καθώς ένας θεός έχει μόνο επτά πρόσωπα, ωστόσο, η τιμωρία πρέπει να αποτελείται από έξι χτυπήματα μόνο (επειδή το έβδομο χτύπημα θα ήταν για τον Ξένο, και ο Ξένος είναι ο πρόσωπο του θανάτου). Έτσι τα πρώτα έξι χτυπήματα που έδωσε ο άνδρας στη σύζυγό του ήταν νόμιμα… αλλά τα υπόλοιπα ενενήντα τέσσερα ήταν προσβολή προς τους θεούς και τους ανθρώπους, και έπρεπε να τιμωρηθούν ομοίως. Από εκείνη τη μέρα, ο «κανόνας των έξι» έγινε μέρος του κοινού νόμου, μαζί με τον «κανόνα του αντίχειρα». (Ο σύζυγος μεταφέρθηκε στους πρόποδες του Λόφου της Ραίνυς, όπου δέχτηκε ενενήντα έξι χτυπήματα από τους αδερφούς της νεκρής, με βέργα νόμιμου μεγέθους).
Η Βασίλισσα Βισένυα δεν συμμεριζόταν την αγάπη της αδερφής της για μουσικές και τραγούδια. Δεν ήταν δίχως χιούμορ, ωστόσο, και πολλά χρόνια είχε δικό της γελωτοποιό, ένα δασύτριχο καμπούρη ονόματι Άρχοντας Μαϊμουδόφατσας του οποίου τα αστεία την διασκέδαζαν πολύ. Όταν πνίγηκε με μια ροδακινόπιτα, η βασίλισσα πήρε έναν πίθηκο και τον έντυσε με τα ρούχα του Άρχοντα Μαϊμουδόφατσα. «Ο καινούριος είναι εξυπνότερος», έλεγε.
Αλλά υπήρχε σκοτάδι στη Βισένυα Ταργκάρυεν. Για τους περισσότερους, ήταν το βλοσυρό πρόσωπο του Πολεμιστή, αυστηρή και ανεπιεικής. Ακόμα και η ομορφιά της είχε μια αυστηρότητα, οι θαυμαστές της έλεγαν. Το μεγαλύτερο από τα τρία κεφάλια του δράκου, η Βισένυα θα ζούσε περισσότερο και από τα δύο αδέρφια της, και φημολογείτο τα μετέπειτα χρόνια, όταν δεν μπορούσε πλέον να αδράξει σπαθί, ότι εξασκούταν στις σκοτεινές τέχνες, αναμείγνυε φίλτρα και έριχνε κακά ξόρκια. Κάποιοι ακόμα έλεγαν ότι ήταν συγγενοκτόνος και βασιλοκτόνος, αλλά δεν έχει δοθεί απόδειξη να υποστηρίξει αυτές τις συκοφαντίες.
Θα ήταν μια σκληρή ειρωνεία αν ήταν αλήθεια, γιατί στα νιάτα της κανείς δεν έκανε περισσότερα για να προστατεύσει το βασιλιά. Η Βισένυα δύο φορές βάσταξε τη Σκοτεινή Αδερφή προς υπεράσπιση του Αίγκον όταν του στήθηκε ενέδρα από μαχαιροβγάλτες Ντορνιανούς. Φιλύποπτη και αγριεμένη, δεν εμπιστευόταν κανένα εκτός του αδερφού της. Κατά τον Πόλεμο στο Ντορν, συνήθιζε να φοράει δαχτυλιδωτή πανοπλία νύχτα και μέρα, ακόμα και κάτω από τα ρούχα της αυλής, και παρότρυνε το βασιλιά να κάνει το ίδιο. Όταν ο Αίγκον αρνήθηκε, η Βισένυα θύμωσε. «Ακόμα και με το Μπλάκφαϊρ ανά χείρας, είσαι μόνο ένας άνδρας», του είπε, «και εγώ δεν μπορώ να είμαι πάντα μαζί σου». Όταν ο βασιλιάς επισήμανε ότι οι είχε φρουρούς γύρω του, η Βισένυα ξεθηκάρωσε τη Σκοτεινή Αδερφή και χάραξε το μάγουλό του τόσο γρήγορα που οι φρουροί δεν είχαν χρόνο να αντιδράσουν. «Οι φρουροί σου είναι αργοί και τεμπέληδες», είπε. «Θα μπορούσα να σε σκοτώσω τόσο εύκολα όσο σε έκοψα. Χρειάζεσαι περισσότερη προστασία». Ο Βασιλιάς Αίγκον, αιμόφυρτος, αναγκάστηκε να συμφωνήσει.
