(Συνέχεια)
Η (τρελή) πορεία του Στάννις προς το Γουίντερφελ – The King's Prize
“Whatever doubts his lords might nurse, the common men seemed to have faith in their king. Stannis had smashed Mance Rayder's wildlings at the Wall and cleaned Asha and her ironborn out of Deepwood Motte; He was Robert's brother, victor in a famous sea battle off Fair Isle, the man who had held Storm's End all through Robert's Rebellion. And he bore a hero's sword, the enchanted blade Lightbringer, whose glow lit up the night.”
Credit: Marco Caradonna http://ming1918.deviantart.com/art/Stann...-172011116
Καταρχάς, είναι βασικό να σημειωθεί από χρονολογικής πλευράς πως η αρχή του κεφαλαίου αυτού βρίσκεται πριν την αρχή του αμέσως προηγούμενου κεφαλαίου του Θήον (The Turncloak), ενώ το τέλος του βρίσκεται αρκετά πιο μετά από το αντίστοιχο τέλος του ίδιου κεφαλαίου του Θήον.
Αν και ο Στάννις μας πληροφόρησε μέσω του γράμματος στον Τζον πως θα ξεκινήσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα την πορεία του προς το Γουίντερφελ, τα πράγματα εξελίχθησαν εντελώς διαφορετικά. Όπως φανερώνει το παραπάνω κείμενο, κατά τη διάρκεια του πολεμικού συμβουλίου στο Ντήπγουντ Μοτ, υπήρξε έντονη διαφωνία ανάμεσα στους Βόρειους και στους Νότιους αναφορικά με το αν θα επιλέξουν να βαδίσουν εναντίον του Γουίντερφελ. Ενώ οι Βόρειοι (κατά κύριο λόγο) πιέζουν τον Στάννις να κινηθεί εναντίον του Γουίντερφελ (είναι εντυπωσιακό πως ο Ρους προβλέπει σωστά και αυτή την εξέλιξη – βλέπε το κεφάλαιο στο Μπάρροουτον), οι Νότιοι είναι πιο επιφυλακτικοί προτείνοντας να παραμείνουν και να ξεχειμωνιάσουν στο Ντήπγουντ Μοτ. Αμέσως τίθεται το ζήτημα για το τι θα κάνουν στην περίπτωση που φτάσουν στο Γουίντερφελ, στο οποίο δεν δίνεται σαφής απάντηση. Η λογική λέει πως σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν θα επιχειρούσαν κάποια άμεση έφοδο στο κάστρο εξαιτίας των ισχυρών αμυντικών δυνατοτήτων που προσφέρει (διπλό τείχος με τάφρο ανάμεσά τους), αλλά θα αρκούνταν στην οργάνωση πολιορκίας, με σκοπό να αναγκάσουν τους Μπόλτον να βγουν να πολεμήσουν έξω από τα τείχη εξαιτίας της έλλειψης τροφίμων [αν και είναι εξίσου πιθανό και ο στρατός του Στάννις να αντιμετώπιζε παρόμοιο πρόβλημα με τον ανεφοδιασμό του λόγω της σχετικά μεγάλης απόστασης από το Ντήπγουντ Μοτ ή από κάποιο άλλο κέντρο από το οποίο θα μπορούσε να λάβει προμήθειες]. Τελικά ο Στάννις κλίνει υπέρ της άποψης των Βόρειων, και δίνει τη διαταγή για μια πορεία προς το Γουίντερφελ. Αυτό που πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, είναι πως η διαφωνία αυτή ανάμεσα στον στρατό του καθυστέρησε σημαντικά την προσπάθεια του Στάννις να καταλάβει το Γουίντερφελ, δίνοντας περισσότερο χρόνο στους Μπόλτον να προετοιμαστούν για την επικείμενη πολιορκία/μάχη (πχ. η ανακατασκευή του σταύλου και οι επισκευές στη Μεγάλη Αίθουσα).
Από καθαρά στρατηγική άποψη (βγάζοντας έξω δηλαδή τις παραμέτρους της ραγδαίας αλλαγής του καιρού και της πιθανής προδοσίας των Κάρσταρκ που αγνοεί και δεν θα μπορούσε να προβλέψει ο Στάννις), η επιλογή του Στάννις να βαδίσει εναντίον του Γουίντερφελ έχει μεν λογική, πόσο μάλλον αφού η στάση ορισμένων εκ των “συμμάχων” των αντιπάλων του είναι ασαφής (κατά κύριο λόγο οι Μάντερλυ), αλλά από την άλλη εμπεριέχει και ένα μεγάλο ποσοστό ρίσκου, καθώς υπάρχει η περίπτωση ο Στάννις να αντιμετωπίσει σημαντικές δυσκολίες με τον ανεφοδιασμό του αν επιχειρήσει να πολιορκήσει το κάστρο. Στην ουσία, ο Στάννις, κρίνοντας πως θα πρέπει να πάρει τον έλεγχο του Βορρά όσο το δυνατόν πιο γρήγορα για να επιστρέψει στη συνέχεια στο Τείχος (όπως αποκαλύπτει στο γράμμα του στον Τζον – Τζον VII), πιστεύει πως δεν έχει τον χρόνο να αναζητήσει περισσότερους συμμάχους στον Βορρά, και κατά συνέπεια επιλέγει να κινηθεί εναντίον των Μπόλτον άμεσα. Όπως και ο ίδιος παραδέχεται, είναι αποφασισμένος να τα παίξει “όλα για όλα” στην προσπάθειά του να ενώσει τον Βορρά κάτω από το πρόσωπό του:
Η απόσταση από το Ντήπγουντ Μοτ στο Γουίντερφελ υπολογίζεται σε περίπου τριακόσια μίλια:
Τις δύο πρώτες μέρες της πορείας καλύπτουν λίγο παραπάνω από 20 μίλια την ημέρα (την τρίτη, ωστόσο, όταν και εισέρχονται στο δάσος γύρω στα 15), πάντα υπό την καθοδήγηση οδηγών που ανήκουν σε ορεινές φατριές ορκισμένες στο Ντήπγουντ Μοτ – Φόρρεστερ, Γουντς, Μπραντς και Μπόουλ – συνεπώς, αν λάβει κανείς υπόψιν αυτούς τους αριθμούς και κάνει έναν απλό υπολογισμό, θα διαπιστώσει πως αν συνεχίσουν με παρόμοιο ρυθμό, θα βρίσκονται έξω από τα τείχη του Γουίντερφελ σε περίπου δεκαπέντε μέρες (ίσως λίγο παραπάνω από δεκαπέντε). Φυσικά, όλα αλλάζουν την τέταρτη μέρα, όπου αρχίζει να χιονίζει [μια μικρή αλλά πολύ σημαντική παρένθεση εδώ για την χρονολόγηση των γεγονότων: το κεφάλαιο του Θήον “The Turncloak” λαμβάνει χώρα την πρώτη μέρα που αρχίζει να χιονίζει στο Γουίντερφελ. Κατά συνέπεια, όσα συμβαίνουν την τέταρτη μέρα στο κεφάλαιο της Άσα συμβαίνουν παράλληλα με εκείνα που διαδραματίζονται στον “Turncloak”.]
Παρότι η ξαφνική [ελαφρά] χιονόπτωση δεν προκαλεί κάποιο πρόβλημα την πρώτη μέρα, γρήγορα η κατάσταση χειροτερεύει καθώς το χιόνι συνεχίζει να πέφτει με αμείωτους ρυθμούς και τις επόμενες μέρες. Η απλή χιονόπτωση έχει πλέον εξελιχθεί σε χιονοθύελλα, η οποία δυσκολεύει αφάνταστα τις προσπάθειες των στρατιωτών και των αλόγων. Και σε αντίθεση με τον στρατό του Ρους, ο οποίος βρίσκεται προφυλαγμένος πίσω από τα τείχη του Γουίντερφελ, ο στρατός του Στάννις είναι έξω στο δάσος, χωρίς την παραμικρή προστασία από το χιόνι και την παγωνιά.
Χάρη σε αυτήν ακριβώς την αλλαγή των καιρικών συνθηκών, δίνεται η δυνατότητα στον Μάρτιν να προβάλλει περισσότερο από ποτέ μία από τις βασικές διαφορές που μπορεί κανείς να εντοπίσει ανάμεσα σε Βόρειους και Νότιους: τον τρόπο προσαρμογής τους στις αντίξοες καιρικές συνθήκες του Βορρά. Ενώ πριν το ξεκίνημα της χιονόπτωσης οι Νότιοι δεν αντιμετώπιζαν κάποιο σοβαρό πρόβλημα, τώρα αυτό αλλάζει, δίνοντας στον στρατό του Στάννις μια εικόνα αποσύνθεσης:
Οι Βόρειοι, όντας εξοικιωμένοι με τις αντίξοες καιρικές συνθήκες και άρτια εξοπλισμένοι για να τις αντιμετωπίσουν επιτυχώς, είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν πολύ καλύτερα στις νέες ανάγκες της πορείας, σε πλήρη αντίθεση με τους Νότιους, οι οποίοι δεν έχουν ξανασυναντήσει τέτοιες συνθήκες στη ζωή τους. Λογική συνέπεια είναι να παρουσιαστεί μια κατάσταση διάλυσης στον στρατό του Στάννις, καθώς οι Βόρειοι προσπερούν σταδιακά τους Νότιους και αρχίζουν να απομακρύνονται από την πομπή. Από την άλλη, τα κάρα και οι άμαξες δεν μπορούν να ακολουθήσουν τον ίδιο ρυθμό με συνέπεια να μένουν ολοένα και πιο πίσω. Τα προβλήματα, ωστόσο, δεν σταματούν εκεί:
Η παράθεση και μόνο των παραπάνω αποσπασμάτων αρκεί για να κατανοήσει κανείς την ιδιαίτερα δυσχερή κατάσταση στην οποία έχει εγκλωβιστεί ο στρατός του Στάννις. Οι απώλειες αυξάνονται και οι προμήθειες μειώνονται σε τέτοιο βαθμό, ώστε αρχίζουν να συλλέγουν το κρέας των νεκρών ζώων.