Πολλοί βασιλείς είχαν υπερασπιστές να τους προστατεύουν. Ο Αίγκον ήταν Κύριος των Επτά Βασιλείων, άρα, έπρεπε να έχει επτά υπερασπιστές, η Βασίλισσα Βισένυα αποφάσισε. Έτσι δημιουργήθηκε η Βασιλική Φρουρά· μια αδελφότητα επτά ιπποτών, οι καλύτεροι του βασιλείου, με μανδύες και πανοπλία του καθαρότερου λευκού, με κανένα σκοπό παρά να προστατεύουν το βασιλιά, να δώσουν και τις ζωές τους για αυτόν αν χρειαστεί. Η Βισένυα προσάρμοσε τους όρκους τους σύμφωνα με αυτούς της Νυχτερινής Φρουράς· σαν τα μαυροφορεμένα κοράκια του Τείχους, τα Λευκά Σπαθιά υπηρετούσαν ισόβια, αφήνοντας όλες τις γαίες, τίτλους και επίγεια αγαθά για να ζήσουν μια ζωή αγαμίας και υπακοής, χωρίς ανταμοιβή παρά την τιμή.
Τόσο πολλοί ιππότες ήρθαν για να γίνουν υποψήφιοι για την Βασιλική Φρουρά που ο Βασιλιάς Αίγκον σκέφτηκε να οργανώσει τουρνουά να αποφασίσει ποιοι ήταν οι πιο άξιοι. Η Βισένυα ούτε που το άκουγε, ωστόσο. Για να γίνεις Βασιλικός Φρουρός χρειαζόταν περισσότερο από ικανότητα στα όπλα, επισήμανε. Δεν θα ρίσκαρε να βάλει άνδρες αμφιβόλου αφοσίωσης στο βασιλιά, ανεξαρτήτως πόσο καλά τα πήγαιναν στην πάλη. Θα διάλεγε μόνη της τους ιππότες.
Οι υπερασπιστές που διάλεξε ήταν νέοι και γέροι, ψηλοί και κοντοί, μελαχρινοί και ξανθοί. Ήρθαν από κάθε γωνιά του βασιλείου. Κάποιοι ήταν νεώτεροι γιοι, κάποιο κληρονόμοι αρχαίων οίκων που απαρνήθηκαν τις κληρονομιές τους για να υπηρετήσουν το βασιλιά. Ένας ήταν περιπλανώμενος ιππότης, άλλος μπάσταρδος. Όλοι τους ήταν γρήγοροι, δυνατοί, ικανοί με το σπαθί και την ασπίδα, και αφοσιωμένοι στο βασιλιά.
Αυτά είναι τα ονόματα των Επτά του Αίγκον, όπως γράφτηκαν στη Λευκή Βίβλο της Βασιλικής Φρουράς· Σερ Ρίτσαρντ Ρουτ· Σερ Άντισον Χιλ, Μπάσταρδος του Κόρνφιλντ· Σερ Γκρέγκορ Γκουντ· Σερ Γκρίφιθ Γκουντ, ο αδερφός του· Σερ Χάμφρυ ο Μίμος· Σερ Ρόμπιν Ντάρκλυν, ο επονομαζόμενος Σκοτεινός Κοκκινολαίμης· και ο Σερ Κόρλυς Βελάρυον, Άρχοντας Διοικητής. Η ιστορία έχει επιβεβαιώσει ότι η Βισένυα Ταργκάρυεν διάλεξε σοφά. Δύο από τους αρχικούς της επτά θα πέθαναν προστατεύοντας το βασιλιά, και όλοι θα υπηρετούσαν με ανδρεία μέχρι το τέλος των ζωών τους. Πολλοί γενναίοι άνδρες ακολούθησαν στα βήματά τους από τότε, γράφοντας τα ονόματά τους στη Λευκή Βίβλο, και φορώντας το λευκό μανδύα. Η Βασιλική Φρουρά παραμένει συνώνυμο τιμής έως σήμερα.