Ορισμένοι άντρες του Στάννις (Νότιοι) τον παροτρύνουν να σταματήσει την εξαντλητική πορεία και να περιμένει μέχρι να σταματήσει η χιονοθύελλα για να ξαναξεκινήσει, αλλά εκείνος απορρίπτει την πρότασή τους ασυζητητί:
Η αντίδραση του αυτή δεν είναι καθόλου τυχαία. Ήδη από το πρώτο βιβλίο (ακόμη και αν δεν εμφανίζεται), η εικόνα που δημιουργεί ο Μάρτιν για τον Στάννις είναι η εικόνα ενός ανθρώπου αποφασισμένου να πολεμήσει μέχρι τελικής πτώσεως, έστω και αν οι πιθανότητες επιτυχίας δεν είναι υπέρ του:
Κάποιοι άλλοι άντρες, πάλι, (Νότιοι ιππότες πιστοί στον Ρ' Λορ) προσπαθώντας να δώσουν μια εξήγηση της αρνητικής τροπής που έχει πάρει η προσπάθειά τους αρχίζουν να ερμηνεύουν το φυσικό φαινόμενο της χιονοθύελλας ως αποτέλεσμα κάποιας θεϊκής παρέμβασης. Κατά συνέπεια, προσπαθούν να εξευμενίσουν τον Ρ' Λορ ώστε να σταματήσει την χιονοθύελλα προσφέροντας θυσία. Αρχικά δεν επιδιώκουν με ιδιαίτερο πάθος το συγκεκριμένο ζήτημα, αλλά όσο η χιονοθύελλα συνεχίζει να υφίσταται, οι πιέσεις τους προς τον Στάννις αρχίζουν να εντείνονται. Εκείνος, ωστόσο, αν και (κατά την άποψή μου) ασπάζεται την ίδια θρησκεία με αυτούς, δεν αποχωρίζεται ποτέ από τον πραγματισμό που διέπει την σκέψη του. Ο Στάννις γνωρίζει πολύ καλά πως η διεξαγωγή μιας [ανθρωπο]θυσίας χωρίς κάποια “πρόφαση” (βλέπε επόμενο κεφάλαιο της Άσα) θα δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα ανάμεσα στους λάτρεις του Ρ' Λορ και στους λάτρεις των Παλαιών Θεών, οι οποίοι όπως παρατηρεί ο ίδιος αποτελούν τον μισό στρατό του. Προσέχει, επομένως, και επιδιώκει να δημιουργήσει όσο το δυνατόν λιγότερες εντάσεις ανάμεσα στις δύο διαφορετικές παρατάξεις που συναπαρτίζουν τον στρατό του:
Εν τω μεταξύ, η χιονοθύελλα συνεχίζει να υφίσταται με αμείωτη ένταση και τα θύματα πολλαπλασιάζονται μέρα με τη μέρα. Αυτό που έχει ενδιαφέρον ως παρατήρηση, ωστόσο, είναι πως οι απώλειες (είτε ανδρών είτε αλόγων) προέρχονται από τη μία μόνο παράταξη που συναποτελεί τον στρατό του Στάννις:
Παρά τις πιέσεις των αξιωματικών του Στάννις εκείνος αποφασίζει να συνεχίσει την τρελή πορεία μέσα στη χιονοθύελλα. Οι προμήθειες και τα τρόφιμα σιγά-σιγά τελειώνουν, ενώ έχει περάσει σχεδόν ένας μήνας από τότε που αναχώρησαν από το Ντήπγουντ Μοτ δίχως να έχουν φτάσει ακόμη στο Γουίντερφελ.
Η αντίθεση ανάμεσα σε Βόρειους και Νότιους έχει φτάσει πλέον σχεδόν στο αποκορύφωμά της. Οι Νότιοι ιππότες εξουθενωμένοι, απελπισμένοι, και εξαθλιωμένοι κατηγορούν τους Βόρειους για το γεγονός ότι επιλέγουν να συνεχίσουν την πορεία κάτω από αυτές τις αντίξοες συνθήκες. Για τους Βόρειους, ωστόσο, οι συνθήκες αυτές είναι κάτι το φυσιολογικό, καθώς κατά τους ίδιους έχουν ζήσει και χειρότερα. Αυτό που είναι αξιοθαύμαστο, ωστόσο, είναι ο λόγος για τον οποίο οι Βόρειοι διαλέγουν να συνεχίσουν:
Ο Νεντ Σταρκ μπορεί να είναι νεκρός, αλλά η κληρονομιά του ίδιου δεν έχει ξεχαστεί και ούτε θα ξεχαστεί στον Βορρά. Πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο θίγεται ιδιαίτερα και κατά την παρουσία του Ντάβος στο Λευκό Λιμάνι από τον ίδιο τον Γουάιμαν Μάντερλυ.
Και η τρελή αυτή πορεία μέσα στο χιόνι, το κρύο και την εξάντληση συνεχίζεται δίχως σταματημό, ώσπου οι ανιχνευτές του Στάννις πέφτουν “πάνω σε ένα εγκαταλειμμένο χωριό μικροκτηματιών ανάμεσα σε δύο λίμνες - ένα φτωχικό, μίζερο μέρος, τίποτα παραπάνω από μερικές καλύβες, μια μακριά αίθουσα κι ένα παρατηρητήριο.” Αμέσως-αμέσως αποφασίζεται παύση της πορείας, πάντοτε προσωρινή, καθώς οι δύο λίμνες είναι δυνατόν να προσφέρουν τροφή:
Παρόλα αυτά, το επόμενο πρωί έρχεται και είναι προφανές πως κάτι δεν πάει καλά. Το στρατόπεδο είναι βουβό και άλαλο:
Ύστερα από περίπου μήνα, και κάτω από τις πιο δυσχερείς καιρικές συνθήκες, ο στρατός του Στάννις τελικά σταματά την εξουθενωτική πορεία του σε ένα μικρό αγρόκτημα τρεις περίπου μέρες από το Γουίντερφελ.
Από αυτά που περιγράφει η Άσα, πέρα από τις σημαντικότατες απώλειες σε έμψυχο υλικό, ακόμη και ο ίδιος ο Στάννις φαίνεται να είναι καταβεβλημένος από την σκληρή και δύσκολη αυτή πορεία στο χιόνι. Τα πράγματα δεν δείχνουν να βαίνουν καλώς για εκείνον. Αλλά είναι πράγματι καλύτερη η κατάσταση που επικρατεί στο αντίπαλο στρατόπεδο;
Η κάτασταση στο Γουίντερφελ – Συνεχώς αυξανόμενες εντάσεις ανάμεσα σε Βόρειους και Νότιους – A Ghost in Winterfell-Theon I
Η παρουσίαση των δύο τελευταίων κεφαλαίων του Θήον στο Γουίντερφελ θα γίνει συνδυαστικά (όπως και τα προηγούμενα δύο). Κεντρικό θέμα των δύο αυτών κεφαλαίων είναι οι ολοένα και αυξανόμενες εντάσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στους παρευρισκόμενους στο κάστρο, προϊόν διαφόρων παραγόντων.
“His eyes are ice. Reek wondered if Roose Bolton ever cried. If so, do the tears feel cold upon his cheeks?”
Credit: Sardag, http://jortagul.deviantart.com/art/Roose...-314993202
Βασικότατη αιτία αυτών των εντάσεων είναι οι μυστηριώδεις φόνοι που αρχίζουν να λαμβάνουν χώρα στο Γουίντερφελ (δεν θα γίνει προσπάθεια εύρεσης των δολοφόνων, παρά μόνο παρουσίαση των αποτελεσμάτων των φόνων). Αρχικά οι θάνατοι αυτοί εκλαμβάνονται ως ατυχήματα σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί μια καταστάση ηρεμίας στο κάστρο και να μην εξαπλωθεί ανησυχία στο στράτευμα, αλλά μετά την σταδιακή αύξησή τους γίνεται γρήγορα κατανοητό από όλους πως οι φόνοι αυτοί δεν είναι δυνατόν να οφείλονται στην τύχη.
Τα τρία πρώτα θύματα τοποθετούνται μέσα σε ένα χρονικό περιθώριο δύο μόλις ημερών και αναγνωρίζονται ως ένας άντρας των Ράυσγουελ, ο ακόλουθος του Σερ Αίνυς Φρέυ, και ένας τοξότης των Φλιντ.
Το γεγονός ότι ένας εκ των νεκρών πρόκειται για άντρα που ανήκε στο Οίκο Φρέυ φέρνει και πάλι στο προσκήνιο την αντιπαλότητα ανάμεσα σε Μάντερλυ και Φρέυ, η οποία πηγάζει από τα όσα συνέβησαν στον Κόκκινο Γάμο (μία αντιπαλότητα η οποία ισχύει το ίδιο και για τους υπόλοιπους οίκους του Βορρά όπως σημειώνει η Μπάρμπρεϋ Ντάστιν). Συγκεκριμένα, οι Χοστήν και Αίνυς Φρέυ κατηγορούν ανοιχτά τον Γουάιμαν Μάντερλυ για την εξαφάνιση των συγγενών τους, θεωρώντας πως ευθύνεται για την εξέλιξη αυτή. Εκείνος με τη σειρά του αρνείται τις όποιες κατηγορίες. Συνεχίζοντας, ο Χοστήν Φρέυ φτάνει στο σημείο να τον προκαλέσει σε μονομαχία έξω στην αυλή, πράγμα το οποίο οδηγεί τους στρατιώτες των δύο οίκων ένα βήμα πριν τη συμπλοκή, η οποία αποφεύγεται ύστερα παρέμβαση των Ρότζερ Ράυσγουελ και Μπάρμπρεϋ Ντάστιν.
Σε αυτό το ακριβώς το σημείο ο Θήον παρατηρεί για πρώτη φορά κάτι που δεν είχε ξαναδεί ποτέ του, τον Ρους να δείχνει σημάδια ανησυχίας καθώς τα πράγματα αρχίζουν σιγά-σιγά να ξεφεύγουν από τον έλεγχό του:
Ο αμέσως επόμενος θάνατος είναι εκείνος του Κίτρινου Ντικ, ενός εκ των πρωτοπαλίκαρων του Ράμσεϋ. Η περίπτωση αυτή πρόκειται ξεκάθαρα για δολοφονία, αν αναλογιστεί κανείς τον τρόπο με τον οποίο ο νεκρός άντρας ανασύρεται από το χιόνι. Στην προσπάθειά του να βρει τον ένοχο ο Ρους ανακρίνει τον Θήον, φτάνοντας στο συμπέρασμα πως δεν ευθύνεται εκείνος για τις δολοφονίες.