Τζαιχαίρυς και Αλυσάννη
Show Content
SpoilerΠολλά χρόνια είχαν περάσει από την τελευταία φορά που ο βασιλιάς είχε πάει σε βασιλική περιοδεία, οπότε σχέδια έγιναν το 58 μ. Κ. να κάνουν ο Τζαιχαίρυς και η Αλυσάννη την πρώτη επίσκεψή τους στο Γουίντερφελ και το Βορρά. Οι δράκοι τους θα ήταν μαζί τους, φυσικά, αλλά πέρα του Αυχένα οι αποστάσεις ήταν μεγάλες και οι δρόμοι κακοί, και ο βασιλιάς είχε κουραστεί να πετάει μπροστά και να περιμένει τη συνοδεία του να τον προφτάσει. Αυτή τη φορά, αποφάσισε, η Βασιλική Φρουρά, οι υπηρέτες και οι αυλικοί του θα πήγαιναν μπροστά από αυτόν, να προετοιμάσουν το έδαφος για την άφιξή του. Έτσι έγινε και τρία καράβια έπλευσαν από Κινγκς Λάντινγκ προς Λευκό Λιμάνι, όπου εκείνος και η βασίλισσα θα έκαναν την πρώτη τους στάση.
Οι θεοί και οι Ελεύθερες Πόλεις είχαν άλλα σχέδια, ωστόσο. Καθώς τα καράβια του βασιλιά έπλεαν βόρεια, απεσταλμένοι από Πέντος και Τάιρος επικαλέστηκαν την Αυτού Μεγαλειότητα στο Κόκκινο Φρούριο. Οι δύο πόλεις πολεμούσαν τρία χρόνια και επιθυμούσαν να συνάψουν ειρήνη, αλλά δεν συμφωνούσαν πού να συζητήσουν τους όρους. Το ζήτημα είχε προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές στο εμπόριο στη στενή θάλασσα, σε σημείο που ο Βασιλιάς Τζαιχαίρυς είχε προσφέρει και στις δύο πόλεις τη βοήθειά του να σταματήσουν οι εχθροπραξίες. Μετά μακράς συζήτησης, ο Ηγεμόνας του Τάιρος και ο Πρίγκιπας του Πέντος συμφώνησαν να συναντηθούν στο Κινγκς Λάντινγκ να λύσουν τις διαφορές τους, εφόσον ο Τζαιχαίρυς θα έπαιρνε το ρόλο του μεσάζοντα, και εγγυηθεί τους όρους από οποιαδήποτε προκύπτουσα συμφωνία.
Ήταν μια πρόταση που ούτε ο βασιλιάς ούτε το συμβούλιό του πίστευαν ότι μπορούσε να αρνηθεί, αλλά αυτό θα σήμαινε καθυστέρηση της Αυτού Μεγαλειότητος στην προσχεδιασμένη περιοδεία στο Βορρά, και υπήρχε ανησυχία ότι ο πασίγνωστα εύθικτος Άρχοντας του Γουίντερφελ μπορεί να το εκλάμβανε αυτό ως προσβολή. Η Βασίλισσα Αλυσάννη προσέφερε τη λύση. Θα πήγαινε αυτή μπροστά όπως σχεδίαζαν, μόνη, ενώ ο βασιλιάς θα έπαιζε τον οικοδεσπότη στον Πρίγκιπα και τον Ηγεμόνα. Ο Τζαιχαίρυς μπορούσε να τη συναντήσει στο Γουίντερφελ μόλις η ειρήνη είχε ολοκληρωθεί. Και έτσι συμφωνήθηκε.