Μην μπορώντας ο Ρους να δώσει μια λύση στις διαρκώς αυξανόμενες εντάσεις, ακολουθεί ένας φόνος που θα οδηγήσει σε σύρραξη τους Φρέυ και Μάντερλυ:
Ο θάνατος του Μικρού Γουόλντερ είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Η δολοφονία αυτή σε συνδυασμό με την συμπεριφορά του Γουάιμαν όταν ο Χοστήν του ζητά τον λόγο μετατρέπει τη Μεγάλη Αίθουσα σε πεδίο μάχης ανάμεσα στους δύο οίκους:
Η αψιμαχία έχει ως αποτέλεσμα τον σοβαρό τραυματισμό του Γουάιμαν Μάντερλυ και τον θάνατο ορισμένων εξ αυτών που ενεπλάκησαν στη σύγκρουση. Είναι προφανές πως αν η παρούσα κατάσταση συνεχιστεί, τότε αργά ή γρήγορα και οι δύο παρατάξεις θα μετρήσουν πολύ περισσότερα θύματα. Σε αυτό το σημείο, έχοντας πληροφορηθεί από τον μέιστερ του για την ακριβή θέση του Στάννις [μέσω του μέιστερ των Κάρσταρκ – περισσότερα για αυτό στο κεφάλαιο του Θήον στο 6ο βιβλίο], και κρίνοντας πως η αναχώρηση των Φρέυ και Μάντερλυ θα μειώσει την αναταραχή που υπάρχει στο κάστρο, μαζί με το γεγονός ότι θα ελαττώσει σημαντικά το μέγεθος του στρατεύματος που χρειάζεται να θρέψει, ο Ρους διατάζει τους δύο προαναφερθέντες οίκους να επιτεθούν στον Στάννις χωρίς καθυστέρηση.
Είναι μια κίνηση η οποία επιχειρεί να λύσει όλα τα προβλήματα των Μπόλτον μονομιάς, με σημαντικό, ωστόσο, ρίσκο καθώς υπάρχει η υπάρχει η πιθανότητα οι Φρέυ να ηττηθουν στο πεδίο της μάχης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα έχει απαλλαγεί από τις εντάσεις ανάμεσα στους Φρέυ και τους Βόρειους, ενώ από την άλλη θα έχει μικρότερο αριθμό αντρών να φροντίσει. Η εναλλακτική επιλογή για τον Ρους θα ήταν να περιμένει στο κάστρο τον Στάννις, αλλά η τροπή που έχουν πάρει πλέον τα πράγματα μέσα σε αυτό μόνο ενθαρρυντική δεν είναι. Τα αποτελέσματα αυτής της καθοριστικής αυτής απόφασης ακόμη δεν έχουν ξεκαθαρίσει στα βιβλία, καθώς η έκβαση της μάχης μεταξύ των Φρέυ και του Στάννις είναι άγνωστη.
Άλλη σημαντική πηγή εντάσεων που οδηγεί εν τέλει στο παραπάνω αποτέλεσμα είναι η σταδιακή μείωση των τροφίμων εξαιτίας της παρουσίας ενός πολυάριθμου στρατεύματος στο κάστρο, πάντα σε συνδυασμό με την καθυστερημένη άφιξη του Στάννις λόγω της κακοκαιρίας.
Ο Ρους ίσως να είχε προβλέψει την πιθανότητα να βρεθεί σε μια τέτοια κατάσταση αν καθυστερούσε ο Στάννις, αλλά να θεώρησε πως δεν θα έφτανε σε αυτό το σημείο καθώς ο Στάννις θα ήταν πρακτικά αναγκασμένος να βαδίσει εναντίον του όσο το δυνατόν πιο γρήγορα προς το Γουίντερφελ. Και πραγματικά, αν ο άστατος παράγοντας του καιρού δεν είχε μεσολαβήσει, τότε η κατάσταση θα ήταν πέρα για πέρα διαφορετική αφού ο Στάννις θα είχε φτάσει ήδη στο κάστρο.
Η κατάσταση αυτή της διαρκούς αβεβαιότητας μέσα στο κάστρο έχει ως αποτέλεσμα την έντονη διαφωνία περί της τακτικής που θα πρέπει να εφαρμοστεί εναντίον του Στάννις: θα τον περιμένουν στο κάστρο, ή θα βγουν και θα τον πολεμήσουν έξω από αυτό; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνεται, όπως αναφέρεται παραπάνω, έπειτα από το περιστατικό ανάμεσα στους Μάντερλυ και Φρέυ.
Ακόμη, παίρνοντας ως αφορμή την παραπάνω αναφορά στον καιρό, αξίζει να παρατηρήσει κανείς τις επιπτώσεις που έχει η συνεχής κακοκαιρία σε ορισμένα πρακτικά ζητήματα μέσα στο Γουίντερφελ:
Ο καινούριος στάβλος καταρρέει και πέρα από τις απώλειες σε έμψυχο δυναμικό, το πρόβλημα που προκύπτει είναι η προστασία των αλόγων. Για να λυθεί το ζήτημα αυτό, ο Ρους καταφεύγει στην προσωρινή λύση της μεταφοράς των αλόγων μέσα στη Μεγάλη Αίθουσα. Όπως είναι φυσικό, τα νεκρά άλογα χρησιμοποιούνται για το κρέας τους.
Ακόμη και η ορατότητα είναι σχεδόν μηδενική:
Part 4
Η (τρελή) πορεία του Στάννις προς το Γουίντερφελ – The King's Prize
“Whatever doubts his lords might nurse, the common men seemed to have faith in their king. Stannis had smashed Mance Rayder's wildlings at the Wall and cleaned Asha and her ironborn out of Deepwood Motte; He was Robert's brother, victor in a famous sea battle off Fair Isle, the man who had held Storm's End all through Robert's Rebellion. And he bore a hero's sword, the enchanted blade Lightbringer, whose glow lit up the night.”
Credit: Marco Caradonna http://ming1918.deviantart.com/art/Stann...-172011116
Καταρχάς, είναι βασικό να σημειωθεί από χρονολογικής πλευράς πως η αρχή του κεφαλαίου αυτού βρίσκεται πριν την αρχή του αμέσως προηγούμενου κεφαλαίου του Θήον (The Turncloak), ενώ το τέλος του βρίσκεται αρκετά πιο μετά από το αντίστοιχο τέλος του ίδιου κεφαλαίου του Θήον.
Quote:Ακόμα και οι αιχμάλωτοι έχουν αυτιά, και είχε ακούσει όλες τις κουβέντες ότο Ντήπγουντ Μοτ, ενώ ο Βασιλιάς Στάννις και οι λοχαγοί του διαφωνούσαν γι' αυτή την προέλαση. Ο Σερ Τζάστιν ήταν αντίθετος από την αρχή, μαζί με πολλούς ιππότες και άρχοντες που είχαν έρθει με τον Στάννις από το Νότο. Αλλά οι λύκοι επέμεναν· δεν μπορούσαν να ανεχτούν να κρατήσει το Γουίντερφελ ο Ρους Μπόλτον και έπρεπε να σώσουν το κορίτσι του Νεντ από τα νύχια του μπάσταρδού του. Έτσι είπαν ο Μόργκαν Λιντλ, ο Μπράντον Νόρρεϋ, ο Γουάλ ο Κουβάς, οι Φλιντ, ακόμα και η Αρκούδα. «Είναι εκατό λεύγες από το Ντήπγουντ Μοτ ως το Γουίντερφελ» είπε ο Άρτος Φλιντ, τη νύχτα όπου η διαφωνία εντάθηκε στη μεγάλη αίθουσα του Γκάλμπαρτ Γκλόβερ. «Τριακόσια μίλια όπως πετάει το κοράκι.»
«Μακριά πορεία» είπε ένας ιππότης ονόματι Κόρλις Πέννυ.
«'Οχι και τόσο» επέμεινε ο Σερ Γκόντρυ, ο μεγαλόσωμος ιππότης που οι άντρες αποκαλούσαν Γιγαντοφονιά. «'Εχουμε διανύσει ήδη αντίστοιχη απόσταση. Ο Κύριος του Φωτός θα μας ανοίξει το δρόμο.»
«Κι όταν φτάσουμε έξω από το Γουίντερφελ;» είπε ο Τζάστιν Μάσσεϋ. «Δύο τείχη με μια τάφρο ανάμεσά τους, και το εσωτερικό τείχος εκατό πόδια ψηλό. Ο Μπόλτον δε θα βγει ποτέ να μας αντιμετωπίσει έξω από τα τείχη, και δεν έχουμε αρκετές προμήθειες για πολιορκία.»
«Μην ξεχνάς ότι ο Άρνολφ Κάρσταρκ θα ενώσει τις δυνάμεις του με τις δικές μας» είπε ο Χάργουντ Φελ. «Ο Μορς Άμπερ επίσης. Θα έχουμε τόσους βόρειους όσους και ο Μπόλτον. Και τα δάση είναι πυκνά βόρεια του κάστρου. Θα υψώσουμε πολιορκητικούς πύργους, θα φτιάξουμε κριούς ... »
Και θα πεθάνετε κατά εκατοντάδες σκέφτηκε η Άσα.
«Θα ήταν καλύτερα να ξεχειμωνιάσσυμε εδώ» πρότεινε ο Άρχοντας Πήσμπερυ.