Τα ταξίδια της Βασίλισσας Αλυσάννης ξεκίνησαν στην πόλη του Λευκού Λιμανιού, όπου δεκάδες χιλιάδες βορείων εμφανίστηκαν να την ζητοκραυγάσουν και να κοιτάξουν την Ασημόπτερη με δέος, και λίγο τρόμο. Ήταν η πρώτη φορά που οποιοσδήποτε τους είχε δει ποτέ δράκο. Το μέγεθος του πλήθους ξάφνιασε ακόμα και τον άρχοντά τους. «Δεν ήξερα ότι υπήρχε τόσος απλός κόσμος στην πόλη», λέγεται πως είπε ο Θήομορ Μάντερλυ. «Από πού ήρθαν όλοι αυτοί;»
Οι Μάντερλυ ήταν μοναδικοί ανάμεσα στους μεγάλους οίκους του Βορρά. Έχοντας καταγωγή από την Πεδιάδα αιώνες πριν, είχαν βρει καταφύγιο στις εκβολές του Λευκού Μαχαιριού όταν αντίπαλοι τους έδιωξαν από τις πλούσιες γαίες τους στον Μάντερ. Αν και ήταν πιστά αφοσιωμένοι στους Σταρκ του Γουίντερφελ, είχαν φέρει τους δικούς τους θεούς μαζί τους από το νότο, και ακόμα λάτρευαν τους Επτά και κρατούσαν τις παραδόσεις της ιπποσύνης. Η Αλυσάννη Ταργκάρυεν, αέναα επιθυμούσα να ενώσει τα Επτά Βασίλεια μαζί, είδε μια ευκαιρία στην φημισμένα μεγάλη οικογένεια του Άρχοντα Θήομορ, και ταχέως έφτιαξε συνοικέσια. Μέχρι να φύγει, δύο από τις κυρίες επί των τιμών της είχαν αρραβωνιαστεί τους δύο νεαρότερους γιους της αρχοντιάς του, και μια τρίτη έναν ανιψιό· η μεγαλύτερη κόρη του και τρεις ανιψιές, εν τω μεταξύ, είχαν προστεθεί στην ίδια την ομάδα της βασίλισσας, με κατανόηση ότι όταν ταξίδευαν νότια μαζί της θα αρραβωνιάζονταν κατάλληλους άρχοντες και ιππότες της αυλής του βασιλιά.
Ο Άρχοντας Μάντερλυ ψυχαγώγησε την βασίλισσα πλουσιοπάροχα. Στην γιορτή καλωσορίσματος, ολόκληροι βίσωνες ψήθηκαν, και η κόρη του άρχοντα Τζέσσαμυν διετέλεσε οινοχόος της βασίλισσας, γεμίζοντας την κούπα της με δυνατό βόρειο ζύθο που η Αυτής Μεγαλειότητα κήρυξε το ωραιότερο κρασί που είχε γευτεί ποτέ. Ο Μάντερλυ κιόλας οργάνωσε και ένα μικρό τουρνουά προς τιμήν της βασίλισσας, να δείξει την δύναμη των ιπποτών του. Ένας από τους πολεμιστές (αν και όχι ιππότης) αποκαλύφθηκε πως ήταν γυναίκα, μια άγρια που είχε αιχμαλωτιστεί από ανιχνευτές βόρεια του Τείχους και δοθεί στο σπιτικό του Άρχοντα Μάντερλυ για αναδοχή. Καταχαρούμενη με το θάρρος του κοριτσιού, η Αλυσάννη κάλεσε το δικό της ορκισμένο σπαθί, Τζόνκιλ Νταρκ, και η άγρια και η Ερυθρή Σκιά πολέμησαν με λόγχη και σπαθί καθώς οι βόρειοι βρυχόνταν με επιδοκιμασία.
Λίγες μέρες έπειτα, η βασίλισσα έφτιαξε την γυναικεία αυλή της στου Άρχοντα Μάντερλυ τη μεγάλη αίθουσα, ένα πράγμα μέχρι τότε ανήκουστο στο Βορρά, και πάνω από δύο χιλιάδες γυναίκες και κορίτσια μαζεύτηκαν να μοιραστούν τις σκέψεις, ανησυχίες και παράπονά τους με την Μεγαλειοτάτη.