«Να ξεχειμωνιάσουμε εδώ;» βρυχήθηκε ο Κουβάς. «Πόσα τρόφιμα και ζωοτροφή πιστεύεις ότι έχει φυλάξει ο Γκάλμπαρτ Γκλόβερ;»
Αν και ο Στάννις μας πληροφόρησε μέσω του γράμματος στον Τζον πως θα ξεκινήσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα την πορεία του προς το Γουίντερφελ, τα πράγματα εξελίχθησαν εντελώς διαφορετικά. Όπως φανερώνει το παραπάνω κείμενο, κατά τη διάρκεια του πολεμικού συμβουλίου στο Ντήπγουντ Μοτ, υπήρξε έντονη διαφωνία ανάμεσα στους Βόρειους και στους Νότιους αναφορικά με το αν θα επιλέξουν να βαδίσουν εναντίον του Γουίντερφελ. Ενώ οι Βόρειοι (κατά κύριο λόγο) πιέζουν τον Στάννις να κινηθεί εναντίον του Γουίντερφελ (είναι εντυπωσιακό πως ο Ρους προβλέπει σωστά και αυτή την εξέλιξη – βλέπε το κεφάλαιο στο Μπάρροουτον), οι Νότιοι είναι πιο επιφυλακτικοί προτείνοντας να παραμείνουν και να ξεχειμωνιάσουν στο Ντήπγουντ Μοτ. Αμέσως τίθεται το ζήτημα για το τι θα κάνουν στην περίπτωση που φτάσουν στο Γουίντερφελ, στο οποίο δεν δίνεται σαφής απάντηση. Η λογική λέει πως σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν θα επιχειρούσαν κάποια άμεση έφοδο στο κάστρο εξαιτίας των ισχυρών αμυντικών δυνατοτήτων που προσφέρει (διπλό τείχος με τάφρο ανάμεσά τους), αλλά θα αρκούνταν στην οργάνωση πολιορκίας, με σκοπό να αναγκάσουν τους Μπόλτον να βγουν να πολεμήσουν έξω από τα τείχη εξαιτίας της έλλειψης τροφίμων [αν και είναι εξίσου πιθανό και ο στρατός του Στάννις να αντιμετώπιζε παρόμοιο πρόβλημα με τον ανεφοδιασμό του λόγω της σχετικά μεγάλης απόστασης από το Ντήπγουντ Μοτ ή από κάποιο άλλο κέντρο από το οποίο θα μπορούσε να λάβει προμήθειες]. Τελικά ο Στάννις κλίνει υπέρ της άποψης των Βόρειων, και δίνει τη διαταγή για μια πορεία προς το Γουίντερφελ. Αυτό που πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, είναι πως η διαφωνία αυτή ανάμεσα στον στρατό του καθυστέρησε σημαντικά την προσπάθεια του Στάννις να καταλάβει το Γουίντερφελ, δίνοντας περισσότερο χρόνο στους Μπόλτον να προετοιμαστούν για την επικείμενη πολιορκία/μάχη (πχ. η ανακατασκευή του σταύλου και οι επισκευές στη Μεγάλη Αίθουσα).
Από καθαρά στρατηγική άποψη (βγάζοντας έξω δηλαδή τις παραμέτρους της ραγδαίας αλλαγής του καιρού και της πιθανής προδοσίας των Κάρσταρκ που αγνοεί και δεν θα μπορούσε να προβλέψει ο Στάννις), η επιλογή του Στάννις να βαδίσει εναντίον του Γουίντερφελ έχει μεν λογική, πόσο μάλλον αφού η στάση ορισμένων εκ των “συμμάχων” των αντιπάλων του είναι ασαφής (κατά κύριο λόγο οι Μάντερλυ), αλλά από την άλλη εμπεριέχει και ένα μεγάλο ποσοστό ρίσκου, καθώς υπάρχει η περίπτωση ο Στάννις να αντιμετωπίσει σημαντικές δυσκολίες με τον ανεφοδιασμό του αν επιχειρήσει να πολιορκήσει το κάστρο. Στην ουσία, ο Στάννις, κρίνοντας πως θα πρέπει να πάρει τον έλεγχο του Βορρά όσο το δυνατόν πιο γρήγορα για να επιστρέψει στη συνέχεια στο Τείχος (όπως αποκαλύπτει στο γράμμα του στον Τζον – Τζον VII), πιστεύει πως δεν έχει τον χρόνο να αναζητήσει περισσότερους συμμάχους στον Βορρά, και κατά συνέπεια επιλέγει να κινηθεί εναντίον των Μπόλτον άμεσα. Όπως και ο ίδιος παραδέχεται, είναι αποφασισμένος να τα παίξει “όλα για όλα” στην προσπάθειά του να ενώσει τον Βορρά κάτω από το πρόσωπό του:
Quote:Ο βασιλιάς τον έκοψε. «'Ολοι ξέρουμε τι θα έκανε ο αδερφός μου. Ο Ρόμπερτ θα κάλπαζε στις πύλες του Γουίντερφελ ολομόναχος, θα τις έσπαγε με το σφυρί του και θα διέσχιζε τα χαλάσματα για να σφάξει τον Ρους Μπόλτον με το αριστερό του χέρι και τον Μπάσταρδο με το δεξί.» Ο Στάννις σηκώθηκε όρθιος. «Δεν είμαι ο Ρόμπερτ. Αλλά θα προελάσουμε και θα ελευθερώσουμε το Γουίντερφελ ... ή θα πεθάνουμε προσπαθώντας.»
Η απόσταση από το Ντήπγουντ Μοτ στο Γουίντερφελ υπολογίζεται σε περίπου τριακόσια μίλια:
Quote:Η πομπή ξεκίνησε υπό τον ήχο της σάλπιγγας. Λόγχες έλαμπαν στο φως του ανατέλλοντος ήλιου και παντού γύρω τους το γρασίδι γυάλιζε από την πρωινή πάχνη. Εκατό λεύγες δάσους απλώνονταν ανάμεσα στο Ντήπγουντ Μοτ και το Γουίντερφελ. Τριακόσια μίλια όπως πετάει το κοράκι. «Δεκαπέντε μέρες» έλεγαν οι ιππότες μεταξύ τους.
Τις δύο πρώτες μέρες της πορείας καλύπτουν λίγο παραπάνω από 20 μίλια την ημέρα (την τρίτη, ωστόσο, όταν και εισέρχονται στο δάσος γύρω στα 15), πάντα υπό την καθοδήγηση οδηγών που ανήκουν σε ορεινές φατριές ορκισμένες στο Ντήπγουντ Μοτ – Φόρρεστερ, Γουντς, Μπραντς και Μπόουλ – συνεπώς, αν λάβει κανείς υπόψιν αυτούς τους αριθμούς και κάνει έναν απλό υπολογισμό, θα διαπιστώσει πως αν συνεχίσουν με παρόμοιο ρυθμό, θα βρίσκονται έξω από τα τείχη του Γουίντερφελ σε περίπου δεκαπέντε μέρες (ίσως λίγο παραπάνω από δεκαπέντε). Φυσικά, όλα αλλάζουν την τέταρτη μέρα, όπου αρχίζει να χιονίζει [μια μικρή αλλά πολύ σημαντική παρένθεση εδώ για την χρονολόγηση των γεγονότων: το κεφάλαιο του Θήον “The Turncloak” λαμβάνει χώρα την πρώτη μέρα που αρχίζει να χιονίζει στο Γουίντερφελ. Κατά συνέπεια, όσα συμβαίνουν την τέταρτη μέρα στο κεφάλαιο της Άσα συμβαίνουν παράλληλα με εκείνα που διαδραματίζονται στον “Turncloak”.]
Quote:Εκατό λεύγες από το Ντήπγουντ Μστ ως το Γουίντερφελ. Τριακόσια μίλια όπως πετάει το κοράκι. «Μακάρι να ήμασταν κοράκια» είπε ο Τζάστιν Μάσσεϋ την τέταρτη μέρα της πορείας τους, τη μέρα που άρχισε να χιονίζει. Μόνο μερικές νιφάδες στην αρχή. Κρύες και υγρές, αλλά τίποτα που δεν μπορούσαν να το διαπεράσουν εύκολα. Αλλά χιόνισε ξανά την επόμενη μέρα και τη μεθεπόμενη και τη μεθεπόμενη. Οι πυκνές γενειάδες των λύκων καλύφθηκαν σύντομα από πάγο εκεί όπου πάγωνε η ανάσα τους, και κάθε ξυρισμένος νότιος άντρας άφηνε τη γενειάδα του να μεγαλώσει για να κρατήσει το πρόσωπό του ζεστό. Πολύ σύντομα μια λευκή κουβέρτα σκέπασε το
έδαφος μπροστά από την πομπή, καλύπτοντας πέτρες και μπλεγμένες ρίζες και λακκούβες, κάνοντας κάθε βήμα περιπέτεια. Ο άνεμος δυνάμωσε επίσης, φέρνοντας μαζί του χιόνι. Ο στρατός του βασιλιά έγινε μια πομπή από χιονάνθρωπους, που προχωρούσαν με κόπο στο χιόνι που έφτανε ως το γόνατο.
Παρότι η ξαφνική [ελαφρά] χιονόπτωση δεν προκαλεί κάποιο πρόβλημα την πρώτη μέρα, γρήγορα η κατάσταση χειροτερεύει καθώς το χιόνι συνεχίζει να πέφτει με αμείωτους ρυθμούς και τις επόμενες μέρες. Η απλή χιονόπτωση έχει πλέον εξελιχθεί σε χιονοθύελλα, η οποία δυσκολεύει αφάνταστα τις προσπάθειες των στρατιωτών και των αλόγων. Και σε αντίθεση με τον στρατό του Ρους, ο οποίος βρίσκεται προφυλαγμένος πίσω από τα τείχη του Γουίντερφελ, ο στρατός του Στάννις είναι έξω στο δάσος, χωρίς την παραμικρή προστασία από το χιόνι και την παγωνιά.
Χάρη σε αυτήν ακριβώς την αλλαγή των καιρικών συνθηκών, δίνεται η δυνατότητα στον Μάρτιν να προβάλλει περισσότερο από ποτέ μία από τις βασικές διαφορές που μπορεί κανείς να εντοπίσει ανάμεσα σε Βόρειους και Νότιους: τον τρόπο προσαρμογής τους στις αντίξοες καιρικές συνθήκες του Βορρά. Ενώ πριν το ξεκίνημα της χιονόπτωσης οι Νότιοι δεν αντιμετώπιζαν κάποιο σοβαρό πρόβλημα, τώρα αυτό αλλάζει, δίνοντας στον στρατό του Στάννις μια εικόνα αποσύνθεσης:
Quote:Την τρίτη μέρα της χιονόπτωσης ο στρατός του βασιλιά άρχισε να διαλύεται. Ενώ οι νότιοι ιππότες και άρχοντες υπέφεραν, οι άντρες των βορινών λόφων τα πήγαιναν καλύτερα. Τα γκαρρόν τους ήταν ζώα με σίγουρο πάτημα, που έτρωγαν λιγότερο από τους κέλητες και πολύ λιγότερο από τα μεγάλα πολεμικά άλογα, και οι άντρες που τα ίππευαν ήταν εξοικειωμένοι με το χιόνι. Πολλοί από τους λύκους φόρεσαν κάτι περίεργα πράγματα στα πόδια τους. Αρκουδοπατούσες τις έλεγαν, περίεργα μακριά πράγματα φτιαγμένα από λυγισμένα κλαδιά και πετσί. Δεμένα στις μπότες τους, τους επέτρεπαν με κάποιο τρόπο να περπατούν πάνω στο χιόνι χωρίς να σπάνε την κρούστα και να βυθίζονται μέσα ως το γοφό.
Κάποιοι είχαν αρκουδοπατούσες και για τα άλογά τους, και τα μαλλιαρά μικρά γκαρρόν τις φορούσαν όσο άνετα φορούσαν άλλα άλογα τα σιδερένια πέταλα ... αλλά οι κέλητες και τα πολεμικά άλογα δεν ήθελαν καμία σχέση μαζί τους. Όταν παρ' όλα αυτά κάποιοι από τους ιππότες του βασιλιά τα έδεσαν στα πόδια τους, τα μεγάλα άλογα από το Νότο τσίνησαν και αρνήθηκαν να κινηθούν ή προσπάθησαν να βγάλουν τα πράγματα απ' τα πόδια τους. Ένα πολεμικό άλογο έσπασε έναν αστράγαλο στην προσπάθειά του να περπατήσει μ' αυτά.
Οι βόρειοι με τις αρκουδοπατούσες τους άρχισαν σύντομα να απομακρύνονται από την υπόλοιπη πομπή. Προσπέρασαν τους ιππότες στην κυρίως φάλαγγα, ύστερα τον Σερ Γκόντρυ Φάρρινγκ και την εμπροσθοφυλακή του. Στο μεταξύ, τα κάρα και οι άμαξες έμεναν όλο και πιο πίσω· τόσο, που οι άντρες της οπισθοφυλακής τούς φώναζαν συνεχώς να προχωρήσουν πιο γρήγορα.
Οι Βόρειοι, όντας εξοικιωμένοι με τις αντίξοες καιρικές συνθήκες και άρτια εξοπλισμένοι για να τις αντιμετωπίσουν επιτυχώς, είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν πολύ καλύτερα στις νέες ανάγκες της πορείας, σε πλήρη αντίθεση με τους Νότιους, οι οποίοι δεν έχουν ξανασυναντήσει τέτοιες συνθήκες στη ζωή τους. Λογική συνέπεια είναι να παρουσιαστεί μια κατάσταση διάλυσης στον στρατό του Στάννις, καθώς οι Βόρειοι προσπερούν σταδιακά τους Νότιους και αρχίζουν να απομακρύνονται από την πομπή. Από την άλλη, τα κάρα και οι άμαξες δεν μπορούν να ακολουθήσουν τον ίδιο ρυθμό με συνέπεια να μένουν ολοένα και πιο πίσω. Τα προβλήματα, ωστόσο, δεν σταματούν εκεί:
Quote:Την πέμπτη μέρα της χιονοθύελλας η σκευοφόρος διέσχισε μια ακανόνιστη έκταση χιονιού που έφτανε ως τη μέση και κάλυπτε μια παγωμένη λιμνούλα. Όταν ο κρυμμένος πάγος έσπασε κάτω από το βάρος των κάρων, το παγωμένο νερό κατάπιε τρεις ζευγολάτες και τέσσερα άλογα, μαζί με δύο από τους άντρες που προσπάθησαν να τους σώσουν. Ο ένας ήταν ο Χάργουντ Φελ. Οι ιππότες του τον έβγαλαν έξω προτού πνιγεί, αλλά όχι προτού τα χείλη του μελανιάσουν και το δέρμα του γίνει άσπρο σαν το γάλα. Τίποτα δε φαινόταν ικανό να τον ζεστάνει ύστερα απ' αυτό. Έτρεμε βίαια για ώρες, ακόμα κι όταν του έβγαλαν τα μουλιασμένα ρούχα του, τον τύλιξαν με ζεστές προβιές και τον κάθισαν δίπλα στη φωτιά. Εκείνη την ίδια νύχτα γλίστρησε σε έναν πυρετώδη ύπνο. Δεν ξύπνησε ποτέ.
.....
Ακόμα κι όταν ερχόταν η διαταγή να κατασκηνώσουν για τη νύχτα, δεν ήταν εύκολο να ζεσταθείς. Οι σκηνές ήταν υγρές και βαριές, δύσκολο να τις στήσεις, ακόμα πιο δύσκολο να τις ξεστήσεις, και επιρρεπείς σε ξαφνική κατάρρευση, αν μαζευόταν υπερβολικά πολύ χιόνι πάνω τους. Ο στρατός του βασιλιά σερνόταν στην καρδιά του μεγαλύτερου δάσους των Επτά Βασιλείων, όμως τα ξερά ξύλα ήταν δυσεύρετα. Κάθε νύχτα που κατασκήνωναν έκαιγαν όλο και λιγότερες φωτιές, κι εκείνες που άναβαν έβγαζαν περισσότερο καπνό παρά ζέστη. Τις περισσότερες φορές το φαγητό τους ήταν κρύο, αν όχι και ωμό.
.....
Τα άλογα και οι κοινοί στρατιώτες τραβούσαν τα χειρότερα. Δύο ακόλουθοι από τις ανατολικές περιοχές κάρφωσαν έναν στρατιώτη μέχρι θανάτου, σε μια διαφωνία για το ποιος θα καθίσει πιο κοντά στη φωτιά. Την επόμενη νύχτα κάποιοι τοξότες απεγνωσμένοι για λίγη ζέστη κατάφεραν με κάποιο τρόπο να βάλουν φωτιά στη σκηνή τους, κάτι που τουλάχιστον ζέστανε τα διπλανά αντίσκηνα. Πολεμικά άλογα άρχισαν να πεθαίνουν από την κούραση και τις κακουχίες. Οι άντρες έφτιαχναν γρίφους. «Τι είναι ένας ιππότης χωρίς άλογο; Ένας χιονάνθρωπος με σπαθί.» Κάθε άλογο που έπεφτε σφαγιαζόταν επί τόπου για το κρέας του. Οι προμήθειές τους είχαν αρχίσει να μειώνονται επίσης.
Η παράθεση και μόνο των παραπάνω αποσπασμάτων αρκεί για να κατανοήσει κανείς την ιδιαίτερα δυσχερή κατάσταση στην οποία έχει εγκλωβιστεί ο στρατός του Στάννις. Οι απώλειες αυξάνονται και οι προμήθειες μειώνονται σε τέτοιο βαθμό, ώστε αρχίζουν να συλλέγουν το κρέας των νεκρών ζώων.
Ορισμένοι άντρες του Στάννις (Νότιοι) τον παροτρύνουν να σταματήσει την εξαντλητική πορεία και να περιμένει μέχρι να σταματήσει η χιονοθύελλα για να ξαναξεκινήσει, αλλά εκείνος απορρίπτει την πρότασή τους ασυζητητί:
Quote:Ο Πήσμπερυ, ο Κομπ, ο Φόξγκλοβ και άλλοι νότιοι άρχοντες παρότρυναν το βασιλιά να κατασκηνώσουν μέχρι να περάσει η θύελλα. Ο Στάννις δεν ήθελε ούτε να το ακούσει.
Η αντίδραση του αυτή δεν είναι καθόλου τυχαία. Ήδη από το πρώτο βιβλίο (ακόμη και αν δεν εμφανίζεται), η εικόνα που δημιουργεί ο Μάρτιν για τον Στάννις είναι η εικόνα ενός ανθρώπου αποφασισμένου να πολεμήσει μέχρι τελικής πτώσεως, έστω και αν οι πιθανότητες επιτυχίας δεν είναι υπέρ του:
Quote:Τα μάτια του ήταν βαθουλωμένα, η κοντοκουρεμένη γενειάδα του δεν ήταν παρά μια σκιά στα στενεμένα μάγουλά του και στο κοκαλιάρικο πιγούνι του. Κι όμως, υπήρχε δύναμη στο βλέμμα του, μια ατσάλινη αγριότητα που φανέρωνε στην Άσα ότι αυτός ο άντρας ποτέ μα ποτέ δε θα παρέκλινε από το σκοπό του.
Κάποιοι άλλοι άντρες, πάλι, (Νότιοι ιππότες πιστοί στον Ρ' Λορ) προσπαθώντας να δώσουν μια εξήγηση της αρνητικής τροπής που έχει πάρει η προσπάθειά τους αρχίζουν να ερμηνεύουν το φυσικό φαινόμενο της χιονοθύελλας ως αποτέλεσμα κάποιας θεϊκής παρέμβασης. Κατά συνέπεια, προσπαθούν να εξευμενίσουν τον Ρ' Λορ ώστε να σταματήσει την χιονοθύελλα προσφέροντας θυσία. Αρχικά δεν επιδιώκουν με ιδιαίτερο πάθος το συγκεκριμένο ζήτημα, αλλά όσο η χιονοθύελλα συνεχίζει να υφίσταται, οι πιέσεις τους προς τον Στάννις αρχίζουν να εντείνονται. Εκείνος, ωστόσο, αν και (κατά την άποψή μου) ασπάζεται την ίδια θρησκεία με αυτούς, δεν αποχωρίζεται ποτέ από τον πραγματισμό που διέπει την σκέψη του. Ο Στάννις γνωρίζει πολύ καλά πως η διεξαγωγή μιας [ανθρωπο]θυσίας χωρίς κάποια “πρόφαση” (βλέπε επόμενο κεφάλαιο της Άσα) θα δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα ανάμεσα στους λάτρεις του Ρ' Λορ και στους λάτρεις των Παλαιών Θεών, οι οποίοι όπως παρατηρεί ο ίδιος αποτελούν τον μισό στρατό του. Προσέχει, επομένως, και επιδιώκει να δημιουργήσει όσο το δυνατόν λιγότερες εντάσεις ανάμεσα στις δύο διαφορετικές παρατάξεις που συναπαρτίζουν τον στρατό του:
Quote:Εκείνη τη νύχτα ήταν που η Άσα άκουσε πρώτη φορά τους άντρες της βασίλισσας να μουρμουρίζουν για μια θυσία - μια προσφορά στον κόκκινο θεό τους, για να σταματήσει τη χιονοθύελλα. «Οι θεοί του Βορρά έστειλαν αυτή τη θύελλα εναντίον μας» είπε ο Σερ Κόρλις Πέννυ. «Ψεύτικοι θεοί» επέμεινε ο Σερ Γκόντρυ ο Γιγαντοφονιάς. «Ο Ρ'λορ είναι μαζί μας» είπε ο Σερ Κλέιτον Σαγκς. «Ναι, αλλά η Μελισάντρα όχι» είπε ο Τζάστιν Μάσσεϋ.
.....