Αφού έφυγε από το Λευκό Λιμάνι, το κομβόι της βασίλισσας έπλευσε γρήγορα στο Λευκό Μαχαίρι, και δια ξηράς πλησίασε το Γουίντερφελ, ενώ η Αλυσάννη πετούσε μπροστά με την Ασημόπτερη. Η ζεστασιά της υποδοχής της στο Λευκό Λιμάνι δεν ήταν να επαναληφθεί στην αρχαία έδρα των Βασιλέων του Βορρά, όπου ο Άλαρικ Σταρκ και οι γιοι του βγήκαν να την υποδεχτούν όταν ο δράκος της προσγειώθηκε μπροστά στις πύλες του κάστρου του. Ο Άρχοντας Άλαρικ είχε μια πέτρινη φήμη· ένας σκληρός άνδρας, έλεγαν οι άνθρωποι, αυστηρός και ανεπιεικής, σφιχτοχέρης σε σημείο που τσιγκουνιάς, αγέλαστος, κατηφής, ψυχρός. Ακόμα και ο Θήομορ Μάντερλυ, που ήταν πρόμαχός του, δεν είχε διαφωνήσει· ο Σταρκ ήταν σεβαστός στο Βορρά, είπε, αλλά όχι αγαπημένος. Ο γελωτοποιός του Άρχοντα Μάντερλυ το είπε αλλιώς. «Πιστεύω ότι ο Άρχοντας Άλαρικ δεν έχει κουνήσει τα έντερά του από τα δώδεκα».
Η υποδοχή της στο Γουίντερφελ δεν έσβησε τους φόβους της για το τι να περίμενε από τον Οίκο των Σταρκ. Ακόμα και πριν ξεκαβαλήσει για να κλίνει το γόνυ, ο Άρχοντας Άλαρικ κοίταζε λοξά τα ρούχα της Μεγαλειοτάτης και είπε «Ελπίζω να έφερες κάτι ζεστότερο από αυτά». Τότε ανακοίνωσε ότι δεν επιθυμούσε το δράκο της μέσα στα τείχη του. «Δεν έχω δει το Χάρρενχαλ, αλλά ξέρω τι έγινε εκεί». Θα υποδεχόταν τους ιππότες και τις αρχόντισσές της όταν έφταναν, «και τον βασιλιά επίσης, αν μπορεί να βρει το δρόμο», αλλά δεν έπρεπε να μείνουν περισσότερο απ’ όσο ήταν επιθυμητοί. «Αυτός είναι ο Βορράς, και ο χειμώνας έρχεται». Όπως φοβούνταν, ήταν ξεκάθαρα δυστυχής που ο Βασιλιάς Τζαιχαίρυς δεν είχε καταδεχτεί να τη συνοδεύσει, και παραδέχτηκε ότι δεν ήταν σίγουρος πώς να ψυχαγωγήσει μια βασίλισσα. «Αν περιμένεις χοροεσπερίδες και μασκαράτες και χορούς, ήρθες στο λάθος μέρος».
Ο Άρχοντας Άλαρικ είχε χάσει τη σύζυγό του τρία χρόνια νωρίτερα. Όταν η βασίλισσα εξέφρασε τη λύπη της που δεν θα είχε ποτέ την χαρά να γνωρίσει την Αρχόντισσα Σταρκ, ο βόρειος είπε «Ήταν μια Μόρμοντ της Νήσου της Άρκτου, και δεν ήταν αρχόντισσα με τα κριτήριά σου, αλλά πέρασε από το τσεκούρι μια αγέλη λύκων όταν ήταν δώδεκα, σκότωσε δύο τους, και έραψε μανδύα από τα τομάρια τους. Μου έδωσε δύο γιους και μια κόρη τόσο όμορφη όσο οποιαδήποτε νότια κυρά σου».
Όταν η Μεγαλειοτάτη είπε ότι μετά χαράς θα βοηθούσε να κανονίσει γάμους των γιων του με κόρες σπουδαίων νότιων αρχόντων, ο Άρχοντας Σταρκ αρνήθηκε κοφτά. «Έχουμε τους παλιούς θεούς στον Βορρά», είπε στη βασίλισσα. «Όταν τα αγόρια μου πάρουν σύζυγο, θα νυμφευθούν μπροστά από ένα δέντρο της καρδιάς, όχι σε κάποιο νότιο σεπτ».