Αυτή την ιστορία την έμαθε από τον Τζάστιν Μάσσεϋ, ο οποίος ήταν λιγότερο ευσεβής από τους περισσότερους. «Μια θυσία θα αποδείξει ότι η φλόγα της πίστης μας καίει ακόμα δυνατή» είχε πει ο Κλέιτον Σαγκς στο βασιλιά. Και ο Γκόντρυ ο Γιγαντοφονιάς είπε: «Οι παλιοί θεοί του Βορρά έστειλαν αυτή τη θύελλα εναντίον μας. Μόνο ο Ρ'λορ μπορεί να τη σταματήσει. Πρέπει να του δώσουμε κάποιον άπιστο.»
«Ο μισός στρατός μου αποτελείται από άπιστους» είχε απαvτήσει ο Στάννις. «Δε θα ανεχτώ να καεί κανείς. Προσευχηθείτε σκληρότερα.»
Εν τω μεταξύ, η χιονοθύελλα συνεχίζει να υφίσταται με αμείωτη ένταση και τα θύματα πολλαπλασιάζονται μέρα με τη μέρα. Αυτό που έχει ενδιαφέρον ως παρατήρηση, ωστόσο, είναι πως οι απώλειες (είτε ανδρών είτε αλόγων) προέρχονται από τη μία μόνο παράταξη που συναποτελεί τον στρατό του Στάννις:
Quote:Μέχρι την ένατη μέρα πια της χιονοθύελλας κάθε βράδυ έβρισκε τους λοχαγούς και τους διοικητές να μπαίνουν στη σκηνή του βασιλιά βρεγμένοι και καταπονημένοι, να πέφτουν στο ένα γόνατο και να αναφέρουν τις απώλειες της ημέρας.
«'Ενας άvτρας νεκρός, τρεις αγνοούμενοι.»
«Χάθηκαν έξι άλογα, ανάμεσά τους και το δικό μου.»
«Δύο νεκροί, ο ένας ιππότης. Τέσσερα άλογα σωριάστηκαν. Σηκώσαμε το ένα. Τα άλλα χάθηκαν. Πολεμικά, και ένας κέλητας.»
Παγερό Μέτρημα άκουσε η Άσα να το αποκαλούν. Η σκευοφόρος υπέφερε τα χειρότερα: νεκρά άλογα, χαμένοι άvτρες, άμαξες αναποδογυρισμένες και σπασμένες. «Τα άλογα σωριάζοvται στο χιόνι» είπε ο Τζάστιν Μάσσεϋ στο βασιλιά. «Οι άvτρες χάνουν το δρόμο τους ή απλώς πέφτουν κάτω και περιμένουν να πεθάνουν.»
«Άσ' τους» γάβγισε ο Βασιλιάς Στάννις. «Συνεχίζουμε.»
Οι βόρειοι τα πήγαιναν πολύ καλύτερα, με τα γκαρρόν τους και τις αρκουδοπατούσες τους. Ο Μαύρος Ντόννελ Φλιvτ και ο ετεροθαλής αδερφός του Άρτος είχαν χάσει μόνο έναν άvτρα. Οι Λιvτλ, οι Γουάλ και οι Νόρρεϋ δεν είχαν χάσει κανέναν. Ένα από τα μουλάρια του Μόργκαν Λιvτλ είχε ξεστρατίσει, αλλά ο ίδιος έδειχνε να πιστεύει ότι το είχαν κλέψει οι Φλιvτ.
Παρά τις πιέσεις των αξιωματικών του Στάννις εκείνος αποφασίζει να συνεχίσει την τρελή πορεία μέσα στη χιονοθύελλα. Οι προμήθειες και τα τρόφιμα σιγά-σιγά τελειώνουν, ενώ έχει περάσει σχεδόν ένας μήνας από τότε που αναχώρησαν από το Ντήπγουντ Μοτ δίχως να έχουν φτάσει ακόμη στο Γουίντερφελ.
Quote:Την εικοστή έκτη μέρα της πορείας των δεκαπέντε ημερών καταναλώθηκαν και τα τελευταία λαχανικά. Την τριακοσrή δεύτερη μέρα τα τελευτάία σιτηρά και η τελευταία ζωοτροφή. Η Άσα αναρωτήθηκε πόσο καιρό μπορούσε να επιζήσει κανείς με ωμό, μισοπαγωμένο αλογίσιο κρέας.
Η αντίθεση ανάμεσα σε Βόρειους και Νότιους έχει φτάσει πλέον σχεδόν στο αποκορύφωμά της. Οι Νότιοι ιππότες εξουθενωμένοι, απελπισμένοι, και εξαθλιωμένοι κατηγορούν τους Βόρειους για το γεγονός ότι επιλέγουν να συνεχίσουν την πορεία κάτω από αυτές τις αντίξοες συνθήκες. Για τους Βόρειους, ωστόσο, οι συνθήκες αυτές είναι κάτι το φυσιολογικό, καθώς κατά τους ίδιους έχουν ζήσει και χειρότερα. Αυτό που είναι αξιοθαύμαστο, ωστόσο, είναι ο λόγος για τον οποίο οι Βόρειοι διαλέγουν να συνεχίσουν:
Quote:Τελικά, ύστερα από μία εφιαλτική μέρα, όταν η πομπή προχώρησε μόλις ένα μίλι και έχασε μια ντουζίνα άλογα και τέσσερις άντρες, ο Άρχοντας Πήσμπερυ στράφηκε ενάντια στους βόρειους. «Αυτή η προέλαση είναι μια τρέλα. Όλο και περισσότεροι πεθαίνουν κάθε μέρα, και γιατί; Για ένα κορίτσι;»
«Το κορίτσι του Νεντ»
Ο Νεντ Σταρκ μπορεί να είναι νεκρός, αλλά η κληρονομιά του ίδιου δεν έχει ξεχαστεί και ούτε θα ξεχαστεί στον Βορρά. Πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο θίγεται ιδιαίτερα και κατά την παρουσία του Ντάβος στο Λευκό Λιμάνι από τον ίδιο τον Γουάιμαν Μάντερλυ.
Quote:«Το κορίτσι του Νεντ» αντιλάλησε ο Κουβάς Γουάλ. «Και θα είχαμε και εκείνη και το κάστρο μέχρι τώρα, αν εσείς οι κορδωμένοι νότιοι λιμοκοντόροι δε βρέχατε τα μεταξωτά σας παντελόνια με λίγο χιόνι.»
«Λίγο χιόνι;» Το απαλό κοριτσίστικο στόμα του Πήσμπερυ έτρεμε από θυμό. «Η συμβουλή σας μας επέβαλε αυτή την προέλαση, Γουάλ. Αρχίζω να υποψιάζομαι ότι ήσουν πλάσμα του Μπόλτον εξαρχής. Έτσι είναι; Σε έστειλε σε εμάς για να ψιθυρίζεις δηλητηριασμένα λόγια στο αυτί του βασιλιά;»
Ο Κουβάς τού γέλασε κατάμουτρα. «Ο Άρχοντας Κατουρλής. Αν ήσουν άντρας, θα σε σκότωνα γι' αυτό. Αλλά το σπαθί μου είναι φτιαγμένο από πολύ καλό ατσάλι για να το λερώσω με το αίμα ενός δειλού.» Ήπιε μια γουλιά μπίρα και σκούπισε το στόμα του. «Ναι, άντρες πεθαίνουν. Περισσότεροι ακόμα θα πεθάνουν πριν φτάσουμε στο Γουίντερφελ. Και λοιπόν; Έχουμε πόλεμο. Άντρες πεθαίνουν στον πόλεμο. Έτσι πρέπει να είναι. Όπως ήταν πάντα.»
Ο Σερ Κόρλις Πέννυ έριξε στον αρχηγό της φατρίας ένα έκπληκτο βλέμμα. «Θέλεις να πεθάνεις, Γουάλ;»
Αυτό φάνηκε να διασκεδάζει τον βόρειο. «Θέλω να ζήσω για πάντα σε μια χώρα όπου το καλοκαίρι κρατάει χίλια χρόνια. Θέλω ένα κάστρο στα σύννεφα απ' όπου θα μπορώ να κοιτάζω τον κόσμο από κάτω μου. Θέλω να είμαι είκοσι έξι χρονών ξανά. Όταν ήμουν είκοσι έξι μπορούσα να πολεμάω όλη μέρα και να πηδάω όλη νύχτα. Δεν έχει σημασία τι θέλει κανείς.
»Ο χειμώνας σχεδόν έχει φτάσει, αγόρι. Και ο χειμώνας είναι θάνατος. Προτιμώ να πεθάνουν οι άντρες μου πολεμώντας για το κορίτσι του Νεντ παρά μόνοι και πεινασμένοι στο χιόνι, ρίχνοντας δάκρυα που παγώνουν στα μάγουλά τους. Κανένας δε φτιάχνει τραγούδια για άντρες που πεθαίνουν έτσι. Όσο για μένα, είμαι γέρος. Αυτός θα είναι ο τελευταίος μου χειμώνας. Ας λουστώ στο αίμα του Μπόλτον προτού πεθάνω. Θέλω να νιώσω το αίμα να πετάγεται στο πρόσωπό μου καθώς χώνω το τσεκούρι μου σ' ένα κρανίο Μπόλτον. Θέλω να το γλείψω στα χείλη μου και να πεθάνω με τη γεύση του στη γλώσσα μου.»
Και η τρελή αυτή πορεία μέσα στο χιόνι, το κρύο και την εξάντληση συνεχίζεται δίχως σταματημό, ώσπου οι ανιχνευτές του Στάννις πέφτουν “πάνω σε ένα εγκαταλειμμένο χωριό μικροκτηματιών ανάμεσα σε δύο λίμνες - ένα φτωχικό, μίζερο μέρος, τίποτα παραπάνω από μερικές καλύβες, μια μακριά αίθουσα κι ένα παρατηρητήριο.” Αμέσως-αμέσως αποφασίζεται παύση της πορείας, πάντοτε προσωρινή, καθώς οι δύο λίμνες είναι δυνατόν να προσφέρουν τροφή:
Quote:«Υπάρχουν ψάρια σ' αυτές τις λίμνες» είπε ο Χορπ στο βασιλιά. «Θα ανοίξουμε τρύπες στον πάγο. Οι βόρειοι ξέρουν πώς γίνεται.»
.....
«Ψαρέψτε, λοιπόν» είπε [Ο Στάννις], φτύνοντας τις λέξεις. «Αλλά φεύγουμε με το πρώτο φως.»