Η Αλυσάννη Ταργκάρυεν δεν το έβαλε κάτω εύκολα, ωστόσο. Οι άρχοντες του νότου τιμούσαν τους παλιούς θεούς όπως και τους νέους, είπε στον Άρχοντα Άλαρικ· σχεδόν κάθε κάστρο που ήξερε είχε ιερό δάσος και σεπτ. Και υπήρχαν ακόμα ορισμένοι οίκοι που δεν είχαν δεχθεί ποτέ τους Επτά, όπως και οι βόρειοι, οι Μπλάκγουντ στις Παραποτάμιες Περιοχές πάνω από όλους, αλλά ίσως έως και μια ντουζίνα ακόμα. Ακόμα και ένας άρχοντας βλοσυρός και στριφνός σαν τον Άλαρικ Σταρκ βρέθηκε αβοήθητος μπρος στης Βασίλισσας Αλυσάννης την πεισμωμένη γοητεία. Είπε ότι θα σκεφτόταν ότι είπε, και θα μιλούσε για το ζήτημα με τους γιους του.
Όσο περισσότερο έμενε η βασίλισσα, τόσο ο Άρχοντας Άλαρικ της ζεσταινόταν, και με τον καιρό η Αλυσάννη συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν αλήθεια όλα όσα λέγονταν για εκείνον. Ήταν προσεκτικός με τα χρήματά του, αλλά όχι τσιγκούνης· δεν ήταν καθόλου αγέλαστος, αν και το χιούμορ του είχε μια κάποια αιχμή, κοφτερό σαν μαχαίρι· οι γιοι και η κόρη του και οι άνθρωποι του Γουίντερφελ φαίνονταν να τον αγαπούν αρκετά. Μόλις η αρχική ψύχρα έλιωσε, ο άρχοντας πήρε τη βασίλισσα να κυνηγήσουν βαπίτι και αγριόκαπρο στο δάσος των λύκων, της έδειξε κόκαλα γίγαντα, και την άφησε να εξερευνήσει όσο ήθελε την μικρή βιβλιοθήκη του κάστρου του. Καταδέχτηκε κιόλας να πλησιάσει την Ασημόπτερη, αν και προσεκτικά. Οι γυναίκες του Γουίντερφελ σκλαβώθηκαν από τη γοητεία της βασίλισσας επίσης, μόλις τη γνώρισαν καλά· η Αυτής Μεγαλειότητα ήρθε πολύ κοντά με την κόρη του Άρχοντα Άλαρικ, Αλάρρα. Όταν οι υπόλοιποι από τη συνοδεία της βασίλισσας τελικά εμφανίστηκαν στις πύλες του κάστρου, αφού ταλανίστηκαν με βάλτους δίχως μονοπάτια και θερινά χιόνια, το κρέας και το υδρόμελο έρεαν αφθόνως, παρά την απουσία του βασιλιά.
Τα πράγματα δεν πήγαιναν τόσο καλά στο Κινγκς Λάντινγκ, εν τω μεταξύ. Οι ειρηνευτικές συνομιλίες τράβηξαν περισσότερο απ’ όσο αναμενόταν, γιατί η δριμύτητα μεταξύ των δύο Ελεύθερων Πόλεων ήταν βαθύτερη απ’ όσο γνώριζε ο Τζαιχαίρυς. Όταν ο Μεγαλειότατος προσπαθούσε να βρει μέση λύση, αμφότερες πλευρές τον κατηγορούσαν ότι ευνοούσε την άλλη. Ενώ ο Πρίγκιπας και ο Ηγεμόνας τσακώνονταν, καβγάδες άρχισαν να ξεσπούν μεταξύ των ανδρών τους παντού στην πόλη, σε πανδοχεία, σε μπουρδέλα, και καταγώγια. Σε έναν Πεντοσιανό φρουρό στήθηκε ενέδρα και δολοφονήθηκε, και τρεις νύχτες μετά η ίδια η γαλέρα του Ηγεμόνα πυρπολήθηκε εκεί που ήταν αγκυροβολημένη. Η αναχώρηση του βασιλιά αναβλήθηκε ξανά και ξανά.
Στο Βορρά, η Βασίλισσα Αλυσάννη κουράστηκε να περιμένει, και αποφάσισε να φύγει από το Γουίντερφελ για λίγο και να επισκεφτεί τους άνδρες της Νυχτερινής Φρουράς στο Μαύρο Κάστρο. Η απόσταση δεν ήταν αμελητέα, ακόμα και πετώντας· η Μεγαλειοτάτη προσγειώθηκε στην Τελευταία Εστία και άλλα μικρότερα οχυρά και κάστρα στο δρόμο, προς έκπληξη και χαρά των αρχόντων τους, ενώ ένα μέρος της ομάδας της την ακολουθούσαν (οι υπόλοιποι έμειναν στο Γουίντερφελ).
Η πρώτη της ματιά από το Τείχος από ψηλά έκοψε την ανάσα της Αλυσάννης, η Μεγαλειοτάτη αργότερα θα έλεγε στον βασιλιά. Υπήρχε κάποια ανησυχία για το πώς η βασίλισσα θα γινόταν δεκτή στο Μαύρο Κάστρο, γιατί πολλοί από τους μαύρους αδερφούς είχαν υπάρξει Φτωχοί Σύντροφοι και Γιοι του Πολεμιστή πριν αυτές οι τάξεις διαλυθούν, αλλά ο Άρχοντας Σταρκ έστειλε κοράκια από πριν να ενημερώσουν για τον ερχομό της, και ο Άρχοντας Διοικητής της Νυχτερινής Φρουράς, Λόθορ Μπέρλυ, μάζεψε οκτακόσιους από τους καλύτερους άνδρες του να την υποδεχτούν. Τη νύχτα οι μαύροι αδερφοί τάισαν τη βασίλισσα κρέας μαμούθ, την κανάκεψαν με υδρόμελο και πέστροφα.
Καθώς η αυγή χάραξε την επόμενη μέρα ο Άρχοντας Μπέρλυ πήρε τη Μεγαλειότητά της στην κορυφή του Τείχους. «Εδώ τελειώνει ο κόσμος», της είπε, δείχνοντας την τεράστια πράσινη έκταση του στοιχειωμένου δάσους και παραπέρα. Ο Μπέρλυ ζήτησε συγγνώμη για την ποιότητα του φαγητού και του ποτού που προσφέρθηκε στη βασίλισσα, και την φτωχή διαμονή στο Μαύρο Κάστρο. «Κάνουμε ό,τι μπορούμε, Μεγαλειοτάτη», ο Άρχοντας Διοικητής εξήγησε, «αλλά τα κρεβάτια μας είναι σκληρά, οι αίθουσές μας παγερές, και το φαγητό –»
«–θρεπτικό», αποτελείωσε η βασίλισσα. «Και αυτό μόνο ζητάω. Θα με ευχαριστήσει να τρέφομαι όπως εσείς».
Οι άνδρες της Νυχτερινής Φρουράς ήταν τόσο κεραυνόπληκτοι με το δράκο της βασίλισσας όσο και οι άνθρωποι του Λευκού Λιμανιού, αν και η ίδια η βασίλισσα είπε ότι η Ασημόπτερη «δεν συμπαθεί αυτό το Τείχος». Αν και ήταν καλοκαίρι και το Τείχος έκλαιγε, η ψύχρα του πάγου μπορούσε ακόμα να γίνει αισθητή όποτε ο άνεμος φυσούσε, και κάθε ριπή έκανε το δράκο να συρίξει και αναδευτεί. «Τρεις φορές προσπάθησα να πετάξω την Ασημόπτερη ψηλά πάνω από το Μαύρο Κάστρο, και τρεις φορές προσπάθησα να την πάω πέρα από το Τείχος», έγραψε η Αλυσάννη στον Τζαιχαίρυς, «αλλά κάθε φορά επέστρεφε πίσω νότια ξανά και αρνιόταν να πάει. Ποτέ πριν δεν αρνήθηκε να με πάει εκεί που ήθελα. Γέλασα με αυτό όταν πήγα κάτω πάλι, ώστε οι μαύροι αδερφοί να μην καταλάβουν ότι κάτι πήγαινε στραβά, αλλά με προβλημάτισε τότε και με προβληματίζει ακόμα».
Απ: Fire & Blood vol. 1 - nirne - 15-11-2018
[member=3619]Αλυσάννη Ταργκ[/member] , σ' ευχαριστούμε πάρα πολύ για τη μετάφραση!
Απ: Fire & Blood vol. 1 - Dimibon - 16-11-2018
Σε ευχαριστούμε!!!
|