Παρόλα αυτά, το επόμενο πρωί έρχεται και είναι προφανές πως κάτι δεν πάει καλά. Το στρατόπεδο είναι βουβό και άλαλο:
Quote:Όμως, όταν ήρθε το πρωί, το στρατόπεδο ξύπνησε στο χιόνι και στη σιωπή. Από μαύρος, ο ουρανός έγινε λευκός, κι όμως δε φάνηκε να φωτίζει περισσότερο. Η Άσα Γκρέιτζοϋ ξύπνησε πιασμένη και παγωμένη κάτω από το σωρό με τις προβιές, ακούγοντας τα ροχαλητά της Αρκούδας. Δεν είχε γνωρίσει ποτέ γυναίκα που ροχάλιζε τόσο δυνατά, αλλά το είχε συνηθίσει κατά τη διάρκεια της προέλασης και, τώρα, μέχρι που το έβρισκε και παρηγορητικό. Η σιωπή ήταν που την ανησυχούσε. Καμία σάλπιγγα δεν ήχησε για να καλέσει τους άντρες να ιππεύσουν, να σχηματίσουν φάλαγγες, να ετοιμαστούν για αναχώρηση. Κανένα πολεμικό κέρας δεν κάλεσε τους βόρειους. Κάτι δεν πάει καλά.
Η Άσα γλίστρησε έξω από τις προβιές της και βγήκε έξω από τη σκηνή, ρίχνοντας στην άκρη το τείχος χιονιού που την είχε σφραγίσει κατά τη διάρκεια της νύχτας. Οι αλυσίδες της κροτάλιζαν καθώς σηκωνόταν όρθια και έπαιρνε μια ανάσα από τον παγωμένο πρωινό αέρα. Το χιόνι έπεφτε ακόμα, ακόμα πιο πυκνό απ' όταν είχε συρθεί μέσα στη σκηνή. Οι λίμνες είχαν εξαφανιστεί, και το δάσος επίσης. Μπορούσε να δει το σχήμα των άλλων σκηνών και υπόστεγων και την αχνή πορτοκαλιά λάμψη της συνθηματικής φωτιάς πάνω στο παρατηρητήριο, αλλά όχι και το ίδιο το παρατηρητήριο. Η χιονοθύελλα είχε καταπιεί όλα τα υπόλοιπα.
Κάπου μπροστά τους ο Ρους Μπόλτον τούς περίμενε πίσω από τα τείχη του Γουίντερφελ, αλλά ο στρατός του Στάννις Μπαράθηον ήταν ακινητοποιημένος και λιμοκτονούσε, μισοθαμμένος στο χιόνι και στον πάγο.
Ύστερα από περίπου μήνα, και κάτω από τις πιο δυσχερείς καιρικές συνθήκες, ο στρατός του Στάννις τελικά σταματά την εξουθενωτική πορεία του σε ένα μικρό αγρόκτημα τρεις περίπου μέρες από το Γουίντερφελ.
Από αυτά που περιγράφει η Άσα, πέρα από τις σημαντικότατες απώλειες σε έμψυχο υλικό, ακόμη και ο ίδιος ο Στάννις φαίνεται να είναι καταβεβλημένος από την σκληρή και δύσκολη αυτή πορεία στο χιόνι. Τα πράγματα δεν δείχνουν να βαίνουν καλώς για εκείνον. Αλλά είναι πράγματι καλύτερη η κατάσταση που επικρατεί στο αντίπαλο στρατόπεδο;
Η κάτασταση στο Γουίντερφελ – Συνεχώς αυξανόμενες εντάσεις ανάμεσα σε Βόρειους και Νότιους – A Ghost in Winterfell-Theon I
Η παρουσίαση των δύο τελευταίων κεφαλαίων του Θήον στο Γουίντερφελ θα γίνει συνδυαστικά (όπως και τα προηγούμενα δύο). Κεντρικό θέμα των δύο αυτών κεφαλαίων είναι οι ολοένα και αυξανόμενες εντάσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στους παρευρισκόμενους στο κάστρο, προϊόν διαφόρων παραγόντων.
“His eyes are ice. Reek wondered if Roose Bolton ever cried. If so, do the tears feel cold upon his cheeks?”
Credit: Sardag, http://jortagul.deviantart.com/art/Roose...-314993202
Βασικότατη αιτία αυτών των εντάσεων είναι οι μυστηριώδεις φόνοι που αρχίζουν να λαμβάνουν χώρα στο Γουίντερφελ (δεν θα γίνει προσπάθεια εύρεσης των δολοφόνων, παρά μόνο παρουσίαση των αποτελεσμάτων των φόνων). Αρχικά οι θάνατοι αυτοί εκλαμβάνονται ως ατυχήματα σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί μια καταστάση ηρεμίας στο κάστρο και να μην εξαπλωθεί ανησυχία στο στράτευμα, αλλά μετά την σταδιακή αύξησή τους γίνεται γρήγορα κατανοητό από όλους πως οι φόνοι αυτοί δεν είναι δυνατόν να οφείλονται στην τύχη.
Τα τρία πρώτα θύματα τοποθετούνται μέσα σε ένα χρονικό περιθώριο δύο μόλις ημερών και αναγνωρίζονται ως ένας άντρας των Ράυσγουελ, ο ακόλουθος του Σερ Αίνυς Φρέυ, και ένας τοξότης των Φλιντ.
Το γεγονός ότι ένας εκ των νεκρών πρόκειται για άντρα που ανήκε στο Οίκο Φρέυ φέρνει και πάλι στο προσκήνιο την αντιπαλότητα ανάμεσα σε Μάντερλυ και Φρέυ, η οποία πηγάζει από τα όσα συνέβησαν στον Κόκκινο Γάμο (μία αντιπαλότητα η οποία ισχύει το ίδιο και για τους υπόλοιπους οίκους του Βορρά όπως σημειώνει η Μπάρμπρεϋ Ντάστιν). Συγκεκριμένα, οι Χοστήν και Αίνυς Φρέυ κατηγορούν ανοιχτά τον Γουάιμαν Μάντερλυ για την εξαφάνιση των συγγενών τους, θεωρώντας πως ευθύνεται για την εξέλιξη αυτή. Εκείνος με τη σειρά του αρνείται τις όποιες κατηγορίες. Συνεχίζοντας, ο Χοστήν Φρέυ φτάνει στο σημείο να τον προκαλέσει σε μονομαχία έξω στην αυλή, πράγμα το οποίο οδηγεί τους στρατιώτες των δύο οίκων ένα βήμα πριν τη συμπλοκή, η οποία αποφεύγεται ύστερα παρέμβαση των Ρότζερ Ράυσγουελ και Μπάρμπρεϋ Ντάστιν.
Σε αυτό το ακριβώς το σημείο ο Θήον παρατηρεί για πρώτη φορά κάτι που δεν είχε ξαναδεί ποτέ του, τον Ρους να δείχνει σημάδια ανησυχίας καθώς τα πράγματα αρχίζουν σιγά-σιγά να ξεφεύγουν από τον έλεγχό του:
Quote:Ο Ρους Μπόλτον δεν είπε τίποτε απολύτως. Αλλά ο Θήον Γκρέιτζοϋ είδε κάτι σια χλομά του μάτια που δεν είχε ξαναδεί ποτέ - μια ανησυχία, ίσως ακόμα και μια σπίθα φόβου.
Ο αμέσως επόμενος θάνατος είναι εκείνος του Κίτρινου Ντικ, ενός εκ των πρωτοπαλίκαρων του Ράμσεϋ. Η περίπτωση αυτή πρόκειται ξεκάθαρα για δολοφονία, αν αναλογιστεί κανείς τον τρόπο με τον οποίο ο νεκρός άντρας ανασύρεται από το χιόνι. Στην προσπάθειά του να βρει τον ένοχο ο Ρους ανακρίνει τον Θήον, φτάνοντας στο συμπέρασμα πως δεν ευθύνεται εκείνος για τις δολοφονίες.
Μην μπορώντας ο Ρους να δώσει μια λύση στις διαρκώς αυξανόμενες εντάσεις, ακολουθεί ένας φόνος που θα οδηγήσει σε σύρραξη τους Φρέυ και Μάντερλυ:
Quote:«Ο γιος του αδερφού μου του Μέρρετ.» Ο Χοστήν Φρέυ χαμήλωσε τη σορό στο δάπεδο μπροστά από την εξέδρα. «Σφαγμένος σαν ελάφι και παραχωμένος μέσα στο χιόνι. Ένα αγόρι.»
Ο θάνατος του Μικρού Γουόλντερ είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Η δολοφονία αυτή σε συνδυασμό με την συμπεριφορά του Γουάιμαν όταν ο Χοστήν του ζητά τον λόγο μετατρέπει τη Μεγάλη Αίθουσα σε πεδίο μάχης ανάμεσα στους δύο οίκους:
Quote:«Άρχοντά μου» βρυχήθηκε ο Χοστήν Φρέυ. «Ξέρουμε ποιος το έκανε. Ποιος σκότωσε αυτό το αγόρι και όλους τους υπόλοιπους. Όχι με το ίδιο του το χέρι, όχι. Είναι πολύ χοντρός και δειλός για να κάνει τους ίδιους του τους φόνους. Αλλά κατά διαταγή του.» Γύρισε στον Γουάιμαν Μάντερλυ. «Το αρνείσαι;»
Ο Άρχοντας του Λευκού Λιμανιού έκοψε ένα λουκάνικο στα δύο. «Ομολογώ ... » Σκούπισε το λίπος από τα χείλη του με το μανίκι του. « ... ομολογώ ότι ήξερα ελάχιστα το άμοιρο παιδί. Ακόλουθος του Άρχονια Ράμσεϊ, δεν ήταν; Πόσο χρονών ήταν το αγόρι;»
«Εννιά, στην τελευταία γιορτή του ονόματός του.»
«Τόσο μικρός» είπε ο Γουάιμαν Μάνιερλυ. «Αν και ίσως είναι ευλογία, τελικά. Άν ζούσε, θα μεγάλωνε και θα γινόταν ένας Φρέυ.»
Ο Σερ Χοστήν κοπάνησε με το πόδι του την κορυφή του τραπεζιού, ρίχνονιάς το από τους τρίποδές του πάνω στην πρησμένη κοιλιά του Αρχονια Γουάιμαν. Κύπελλα και δίσκοι πέταξαν ολόγυρα, λουκάνικα πετάχτηκαν πανιού και μια νιουζίνα άνιρες του Μάνιερλυ σηκώθηκαν όρθιοι βρίζονιας. Κάποιοι άρπαξαν μαχαίρια, δίσκους, καράφες, οτιδήποτε μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως όπλο.
Ο Σερ Χοστήν Φρέυ τράβηξε το σπαθί του από το θηκάρι και χίμηξε προς τον Γουάιμαν Μάνιερλυ. Ο Άρχονιας του Λευκού Λιμανιού προσπάθησε να τραβηχτεί, αλλά το τραπέζι τον κρατούσε καρφωμένο στην καρέκλα του. Η λεπίδα έσκισε τρία από τα τέσσερα προγούλια του, ψεκάζοντας λαμπερό κόκκινο αίμα. Η Αρχόντισσα Γουόλντα άφησε μια κραυγή και γραπώθηκε από το μπράτσο του συζύγου της. «Σταματήστε» φώναξε ο Ρους Μπόλτον. «Σταματήστε αυτή την τρέλα.» Οι δικοί του άντρες έτρεξαν μπροστά, καθώς οι άντρες του Μάντερλυ πηδούσαν πάνω από τους πάγκους, για να ορμήσουν στους Φρέυ. Ο ένας χίμηξε στον Σερ Χοστήν με ένα στιλέτο, αλλά ο μεγαλόσωμος ιππότης στριφογύρισε και του έκοψε το χέρι από τον ώμο. Ο Άρχοντας Γουάιμαν κατάφερε να σηκωθεί όρθιος, για να καταρρεύσει αμέσως μετά. Ο γερο-Άρχονιας Λοκ φώναζε για έναν μέιστερ καθώς ο Μάντερλυ σωριαζόταν στο πάτωμα σαν χτυπημένη φώκια, σε μια λίμνη αίματος που όλο και μεγάλωνε. Γύρω του τα σκυλιά τσακώνονιαν για τα λουκάνικα.
Η αψιμαχία έχει ως αποτέλεσμα τον σοβαρό τραυματισμό του Γουάιμαν Μάντερλυ και τον θάνατο ορισμένων εξ αυτών που ενεπλάκησαν στη σύγκρουση. Είναι προφανές πως αν η παρούσα κατάσταση συνεχιστεί, τότε αργά ή γρήγορα και οι δύο παρατάξεις θα μετρήσουν πολύ περισσότερα θύματα. Σε αυτό το σημείο, έχοντας πληροφορηθεί από τον μέιστερ του για την ακριβή θέση του Στάννις [μέσω του μέιστερ των Κάρσταρκ – περισσότερα για αυτό στο κεφάλαιο του Θήον στο 6ο βιβλίο], και κρίνοντας πως η αναχώρηση των Φρέυ και Μάντερλυ θα μειώσει την αναταραχή που υπάρχει στο κάστρο, μαζί με το γεγονός ότι θα ελαττώσει σημαντικά το μέγεθος του στρατεύματος που χρειάζεται να θρέψει, ο Ρους διατάζει τους δύο προαναφερθέντες οίκους να επιτεθούν στον Στάννις χωρίς καθυστέρηση.
Είναι μια κίνηση η οποία επιχειρεί να λύσει όλα τα προβλήματα των Μπόλτον μονομιάς, με σημαντικό, ωστόσο, ρίσκο καθώς υπάρχει η υπάρχει η πιθανότητα οι Φρέυ να ηττηθουν στο πεδίο της μάχης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα έχει απαλλαγεί από τις εντάσεις ανάμεσα στους Φρέυ και τους Βόρειους, ενώ από την άλλη θα έχει μικρότερο αριθμό αντρών να φροντίσει. Η εναλλακτική επιλογή για τον Ρους θα ήταν να περιμένει στο κάστρο τον Στάννις, αλλά η τροπή που έχουν πάρει πλέον τα πράγματα μέσα σε αυτό μόνο ενθαρρυντική δεν είναι. Τα αποτελέσματα αυτής της καθοριστικής αυτής απόφασης ακόμη δεν έχουν ξεκαθαρίσει στα βιβλία, καθώς η έκβαση της μάχης μεταξύ των Φρέυ και του Στάννις είναι άγνωστη.
Άλλη σημαντική πηγή εντάσεων που οδηγεί εν τέλει στο παραπάνω αποτέλεσμα είναι η σταδιακή μείωση των τροφίμων εξαιτίας της παρουσίας ενός πολυάριθμου στρατεύματος στο κάστρο, πάντα σε συνδυασμό με την καθυστερημένη άφιξη του Στάννις λόγω της κακοκαιρίας.
Ο Ρους ίσως να είχε προβλέψει την πιθανότητα να βρεθεί σε μια τέτοια κατάσταση αν καθυστερούσε ο Στάννις, αλλά να θεώρησε πως δεν θα έφτανε σε αυτό το σημείο καθώς ο Στάννις θα ήταν πρακτικά αναγκασμένος να βαδίσει εναντίον του όσο το δυνατόν πιο γρήγορα προς το Γουίντερφελ. Και πραγματικά, αν ο άστατος παράγοντας του καιρού δεν είχε μεσολαβήσει, τότε η κατάσταση θα ήταν πέρα για πέρα διαφορετική αφού ο Στάννις θα είχε φτάσει ήδη στο κάστρο.
Η κατάσταση αυτή της διαρκούς αβεβαιότητας μέσα στο κάστρο έχει ως αποτέλεσμα την έντονη διαφωνία περί της τακτικής που θα πρέπει να εφαρμοστεί εναντίον του Στάννις: θα τον περιμένουν στο κάστρο, ή θα βγουν και θα τον πολεμήσουν έξω από αυτό; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνεται, όπως αναφέρεται παραπάνω, έπειτα από το περιστατικό ανάμεσα στους Μάντερλυ και Φρέυ.
Ακόμη, παίρνοντας ως αφορμή την παραπάνω αναφορά στον καιρό, αξίζει να παρατηρήσει κανείς τις επιπτώσεις που έχει η συνεχής κακοκαιρία σε ορισμένα πρακτικά ζητήματα μέσα στο Γουίντερφελ:
Quote:Ατελείωτο, αδιάκοπο, ανελέητο, το χιόνι έπεφτε μέρα και νύχτα. Σωροί ολόκληροι σκαρφάλωναν στα τείχη και γέμιζαν τα κενά ανάμεσα στις επάλξεις, λευκές κουβέρτες κάλυπταν κάθε οροφή, σκηνές βούλιαζαν κάτω από το βάρος. Σκοινιά δέθηκαν από αίθουσα σε αίθουσα, για να βοηθούν τους άντρες να βρίσκουν το δρόμο τους καθώς διέσχιζαν τους περιβόλους. Οι σκοποί συνωστίζονταν στα φυλάκια για να ζεστάνουν τα μισοπαγωμένα χέρια τους πάνω από αναμμένα μαγκάλια, αφήνοντας τα τείχη στους χιονισμένους φρουρούς που είχαν φτιάξει οι ακόλουθοι, οι οποίοι φαίνονταν όλο και μεγαλύτεροι και πιο περίεργοι κάθε νύχτα, καθώς ο άνεμος και η θύελλα τους σμίλευαν. Ακανόνιστες γενειάδες από πάγο απλώνονταν ως τις λόγχες που έσφιγγαν στις παγωμένες γροθιές τους. Ο ίδιος ο Χοστήν Φρέυ, ο οποίος είχε δηλώσει βρυχώμενος ότι δε φοβόταν λίγο χιόνι, έχασε ένα αυτί από κρυοπάγημα.
Τα άλογα στις αυλές υπέφεραν τα χειρότερα. Οι κουβέρτες που είχαν ρίξει πάνω τους, για να τα κρατήσουν ζεστά, μούσκευαν και πάγωναν, αν δεν τις άλλαζαν τακτικά. Όταν άναβαν φωτιές για να κρατήσουν το κρύο μακριά, περισσότερο κακό έκαναν παρά ωφελούσαν. Τα πολεμικά άλογα φοβούνταν τις φλόγες και πάλευαν να απομακρυνθούν, τραυματίζοντας τον εαυτό τους και τα άλλα άλογα καθώς στριφογύριζαν στις γραμμές τους. Μόνο τα άλογα στους στάβλους ήταν ασφαλή και ζεστά, αλλά οι στάβλοι ήταν ήδη κατάμεστοι.
.....
Εκείνη τη νύχτα ο νέος στάβλος κατέρρευσε από το βάρος του χιονιού που τον είχε θάψει. Είκοσι έξι άλογα και δύο ιπποκόμοι πέθαναν, καταπλακωμένοι από την πεσμένη οpοφή ή θαμμένοι στο χιόνι. Χρειάστηκαν σχεδόν όλο το πρωί για να ξεθάψουν τα πτώματα. Ο Άρχοντας Μπόλτον πρόβαλε για λίγο στον εξωτερικό περίβολο, για να επιθεωρήσει το σκηνικό, κι ύστερα διέταξε να φέρουν όσα άλογα είχαν απομείνει μέσα, μαζί με τα ζώα που ήταν ακόμα δεμένα στον περίβολο. Και προτού καν προλάβουν να ξεθάψουν τους νεκρούς άντρες και να σφάξουν τα άλογα, οι άντρες ανακάλυψαν άλλο ένα πτώμα.
Ο καινούριος στάβλος καταρρέει και πέρα από τις απώλειες σε έμψυχο δυναμικό, το πρόβλημα που προκύπτει είναι η προστασία των αλόγων. Για να λυθεί το ζήτημα αυτό, ο Ρους καταφεύγει στην προσωρινή λύση της μεταφοράς των αλόγων μέσα στη Μεγάλη Αίθουσα. Όπως είναι φυσικό, τα νεκρά άλογα χρησιμοποιούνται για το κρέας τους.
Ακόμη και η ορατότητα είναι σχεδόν μηδενική:
Quote:«[Ο Στάννις] Θα μπορούσε να έχει κατασκηνώσει πέντε πόδια απ' τα τείχη μας με εκατό χιλιάδες άντρες» είπε ένας τοξότης που φορούσε χρώματα των Σέργουιν. «Δε θα βλέπαμε ούτε έναν τους σ' αυτή τη χιονοθύελλα.»
Part 4
“The bleeding star bespoke the end. These are the last days, when the world shall be broken and remade. A new god shall be born from the graves and charnel pits.”